’71

Με τον αέρα της Χρυσής Αθηνάς που μόλις πριν λίγες ημέρες κατέκτησε στις 20ες Νύχτες Πρεμιέρας, το καθηλωτικό ντεμπούτο του Γιαν Ντεμάνζ βρίσκει την πολυαναμενόμενη έξοδό του στις ελληνικές αίθουσες, για μας μεταφέρει στο εμφυλιακό Μπέλφαστ του 1971 και την κολασμένη νύχτα ενός Βρετανού στρατιώτη.

Elle 01 Οκτ. 14
’71

Είχε χαρακτηριστεί ως μία από τις πιο κατάφορες αδικίες των τελευταίων ετών στο Φεστιβάλ Βερολίνου, όταν έμενε με άδεια χέρια από τα μεγάλα βραβεία της 64ης Μπερλινάλε. Ήταν εκεί που για πρώτη φορά το υποψήφιο για Χρυσή Άρκτο «'71» του Γιαν Ντεμάνζ εντυπωσίαζε κοινό και κριτικούς τον περασμένο Φεβρουάριο, μερικούς μήνες πριν προβληθεί στις 20ές Νύχτες Πρεμιέρας, όπου κέρδισε απολύτως δίκαια τη Χρυσή Αθηνά ως η καλύτερη ταινία του σχετικού διεθνούς διαγωνιστικού τμήματος.

Ο, γεννημένος στο Παρίσι και μεγαλωμένος στο Λονδίνο, Γιαν Ντεμάνζ πραγματοποιεί με το απίστευτα σφιχτοδεμένο «‘71» ένα ντεμπούτο που έχει στρέψει αυτονόητα πάνω του την προσοχή της κινηματογραφικής κοινότητας.

Ένα φιλμ το οποίο σε πιάνει από το λαιμό από τα πρώτα λεπτά για να σε κρατήσει στα όρια μέχρι το τέλος, αφηγούμενο την ολονύχτια οδύσσεια ενός Βρετανού στρατιώτη στο ρημαγμένο από την εμφύλια σύρραξη Μπέλφαστ του 1971.

Καθώς ο Γκάρι (τον υποδύεται εξαιρετικά ο Τζακ Ο'Κόνελ) αποκόπτεται από τη μονάδα του, καλείται να παραμείνει ζωντανός σε ένα φλεγόμενο Μπέλφαστ, το οποίο χωρίζεται – θεωρητικά – από τους φιλικά προσκείμενους Προτεστάντες και τους εχθρικούς Καθολικούς.

Όμως οι παραστρατιωτικές ομάδες των δύο παρατάξεων δεν αποτελούν τη μόνη έγνοια του Γκάρι, αφού μυστικοί πράκτορες και εύθραυστες ισορροπίες σφίγγουν σε κάθε στροφή της ιστορίας τον κλοιό της απόγνωσης και του φόβου για τον ήρωα.

Ο απόλυτος παραλογισμός του εμφύλιου σπαραγμού και η καθόλα άγαρμπη εμπλοκή της «μαμάς» Αγγλίας στο ιρλανδικό ζήτημα συνδυάζονται μοναδικά, θυμίζοντας κάτι από Κεν Λόουτς, την ώρα που οι σκηνές των οδομαχιών και το ατελείωτο ανθρωποκυνηγητό μαρτυρούν στην περίπτωση του Ντεμάνζ ασυνήθιστα δείγματα ενός ταλέντου που δείχνει να βαδίζει σταθερά στα χνάρια ενός δεξιοτέχνη του επιπέδου του Πολ Γκρίνγκρας.

Η εκπληκτική αντίληψη της χωροταξίας μαζί με την ιδανική κι ενίοτε σοκαριστική κλιμάκωση της δράσης σηματοδοτούν αισθητικά ένα εκρηκτικό αποτέλεσμα.

Ταυτόχρονα, το βαθιά αντιπολεμικό πνεύμα του «'71» και το «no man's land» αστικό πεδίο μάχης που στήνει ο πρωτοεμφανιζόμενος σκηνοθέτης αναδεικνύονται επαρκώς από την αποπνικτικά βρώμικη και υγρή νυχτερινή φωτογραφία, μερικά ξεγυρισμένα τζαμαρίσματα της κιθάρας και μία δραματουργική κλιμάκωση που δε χαρίζει κάστανο σε κάθε λογής κλισέ.

Έπειτα από αυτό το πολλά υποσχόμενο φιλμ που κρύβει μέσα του ασυνήθιστη ωριμότητα για τα δεδομένα ενός πρωτοεμφανιζόμενου σκηνοθέτη, κλείνουμε χωρίς δεύτερη σκέψη ανοιχτό ραντεβού με την επόμενη δουλειά του Ντεμάνζ.

Ακολουθήστε το ELLE στο Google News και μάθετε πρώτοι όλα τα νέα!

Σχετικά θέματα: