Rampage: Το Απόλυτο Χάος

Φιλοδοξώντας να γίνει η απόλυτη ταινία κατάστροφής, το «Rampage» είναι ένα γενικευμένο μπάχαλο, αστείο μόνο σε λίγες στιγμές, χαμένες ανάμεσα στα ατέλειωτα CGI και στις τεμπέλικα γραμμένες ατάκες και καταστάσεις που τα συνοδεύουν. 

Elle 11 Απρ. 18
Rampage: Το Απόλυτο Χάος

Το Rampage ήταν ένα δημοφιλές video game που εμφανίστηκε στην πρώιμη εποχή τους, το 1986 και έδινε στον παίκτη τη δυνατότητα να χειριστεί ένα από μια επιλογή τριών τεράτων, αντί του συνηθισμένου ήρωα που συνήθως χειρίζονταν. Ένας γορίλας, ένας λύκος και ένα αμφίβιο που μετατράπηκε σε κάτι σαν τον Godzilla, όλα τους γιγαντιαίων διαστάσεων, γκρέμιζαν πόλεις σε μια ευφάνταστη μετατροπή ρόλων. 

Μετά από πολλές συνέχειες και βελτιώσεις, ήρθε η στιγμή της κινηματογραφικής μεταφοράς, όπου βλέπουμε την ανθρώπινη παρέμβαση, με κίνητρο το κέρδος, στη δημιουργία αυτών των τεράτων. Θύματα ενός πειράματος που μεγαλώνει απότομα τον οργανισμό, γεμίζοντάς τον παράλληλα με γενναίες δόσεις οργής, τρία ζώα μετατρέπονται ξαφνικά στη μεγαλύτερη απειλή για τις ΗΠΑ, προκαλώντας χάος, λέξη κλειδί για όσα συμβαίνουν στο μεγαλύτερο μέρος της ταινίας. 

Ο Ντουέιν Τζόνσον, φρέσκος από συνεχόμενες επιτυχίες που προέκυψαν όταν άφησε πίσω το σκληρό, macho, ύφος για εντάξει σε αυτό μια κωμική μορφή που δεν παίρνει τίποτα στα σοβαρά, υποδύεται έναν πρωτοζωολόγο που αντιστοίχως άφησε πίσω του τη ζωή του σκληρού στρατιωτικού. Διαχειρίζεται περίφημα τον γορίλλα και μετά από σειρά συμπτώσεων παρακολουθεί από κοντά όσα απίθανα συμβαίνουν, μέχρι τον τελικό προορισμό των τριών τεράτων την πόλη του Σικάγο. Στην πορεία αντιλαμβανόμαστε και τους σκοπούς της ταινίας, να προσπαθήσει δηλαδή να ανταγωνιστεί όποιο γνωστό φιλμ καταστροφής έγινε ποτέ, βάζοντας όρκο πως θα το ξεπεράσει σε φασαρία. 

Η συγκεκριμένη λογική αποκλείει μεν αυτομάτως όποιον δεν ενδιαφέρεται για κάτι τέτοιο και καλεί τους σκληροπηρυνικούς του χάους να πάρουν θέση. Ο σκηνοθέτης Μπραντ Πέιτον αντιλαμβάνεται από νωρίς πως εδώ δε χωρούν πειστικές δικαιολογίες για όσα βλέπουμε και βάζει τον πρωταγωνιστή του να επιβιώνει πέφτοντας από αεροπλάνα και ελικόπτερα και παλεύοντας με τέρατα πολλαπλάσια του μεγέθους του. Κάθε λίγα λεπτά υπάρχει ένα καινούριο challenge, στη λογική άλλωστε ενός video game, όχι όμως για τον ήρωα αλλά κυρίως για τους δημιουργούς, το πως δηλαδή θα βρουν τρόπους να δημιουργήσουν πεδία δράσης που κανονικά κανείς δε θα έβγαινε ζωντανός. 

Όλη αυτή η γιορτή του χάους δε μπορεί να συμπορευθεί με τις αναμενόμενες ηρωικές εξάρσεις του φινάλε που επιζητά ως και τη συγκίνησή μας. Το «Rampage» με την ακατάσχετη υπερβολή του μπορεί να ιδωθεί μόνο ως κωμωδία, και δεν είναι ακριβώς τέτοια στην μεγαλύτερη διάρκεια. Με συμπληρωματικούς ήρωες σαν αυτόν του Τζέφρεϊ Ντιν Μόργκαν που φέρνει σε έναν μονίμως μαστουρωμένο κυβερνητικό πράκτορα, αλλά και villains που δε βλέπαμε ούτε σε ιστορίες του Ποπάι, είναι ένα γενικευμένο μπάχαλο, αστείο μόνο σε λίγες στιγμές, χαμένες ανάμεσα στα ατέλειωτα CGI και στις τεμπέλικα γραμμένες ατάκες και καταστάσεις που τα συνοδεύουν. 

Ακολουθήστε το ELLE στο Google News και μάθετε πρώτοι όλα τα νέα!

Σχετικά θέματα: