Ας υποθέσουμε ότι οι ήρωες του Αλέν Ρενέ προσπαθούσαν πάντα να θυμηθούν κάτι και η μνήμη τους ξεγλιστρούσε βασανιστικά σαν άμμος από τα χέρια. Τι έγινε στην Χιροσίμα και στο Μάριενμπαντ; Πώς να μιλήσεις για τον πόλεμο που τέλειωσε ή για μια αποτυχημένη αυτοκτονία; Πώς να θυμηθείς, αλλά και πώς να ξεφύγεις από τη μνήμη σου;
Ας δεχτούμε, λοιπόν, ότι μέσα στις ταινίες – λαβυρινθώδη οικοδομήματα του Ρενέ δεν υπήρχαν ποτέ σταυροδρόμια, παρά μόνο αδιέξοδα. Και ότι οι άνθρωποι ήταν ανέκαθεν καταδικασμένοι να προσκρούουν στους τοίχους σαν παραζαλισμένα πειραματόζωα, και ύστερα να αναπαράγουν τις κινήσεις τους μέχρι η φύση τους να φανερωθεί οριστικά. Αυτό ακριβώς είναι το modus operandi της πιο σύνθετης ταινίας του Ρενέ, ενός μωσαϊκού που αναπτύσσεται με τη μορφή μιας «υπόθεσης εργασίας». Στον πυρήνα του μηχανισμού, ο Ζαν, ο Ρενέ και η Ζανίν μιλούν για την παιδική τους ηλικία και για τα κινηματογραφικά τους πρότυπα. Προσπαθούν να ζήσουν τη ζωή τους μέσα από έρωτες και χωρισμούς, μικρούς διακανονισμούς και ψέματα. Προφασίζονται μεγάλες θυσίες και ύψιστες αποδείξεις αγάπης.
Μόνο που ανάμεσα στους νεκρούς χρόνους, τις γλωσσικές αντιφάσεις και τα υπόλοιπα ρήγματα της συμπεριφοράς τους, ο καθηγητής Ανρί Λαμπορί παρεμβάλλει τις έρευνές του πάνω στη δομή του ανθρωπίνου εγκεφάλου. Ο Αλέν Ρενέ επιστρατεύει τον Λαμπορί ως έναν τέταρτο παράγοντα που βρίσκεται μέσα και έξω από το παιχνίδι, κάτι σαν άρχοντα των ηρώων – μαριονέτων, άρα κάτι σαν δικό του alter ego επενδυμένο με το κύρος της επιστημονικής αυθεντίας. Ο Ζαν, ο Ρενέ και η Ζανίν μοιάζουν πια με την ιδανική επιτομή των ηρώων του σκηνοθέτη και τα παραζαλισμένα πειραματόζωα εδώ παίρνουν σάρκα και οστά μέσα από την κινηματογράφηση ποντικιών και λοιπών «ταπεινών» μελών του ζωικού βασιλείου. Εάν ο κυνισμός του Αλέν Ρενέ δεν ήταν τόσο ντελικάτος, το αριστούργημά του θα μπορούσε κάλλιστα να φέρει τον τίτλο «Ανθρωποι (και) Ποντίκια». Αντ’ αυτού, ο πιο ιδιοφυής άνθρωπος που βρέθηκε ποτέ πίσω από κινηματογραφική κάμερα κρύβεται πίσω από έναν αθώο τίτλο – σήμα κατατεθέν του ζωτικού ψεύδους. Και αποδομεί μέχρι πλήρους διάλυσης την ανθρώπινη συμπεριφορά με τη δήθεν αθώα φινέτσα ενός παραμυθά.
Κωνσταντίνος Σαμαράς