«Τελικά, οι αμερικανικές εκλογές αφορούσαν την απελπισία. Απελπισία για το μέλλον που εξανεμίστηκε με την αποβιομηχάνιση’ για την απώλεια 30 εκατομμυρίων θέσεων εργασίας από μαζικές απολύσεις’ για τα προγράμματα λιτότητας και τη διοχέτευση του πλούτου προς τα πάνω, στα χέρια των αρπακτικών ολιγαρχών’ για μια φιλελεύθερη τάξη που αρνείται να αναγνωρίσει τα δεινά που ενορχήστρωσε στο πλαίσιο του νεοφιλελευθερισμού ή να αγκαλιάσει προγράμματα τύπου New Deal που θα βελτιώσουν αυτά τα δεινά’ για τους μάταιους, ατελείωτους πολέμους, καθώς και για τη γενοκτονία στη Γάζα, για τους οποίους στρατηγοί και πολιτικοί δεν λογοδοτούν ποτέ. Απελπισία για ένα δημοκρατικό σύστημα που έχει καταληφθεί από την εταιρική και ολιγαρχική εξουσία», γράφει μεταξύ άλλων στο άρθρο του The Politics of Cultural Despair ο δημοσιογράφος και συγγραφέας Chris Hedges.
Κι έχει δίκιο. «Το οικονομικό υπόδειγμα διαχείρισης του καπιταλισμού που επικράτησε μετά το τέλος του Β΄ Παγκοσμίου Πολέμου με έμφαση στη χαμηλή ανεργία, την ανάπτυξη του κοινωνικού κράτους και του δημόσιου τομέα ευρύτερα, λειτούργησε πολύ αποτελεσματικά μέχρι τις αρχές της δεκαετίας του 1970. Το αποτέλεσμα ήταν μια Χρυσή Εποχή του Καπιταλισμού συγκριτικά με τις περιόδους που προηγήθηκαν και ακολούθησαν. Υψηλοί ρυθμοί αύξησης του ΑΕΠ, χαμηλά ποσοστά ανεργίας, αποφυγή σημαντικών χρηματοοικονομικών κρίσεων και, το κυριότερο, μείωση των ανισοτήτων και της φτώχειας», γράφει ο καθηγητής Οικονομικών Νίκος Λέανδρος.* Αντίθετα, από τη δεκαετία του 1980 και μετά, η έμφαση δίνεται πλέον στην ελευθερία κίνησης του κεφαλαίου, στον περιορισμό των ρυθμιστικών μηχανισμών, στις ιδιωτικοποιήσεις και στο ατομικό συμφέρον. Είναι η έναρξη της εποχής της παγκοσμιοποίησης και του ξέφρενου νεοφιλελεύθερου καπιταλισμού.
Εκτός όμως από αυτό το καταστροφικό, όπως αποδείχτηκε, οικονομικό μοντέλο, την Αμερική αφαιμάσσει και η εξωτερική της πολιτική, κυρίως από το 1990 μέχρι σήμερα. Ενδεικτικά, ο προϋπολογισμός για την άμυνα το 2025 αγγίζει το ένα τρις δολάρια, τα οποία είναι χρήματα των φορολογουμένων. Παρακολούθησα με ενδιαφέρον τον καθηγητή Οικονομικών του Πανεπιστημίου Columbia, Jeffrey Sacks, σε συζήτηση στο Πανεπιστήμιο του Cambridge, όπου, μεταξύ άλλων, εξήγησε πώς ενορχηστρώνονται οι πόλεμοι τις τελευταίες δεκαετίες και τι έχει προηγηθεί της εισβολής της Ρωσίας στην Ουκρανία, παρουσιάζοντας, με γεγονότα και γνώση εκ των έσω,** μια διαφορετική πραγματικότητα από το συνηθισμένο αφήγημα: «Δεν πρόκειται για επίθεση της Ρωσίας στην Ουκρανία με τον τρόπο που μας την παρουσιάζουν πολιτικοί και ΜΜΕ. Όλα ξεκίνησαν στις 9 Φεβρουαρίου 1990, όταν, μετά την κατάρρευση της Σοβιετικής Ένωσης, ο υπουργός εξωτερικών των ΗΠΑ James Baker ο τρίτος είπε στον πρώην πρόεδρο της Σοβιετικής Ένωσης Mikhail Gorbachev ότι αν δεχτεί την ενοποίηση Ανατολικής και Δυτικής Γερμανίας υπόσχεται “να μην επεκταθεί το ΝΑΤΟ ούτε μια ίντσα ανατολικά”. Ο Gorbachev πείστηκε κι έτσι γράφτηκε και τυπικά το τέλος του Β’ Παγκοσμίου Πολέμου. Η υπόσχεση δεν τηρήθηκε όταν ο πρόεδρος Bill Clinton υπέγραψε το σχέδιο επέκτασης του ΝΑΤΟ που περιελάμβανε και την Ουκρανία. Τότε μια ομάδα Ρωσοεβραίων φιλοπόλεμων διανοουμένων, οι λεγόμενοι νεοσυντηρητικοί ή “γεράκια”, είχαν εισχωρήσει και ελέγξει την εξουσία στην κυβέρνηση Clinton».
Όπως λέει ο καθηγητής, το ΝΑΤΟ επεκτάθηκε το 1999 σε Πολωνία, Ουγγαρία και Τσεχία. Αρχικά η Ρωσία δεν αντέδρασε. Την ίδια χρονιά, το ΝΑΤΟ εισέβαλε στη Σερβία και βομβάρδιζε επί 78 μέρες το Βελιγράδι, μια ευρωπαϊκή πρωτεύουσα, με σκοπό τον διαμελισμό της χώρας. Η Ρωσία αντέδρασε χλιαρά και το 2000 ο Putin, που μόλις είχε γίνει πρόεδρος, συζητούσε ακόμη και το ενδεχόμενο να ενταχθεί η χώρα του στο ΝΑΤΟ. Μετά την τρομοκρατική ενέργεια στους Δίδυμους Πύργους, οι ΗΠΑ εισέβαλαν σε Ιράκ και Αφγανιστάν, γεγονός που κόστισε πάνω από ενάμιση εκατομμύριο ζωές, ενώ οι πόλεμοι στις δύο αυτές χώρες στοίχισαν περισσότερα από 5 τρις δολάρια, χρήματα των φορολογουμένων! Ούτε τότε αντέδρασε η Ρωσία. Η πρώτη φορά που συνειδητοποίησε την απειλή ήταν το 2002, όταν οι ΗΠΑ αποχώρησαν μονομερώς από τη συνθήκη μη χρήσης βαλλιστικών πυραύλων, δηλαδή μπορούσαν πλέον να εγκαταστήσουν πυραύλους σε όλη την ανατολική Ευρώπη. Το 2004 εντάχθηκαν στο ΝΑΤΟ οι Εσθονία, Λετονία, Λιθουανία, Ρουμανία, Βουλγαρία, Σλοβακία, Σλοβενία. Το 2005, οι ΗΠΑ υποκίνησαν αλλαγή καθεστώτος στην Ουκρανία, αλλά το 2010, ο Viktor Yanukovych εκλέχθηκε πρόεδρος υποστηρίζοντας την ουδετερότητα της χώρας, το ίδιο και ο ουκρανικός λαός, όπως έδειχναν οι δημοσκοπήσεις. Το 2014 οι ΗΠΑ έριξαν την κυβέρνηση και τοποθέτησαν νέα, δικής τους επιλογής, όπως μάθαμε από μια τηλεφωνική υποκλοπή που έκαναν οι Ρώσοι, στην οποία η αναπληρώτρια υπουργός Εξωτερικών των ΗΠΑ Victoria Nuland και ο τότε πρεσβευτής στην Ουκρανία Jeffrey Pyatt, συζητούσαν ποιοι θα συμμετέχουν στη νέα κυβέρνηση. Το 2019, οι ΗΠΑ αποχώρησαν από τη συνθήκη για τις πυρηνικές δυνάμεις μεσαίας εμβέλειας. Στις 15 Δεκεμβρίου 2021, δύο μήνες πριν από την εισβολή των ρωσικών στρατευμάτων στην Ουκρανία, ο Ρώσος πρόεδρος Putin πρότεινε ένα σχέδιο ρωσοαμερικανικής συμφωνίας για την ασφάλεια. Δεν του απάντησαν ποτέ. Έτσι, τον Φεβρουάριο του 2022, η Ρωσία, έχοντας εξαντλήσει κάθε περιθώριο, μπήκε στην Ουκρανία. Πέντε μέρες μετά, ο Zelensky ζήτησε συνομιλίες με τη Ρωσία για ουδετερότητα. Τις σταμάτησαν ΗΠΑ και Αγγλία, με τον Boris Johnson να λέει στον Ουκρανό πρόεδρο να πολεμήσει μέχρις εσχάτων. Και εκείνος το έπραξε. Με κόστος πάνω από 600.000 νεκρούς…
Πέντε-δέκα άνθρωποι στην Ουάσινγκτον παίζουν στην παγκόσμια σκακιέρα τις ζωές εκατομμυρίων ανθρώπων, διαλύουν χώρες, φτωχοποιούν λαούς. Και τον δικό τους λαό, που μέσα στην απελπισία του είδε σαν σωτήρα του τον Trump! Μέχρι να αναλάβει αυτός, τα «γεράκια» κινούν επικίνδυνα τα πιόνια…
Φλώρα Τζημάκα
ftzimaka@atticamedia.gr
*Νίκος Λέανδρος, Ο κόσμος πρέπει να αλλάξει (Εκδ. Gutenberg)
** Courtesy Cambridge Union Jeffrey Sachs. Ο Jeffrey Sachs συμμετείχε στην ομάδα των οικονομολόγων για την ανόρθωση της οικονομίας των πρώην σοβιετικών δημοκρατιών και υπήρξε σύμβουλος του Ρώσου Boris Yeltsin για μια διετία.
Κεντρική φωτογραφία: iStock