Καθώς η ομάδα αρχίζει να κερδίζει τον έναν αγώνα μετά τον άλλο, ακόμα και οι πρωταθλητές της κατηγορίας και μεγαλύτεροί εχθροί τους, Μόντεκράστου, αρχίζουν να ανησυχούν. Και η μοίρα θέλει τον μεγάλο τους αγώνα να τελείται υπό τη διαιτησία του Κρουσιάνι, ενός αστέρα που κατέληξε ανάμεσα στους τελευταίους των τελευταίων όταν ένα σκάνδαλο διαφθοράς τερμάτισε άδοξα τη διεθνή του καριέρα.
Επιστρέφοντας από την Αργεντινή στο γενέθλιο χωριό του Παμπαρίλε στον ιταλικό Βορρά, ο Ματζούτζι γίνεται η μόνη ελπίδα της τοπικής του ποδοσφαιρικής ομάδας να ανέβει κατηγορία, αν και τον ίδιο ενδιαφέρει πρωτίστως να ξανακερδίσει την εφηβική του αγάπη, κόρη του… τυφλού του προπονητή. Από τη μεριά του, ο Κρουτσιάνι, διαιτητής με ικανότητες σόουμαν, παλεύει να κερδίσει μια θέση στον τελικό του εθνικού πρωταθλήματος, όμως προδίδεται από την αφέλεια και μαζί τη μεγαλομανία του.
Μέχρι την οριστική διαπλοκή τους, οι δυο ιστορίες παραλληλίζονται από τον νεοεμφανιζόμενο στη μεγάλου μήκους Πάολο Τζούκα χωρίς αίσθηση σαφήνειας ή τονικότητας, σε μια ταινία που θέλει να είναι λίγο απ ‘όλα –κωμωδία, μιούζικαλ, ρομαντική ιστορία, αγροτική ηθογραφία, θρίλερ βιβλικών αναφορών, ποδοσφαιρικό θέαμα, καταγγελία της διαφθοράς στον κόσμο του αθλητισμού- αλλά πέφτει θύμα των ίδιων των φιλοδοξιών της, κατ’ εικόνα θαρρείς του ομότιτλου ήρωα.