Life

Με εμφανή κινηματογραφικά δάνεια από «Alien», ο τρόμος από το διάστημα αφήνει το σημάδι του στο ανέμπνευστο θρίλερ επιβίωσης «Life» του Ντάνιελ Εσπινόζα, που σε κάνει να προβληματίζεσαι τόσο για τον λόγο ύπαρξης, όσο και για την έλλειψη αυθεντικότητάς του.

Elle 19 Απρ. 17
Life

Ταινίες με θέμα την εξωγήινη απειλή, αποτελούν διαχρονικά αντικείμενο ανάλυσης και στοχασμού, όχι τόσο για την ρητή τους αναπαράσταση, όσο για αυτό που πολλές φορές κρύβεται κάτω από την επιφάνεια της γεμάτης αγωνία πλοκής τους. Ο κίνδυνος του αγνώστου, αντηχώντας κάθε κοινωνικό, πολιτικό ή ακόμη και ψυχαναλυτικό συνειρμό, εξυπηρετεί με τον τρόπο του την αφήγηση, δίνοντας διαφορετική διάσταση στους αρχέγονους φόβους που μπορούν εύστοχα να συνοψίζονται στην ερώτηση «είμαστε μόνοι στο σύμπαν;».

Αν και αυτό φαίνεται να το γνωρίζει πολύ καλά, η νέα ταινία του σκηνοθέτη Ντάνιελ Εσπινόζα («Το Κρησφύγετο» «Child 44») ωστόσο, αναλαμβάνει να βασιστεί σε παραδοσιακούς μηχανισμούς πυροδότησης της έντασης που την καθιστούν ελκυστική αποκλειστικά και μόνο στους ορκισμένους φαν του συγκεκριμένου είδους, οι οποίοι με τη σειρά τους απολαμβάνουν να αναγνωρίζουν τις άρρηκτα συνδεδεμένες κινηματογραφικές συμβάσεις και τις εξόφθαλμες παραπομπές σε γνωστά αριστουργήματα. Όπως είναι προφανές, όταν ένα φιλμ αποφασίζει τελικά να βαδίσει αυτόν τον δρόμο, οι συγκρίσεις είναι δυστυχώς αναπόφευκτες και το αποτέλεσμα φαντάζει μάλλον προκαθορισμένο.

Το πολυεθνικό επιστημονικό πλήρωμα του Διεθνούς Διαστημικού Σταθμού (το οποίο, παρά τη φιλότιμη σεναριακή προσπάθεια, στελεχώνεται πάλι κυρίως από λευκούς Αγγλοσάξονες) θα βρεθεί αντιμέτωπο με μια νέα μορφή ζωής, όταν θα συλλέξει ένα αυτοματοποιημένο σκάφος που φτάνει από τον πλανήτη Άρη περιέχοντας δείγματα προς ανάλυση. Η κάμερα του πολυβραβευμένου Ιρλανδού Σίμους ΜακΓκάρβει ελίσσεται, απελευθερωμένη θαρρείς από κάθε περιορισμό, μέσα σε στενούς διαδρόμους και κλειστοφοβικά δωμάτια, ανταγωνίζοντας τα αργόσυρτα μονοπλάνα του οσκαρικού «Gravity», από το οποίο ξεκάθαρα το φιλμ αντλεί έμπνευση, ιδίως στην πρώτη του πράξη.

Όταν όμως ο μονοκύτταρος εξωγήινος οργανισμός που ακούει στο όνομα «Κάλβιν» (sic!) αρχίσει να πολλαπλασιάζεται ανεξέλεγκτα, επιδεικνύοντας ταυτόχρονα εντυπωσιακή δύναμη και ασύλληπτη προσαρμοστικότητα, τότε η τρομακτική σκιά του αριστουργηματικού «Άλιεν» του 1979 θα πέσει αναπόδραστα πάνω στην ταινία του γεννημένου στη Σουηδία Εσπινόζα, ξεσκεπάζοντας (αντί να καλύπτει) μια τετριμμένη αφηγηματική δομή γεμάτη ασαφή κίνητρα, σεναριακές προχειρότητες και κυρίως στερεοτυπική εξέλιξη και κορύφωση. Ακόμη και οι εντυπωσιασμοί των ειδικών εφέ έχουν μια εντελώς γνωστή γεύση, καθώς το εξωγήινο πλάσμα με τις διαφανείς απολήξεις τρυπώνει σε όποιον ανοιχτό αεραγωγό βρει και το τρομοκρατημένο πλήρωμα, στην προσπάθειά του να το περιορίσει, μοιάζει να παίρνει τη μια λανθασμένη απόφαση μετά την άλλη.

Σταδιακά, ακόμη και η ομολογουμένως κομψή σκηνοθεσία θα υποκύψει κάτω από το βάρος των κλισέ, αφού οι σκηνές που μας πληροφορούν για τις προσωπικές ιστορίες καθενός από τα μέλη του πληρώματος (το οποίο παρεμπιπτόντως απαρτίζεται από ένα διόλου αδιάφορο καστ, που περιλαμβάνει μεταξύ άλλων τους Τζέικ Τζίλενχαλ, Ράιαν Ρέινολντς και Χιρογιούκι Σανάντα) αποδεικνύονται σε μεγάλο βαθμό ανούσιες, δίνοντας την αίσθηση ότι χρησιμεύουν μόνο ως μεθοδευμένες τακτικές μείωσης του ρυθμού, πριν από τον επόμενο αποτρόπαιο θάνατο που θα προωθήσει αναπόφευκτα την πλοκή προς την προδιαγεγραμμένη της εξέλιξη. Μόνος ενδιαφέρων, «τρισδιάστατος» και ερμηνευτικά πειθαρχημένος χαρακτήρας δείχνει η Ρεμπέκα Φέργκιουσον, αποτυπώνοντας στη συμπεριφορά της την απόλυτα ανθρώπινη συνθήκη που θέλει ακόμη και τους εξυπνότερους και κατάλληλα προετοιμασμένους επαγγελματίες να παίρνουν τελικά τις πιο ανήθικες αποφάσεις προκειμένου να σώσουν τη ζωή τους.

Ο σκηνοθέτης αποφασίζει ουσιαστικά να επαναφέρει στη ζωή την ταινία του προς το φινάλε (υιοθετώντας μια αποδοτική αλλά εξίσου προβλέψιμη ανατροπή), όμως μοιάζει ήδη πολύ αργά. Αυτό που μένει τελικά ως συμπέρασμα είναι ότι το «Life» συνιστά ένα μάλλον ημιθανές μείγμα από συμβάσεις διαστημικών θρίλερ επιβίωσης, που μπορεί σε στιγμές να αποδίδουν ψήγματα σασπένς, αλλά στο σύνολό τους συνθέτουν ένα αχρείαστο αποτέλεσμα που στερείται δημιουργικότητας και κυρίως αυθεντικότητας. Δίνοντας ακούσια την εντύπωση του θεματικού προπομπού του πολυαναμενόμενου «Alien: Covenant», το φιλμ του Εσπινόζα ίσως να μην αποδεικνύεται τελικά κατάφωρα ανιαρό, αλλά σίγουρα φαντάζει προορισμένο για να περάσει γρήγορα στην κινηματογραφική λήθη.

Ακολουθήστε το ELLE στο Google News και μάθετε πρώτοι όλα τα νέα!

Σχετικά θέματα: