Ανυπακοή

Με διαφορά λίγων μηνών ο Σεμπάστιαν Λέλιο διαδέχεται την «Φανταστική Γυναίκα» του (και το Όσκαρ Καλύτερης Ξένης Ταινίας) με μια εξίσου ενδιαφέρουσα σπουδή πάνω στα λογιών όρια που αποκλείουν ανθρώπους από την εκπλήρωση των φυσιολογικών τους ρόλων κι επιθυμιών.

Elle 03 Οκτ. 18
Ανυπακοή

Οι ταινίες που έχουν την προφανή αίσθηση πως εξυπηρετούν μια επίκαιρη πολιτική σκοπιμότητα, ανεξαρτήτως του δικαίου της, έχουν συνήθως δύο εμφανή χαρακτηριστικά, την καταγγελτικότητα ενός προπαγανδισμού και την εντύπωση πως θα φέρουν προκρούστεια την κατάσταση στα μέτρα τους για να εξυπηρετήσουν τα λεγόμενά τους. Κακά πράγματα αυτά.

Είναι λοιπόν μόνο ανακούφιση και αυτόχρημα ένεση καλλιτεχνικής αισιοδοξίας, πως ο Χιλιανός σκηνοθέτης, στο αγγλόφωνο ντεμπούτο του, ακόμα περισσότερο από την «Φανταστική Γυναίκα» του, αποφεύγει εντελώς και τον μανιχαϊσμό και τα ασπρόμαυρα εξώδικα, συνθέτοντας με την βοήθεια της σεναριογράφου της «Ida» ένα πολύπτυχο περιβάλλον που, παρότι απαγορευτικό, δικαιούται και παίρνει τον σεβασμό των καταβολών και τις εντιμότητάς του.

Αυτή τη φορά, καιροί και προθέσεις, οδηγούν τον Λέλιο στην ορθόδοξη εβραϊκή κοινότητα του Λονδίνου, όπου θα στεγαστεί το ιδιόμορφο τρίγωνο ενός ιερέα, της συζύγου του και μιας παλιάς φίλης που επιστρέφει μετά από χρόνια για την κηδεία του πατέρα της. Ανάμεσα στους τρεις υπήρχε πάντα μια δυνατή φιλία κι ανάμεσα στις δυο γυναίκες ένα μεγάλο ερωτικό πάθος που δεν αργεί να ξαναπάρει φωτιά στο, φυσιολογικά, συντηρητικό περιβάλλον της πενθούσας κοινότητας.

Ο Λέλιο αρνείται να σχηματοποιήσει αντιλήψεις και να παράσχει εύκολες απαντήσεις (που θα άρεσαν και στους στρατευμένους λάτρεις του έργου – απόδειξη: η ταινία παίζεται με παραπάνω από έναν χρόνο καθυστέρηση μετά το περσινό Τορόντο που παρουσιάστηκε),  συστήνοντας αντ’ αυτού κανονικούς ανθρώπους σε κρίσεις ταυτότητας, επιλογών και σύγκρουσης του κοινωνικά επιτρεπτού, θρησκευτικά δέοντος και ανθρώπινα επιτακτικού.

Κρατώντας το κλασσικό του ήπιο ύφος, τον ήμερο τόνο και την ευγενική προσέγγιση στους χαρακτήρες του, παίρνει γερές ερμηνείες (προεξαρχούσης της εντυπωσιακής ΜακΆνταμς που από την πρώτη στιγμή κεντράρει στην ψυχοσύνθεση μιας γυναίκας που αγαπά, συμπιέζεται, δυστυχεί και αδημονεί ταυτόχρονα), αρθρώνει τρεις ανθρώπους στη μέση μιας κατάστασης που τους υπερβαίνει (θαυμάσιος και ο Νίβολα στον ρόλο ενός ραβίνου που παλεύει ανάμεσα στην θεϊκή κατανόηση και το ανθρώπινο σάστισμα), τους κάνει εναγωνίως αινιγματικούς ως προς το τι μέλλει γενέσθαι αλλά και τους ωθεί σε μια κάποια λύση. Λύση που εμπεριέχει μια κουβέντα πάνω στα κοινωνικά όρια, πάνω στην κατανόηση της παράδοσης, την τιμή στον θρησκευόμενο που τηρεί το πνεύμα των κηρυγμάτων, την ένταση ανάμεσα στο άτομο και την κοινότητα και, φυσικά, την γυναικεία επιλογή σ’ έναν πατριαρχικό μικρόκοσμο.

Λύση, που εν μέσω ερωτικής έξαψης και μελαγχολικής ενατένισης του μέλλοντος, δεν μπορεί να είναι, αντίθετα με την ροή της ζωής και του έργου, ένας φαντασμαγορικός εντυπωσιασμός αλλά ένα σχεδόν σωπασμένο ξέσπασμα απόφασης πάνω στην αναφαίρετη δυνατότητα επιλογής της ζωής που θες να ζήσεις. Αρκεί.

Ακολουθήστε το ELLE στο Google News και μάθετε πρώτοι όλα τα νέα!

Σχετικά θέματα: