Ο άτσαλος, αδιόρθωτος, μα τόσο αξιαγάπητος, Τσάρλι Μπράουν ερωτεύεται τη Μικρή Κοκκινομάλλα που μετακομίζει απέναντι από το σπίτι του και ξεκινά να πηγαίνει στο ίδιο σχολείο με εκείνον. Προσπαθώντας να βρει το κουράγιο να της μιλήσει θα ζητήσει την βοήθεια της παλιοπαρέας με προεξάρχοντα φυσικά τον αγαπημένο του σκύλο Σνούπι. Τα αποτελέσματα ασφαλώς καταλήγουν απρόβλεπτα και συνήθως καταστροφικά!
Και ενώ ο Τσάρλι προσπαθεί να πετύχει σ’ αυτή την επική αναζήτηση αγάπης, ο κολλητός του Σνούπι ξεκινά μια απίθανη αποστολή. Να αντιμετωπίσει τον αιώνιο αντίπαλό του, τον Κόκκινο Βαρόνο.
Νοσταλγικοί ενήλικες που μεγάλωσαν με τον Τσάρλι Μπράουν, τον αγαπημένο του σκύλο Σνούπι και την παρέα τους, σίγουρα δεν θα νιώσουν προδομένοι από αυτή την εκσυγχρονισμένη και τόσο τίμια διασκευή των θαυμάσιων «Peanuts» του Τσαρλς Σουλτζ.
O Τσάρλι Μπράουν και το αγαπημένο του μπιγκλ Σνούπι, έκαναν την πρώτη τους εμφάνιση τον Οκτώβριο του 1950, όταν ο κομίστας και συγγραφέας Τσαρλς Σούλτς κυκλοφόρησε το πρώτο επεισόδιο των «Peanuts», ενώ μέχρι και το τελευταίο στριπ τον Ιανουάριο του 2003, οι περιπέτειες τους είχαν φιλοξενηθεί σε περισσότερες από 2.600 εφημερίδες με 350 εκατομμύρια φανατικούς αναγνώστες, 75 χώρες και σε 21 διαφορετικές γλώσσες.
Το «Πίνατς» κουβαλά με επιδεξιότητα το φορτίο και ο σκηνοθέτης Στιβ Μαρτίνο (υπεύθυνος για το τρίτο κεφάλαιο της «Εποχής των Παγετώνων» και το «Χόρτον») καταθέτει ένα κινηματογραφικό love letter στο κόμικ φαινόμενο του Σουλτς, διευρύνοντας τα κάδρα από το χαρτί σε μία τρισδιάστατη οθόνη, που γεμίζει χρώμα και ζωντανεύει τους χαρακτήρες.
Χωρίς να επενδύει εξυπνακίστικα στο σενάριο, το «Πίνατς» επιστρέφει το κινούμενο σχέδιο σε μία ουσιώδη απλότητα. Οι επίπεδες ασπρόμαυρες σελίδες του κόμικ γίνονται ένα οικείο, ρομαντικό συναίσθημα τριών διαστάσεων και η αναπόδραστη κακοτυχία του Τσάρλι Μπράουν, αφορμή για μία ξεκαρδιστική περιπέτεια που ασκεί γοητευτικά κι ευγενικά την επίδρασή της τόσο στο ενήλικο κοινό (που επιστρέφει), όσο και στα παιδιά (που ανακαλύπτουν).
Από την εισαγωγή της ταινίας, με την φανφάρα της Fox που συνοδεύει στο πιάνο ο μικρός Σρέντερ, μέχρι και το τελευταίο καρέ, η διάθεση των δημιουργών να παραμείνουν πιστοί στο πνεύμα, την αισθητική και τη δυναμική των θεμάτων του Σουλτς γίνεται σαφής. Στην ταινία μπορεί να λείπει η τόλμη νέων ιδεών, αλλά παράλληλα δεν μεταλλάσσεται η συνέπεια στο αυθεντικό υλικό.
Το στούντιο επενδύοντας σε μία μεγάλη παραγωγή και σε ένα νέο κοινό, θα μπορούσε κάλλιστα να μετατρέψει την παρέα των «Πίνατς» σε κάτι περισσότερο εμπορικό και σύγχρονο. Ευτυχώς ο Μαρτίνο και οι συνεργάτες του έφεραν εις πέρας τη δουλειά σωστά. Δεν έχασαν τον στόχο και στην πορεία ενσωμάτωσαν μερικές ενδιαφέρουσες ιδέες για την αποδοχή και την εκτίμηση του «διαφορετικού». Το φρέσκο δεν είναι απαραίτητα και νέο και στο «Πίνατς» έχεις την αίσθηση πως κοιτάς μπροστά, ακόμα κι αν η εμμονή σου είναι να πετάξεις έναν χαρταετό. Τόσο απλά, τόσο όμορφα.