Ant-Man

Απέναντι σε ένα πλήθος επιβλητικών σούπερ ηρώων (από τη σέξι γοητεία του Κρις Χέμσγουορθ έως την κουλ επιδεξιότητα του Ρόμπερντ Ντάουνι Τζ.) το νέο Marvel δημιούργημα επιχειρεί να δώσει προτεραιότητες στην ευστροφία, το χιούμορ και τον αυτοσαρκασμό. «Ακόμη και ο μικρότερος άνθρωπος μπορεί να αλλάξει το ρου της ιστορίας»;

Elle 17 Σεπ. 15
Ant-Man

Θα μπορούσε να πει κάνεις ότι το «Ant-Man» επιθυμεί βαθιά να μπορεί να χρησιμοποιήσει τη φράση από τις σελίδες των βιβλίων του Τόλκιν, για να περιγράψει όσα συμβαίνουν κατά τη διάρκειά της. Πόσο μάλλον όταν ο πρωταγωνιστής της δεν είναι απλά μικρός, αλλά μικροσκοπικός. Και θα μπορούσε να πετύχει περισσότερα εάν οι δύο πρώτοι του σεναριογράφοι, Έντγκαρ Ράιτ και Τζο Κόρνισι, δεν είχαν απολυθεί λόγω “δημιουργικών πρωτοβουλιών” και ασυμφωνιών με τα διοικητικά στελέχη του οικονομικού κολοσσού. Το πρότζεκτ παραδόθηκε στον σκηνοθέτη Πέιτον Ριντ («Yes Man») ο οποίος ανέλαβε να το ολοκληρώσει, παραδίδοντας τελικά μια ενδιάμεση κατάσταση ανάμεσα στην ιδιορρυθμία των πρώτων συνεργατών και την πιο άγευστη mainstream αισθητική της νέας ομάδας παράγωγης και σκηνοθεσίας. Μέσα σε αυτό το «μπαλωμένο» προϊόν, η δουλειά των πρώτων εμπνευστών του φιλμ είναι τελικά αυτή που ξεχωρίζει, δίνοντας έναν ουσιαστικό τόνο ο οποίος θα μπορούσε (υπό συνθήκες) να υποστηρίξει την κωμική στροφή απέναντι στην ωμή δύναμη και τις τεράστιες διαστάσεις του όλο και περισσότερο διαστέλλοντος σύμπαντος των «διαφορετικών» ανθρώπων.

Ο (νέος) σκηνοθέτης λοιπόν εφαρμόζει τη συνταγή του παράξενου ήρωα ο οποίος αναγκάζεται να εξυπηρετήσει έναν ανώτερο σκοπό -που προφανώς δεν αντιλαμβάνεται, ιδίως στην αρχή- για να ξελασπώσει από τα ατελείωτα και δυσεπίλυτα προβλήματα του παρελθόντος που κουβαλάει στις πλάτες του. Ο Πολ Ρούντ ενσαρκώνει τον βασικό χαρακτήρα, έναν πρώην κατάδικο, φυλακισμένο για ένα αντικαπιταλιστικό έγκλημα (κάτι σαν έναν “Ρομπέν των δασών” του κυβερνοχώρου), ο οποίος προσπαθεί να στεριώσει σε δουλειές κρύβοντας το παράνομο παρελθόν του και ταυτόχρονα επιχειρεί να επανασυνδεθεί με την τρισχαριτωμένη μικρή του κόρη. Η εξέλιξη της πλοκής τον θέλει να γνωρίζεται με τον Δρ. Χανκ Πιμ (ένας χαρισματικός Μάικλ Ντάγκλας ο οποίος όμως υπονομεύεται αρκετά από το συγκεκριμένο αδιάφορο ρόλο), συνταξιοδοτημένο επιστήμονα ο οποίος έχει ανακαλύψει μια στολή που έχει την ιδιότητα να συρρικνώνει το σώμα σε επίπεδο εντόμου, μεγεθύνοντας ταυτόχρονα τη δύναμή του. Αυτό που ακολουθεί μπορεί πολύ εύκολα να προβλεφθεί, με τον τρομοκρατημένο πρωταγωνιστή να παίρνει μέρος σε μικροσκοπικές τιτανομαχίες (προσπαθώντας να εμποδίσει τους απανταχού ψυχοπαθείς εκατομμυριούχους να πάρουν στα χέρια τους το λιλιπούτειο υπερόπλο), δοκιμάζοντας ταυτόχρονα να «χωρέσει» στο απαιτητικό κουστούμι του mini ήρωα.

Η πεμπτουσία της αποτελεσματικότητας του εν λόγω φιλμ, δεν είναι άλλη από την (το λιγότερο) ιδιάζουσα υπερδύναμη του ήρωα, τις οποίας όμως τα μετρά δεν καταφέρνει ποτέ να πάρει. Ο Ant-man αυξομειώνει διαρκώς το μέγεθός του χωρίς να γίνεται σχεδόν ποτέ ξεκάθαρο πότε χρησιμοποιεί την “ιδιαιτερότητά” του, για ποιον ακριβώς λόγο και τελικά πού αυτή εξαντλείται. Σε μερικές δε περιπτώσεις το τρικ της μεγέθυνσης φαντάζει τελείως περιττό, εξυπηρετώντας μονάχα τους φιλμικούς σκοπούς κατανόησης των γεωμετρικών δυναμικών της εκάστοτε σκηνής. Οι μάχες σώμα με σώμα μπορεί να γίνονται ξεκαρδιστικές μόλις κανείς αντιληφθεί την πραγματική τους διαστάση, όμως η ταλαιπωρία που υπέστη η ταινία μέχρι ολοκληρωθεί είναι αισθητή, αποτυχαίνοντας τελικά να συγχωνεύσει και να εργαλειοποιήσει τις διακοπτόμενες κωμικές εκτονώσεις με την καταιγιστική, τύπου Marvel δράση. Και εάν δεν σωζόταν από τις ενδιαφέρουσες ερμηνείες του καστ (με τον Ρουντ να αποδίδει ιδιαίτερα ερμηνεύοντας έναν λούζερ, στον οποίο ο τίτλος του σούπερ ήρωα φαντάζει μάλλον έκτος πραγματικότητας) θα μιλούσαμε κατά πάσα πιθανότητα για μια αποτυχημένη προσπάθεια.

Σε έναν (φανταστικό) κόσμο παραγεμισμένο από μεγαλόπρεπους, άτρωτους υπερανθρώπους, θα ήταν κάτι παραπάνω από ευπρόσδεκτη μια ταινία που θα επιχειρούσε να αγγίξει έστω και επιδερμικά την εσωτερική αγωνία αυτού που συρρικνώνεται, που χάνεται σταδιακά, μπαίνοντας στη σφαίρα του άγνωστου και αχανούς σύμπαντος της ανυπαρξίας. Το “Ant-Man” μοιάζει να έχει όλα τα απαραίτητα στοιχεία, όχι όμως και τις προθέσεις. Αντιθέτως ακτινοβολεί την πεποίθηση ότι αυτή η αλλόκοτη ευθραυστότητα είναι με κάποιον τρόπο μια εντυπωσιακή δύναμη την οποία οφείλει να διασταυρώνει διαρκώς, τόσο με αναφορές, όσο και με “διαφημίσεις” των άλλων ταινιών του οίκου της. Αναλογιζόμενος πόσο πιο διασκεδαστικοί (εξαιτίας της απενοχοποίησής τους) ήταν οι “Φύλακες του Γαλαξία”, στα χνάρια του οποίο ξεκάθαρα προσπαθεί να βαδίσει το συγκεκριμένο φιλμ, καταλήγεις στο συμπέρασμα ότι το νέο πόνημα της Marvel αποτελεί παράδειγμα μιας μικρής άλλα αξιοπρεπούς ταινίας, παγιδευμένης αναπόδραστα μέσα στη βουή και την εμπορικότητα ενός superhero movie.

Ακολουθήστε το ELLE στο Google News και μάθετε πρώτοι όλα τα νέα!

Σχετικά θέματα: