The Post: Απαγορευμένα Μυστικά

Σπίλμπεργκ, Στριπ και Χανκς, δηλώνουν έτοιμοι για «αποκαλύψεις τώρα» και με έμπνευση το σκάνδαλο των Εγγράφων του Πενταγώνου το 1971, σχολιάζουν ιδανικά την πολιτική και κοινωνική επικαιρότητα με μία ταινία «προτεραιότητας».

Elle 10 Ιαν. 18
The Post: Απαγορευμένα Μυστικά

Στίβεν Σπίλμπεργκ, Μέριλ Στριπ, Τομ Χανκς. Τρία από τα μεγαλύτερα κεφάλαια του αμερικάνικου κινηματογράφου συνασπίζονται στο «The Post: Απαγορευμένα Μυστικά» με πρόθεση να σχολιάσουν, να ευαισθητοποιήσουν και να συντονιστούν με το παγκόσμιο zeitgeist αντίδρασης απέναντι στη νέα τάξη πραγμάτων. Με την Αμερική του Τραμπ και και τη σύγχρονη πολιτική κατάσταση στην Ευρώπη, να ανακαλούν μνήμες αναταραχών παλαιότερων δεκαετιών, το «The Post» είναι μία ταινία «προτεραιότητας». Τόσο για τους ακριβείς παραλληλισμούς του και την εμψυχωτική του διάθεση, όσο και για την αποτελεσματικότητα της κινηματογραφικής του γραφής. Πολλοί αναφέρονται στο «The Post» ως μία «αναγκαία ταινία», και δεν έχουν άδικο. Αναγκαία λόγω περιεχομένου, αλλά και ως δημιουργική κατάθεση τέχνης και τεχνικής.

Βασικό θέμα της ταινίας είναι το σκάνδαλο των Pentagon Papers, των Εγγράφων του Πενταγώνου, που συγκλόνισαν με τις αποκαλύψεις τους την Αμερική το 1971, όταν ο δημοσιογράφος της Washington Post Μπεν Μπράντλι (Τομ Χανκς) και η εκδότριά του Κάθριν Γκράχαμ (Μέριλ Στριπ), αποφάσισαν να τα δημοσιεύσουν στην εφημερίδα. Γραμμένα από τον στρατιωτικό αναλυτή Ντάνιελ Έλσμπεργκ, τα Pentagon Papers καταδείκνυαν το παρασκήνιο και τους λάθος χειρισμούς τεσσάρων κυβερνήσεων της Αμερικής, τα ψέματα προς το κοινό και το Κογκρέσο για την αμερικανική στρατιωτική εμπλοκή στον πόλεμο του Βιετνάμ, καθώς και την κλιμάκωση του πολέμου που ενορχήστρωσε η κυβέρνηση Νίξον. Η υπόθεση, που θα μπορούσε να χαρακτηριστεί ως τα Wikileaks της δεκαετίας του ’70, πήρε ενδιαφέρουσα τροπή όταν η κυβέρνηση Νίξον προσπάθησε να σταματήσει τη δημοσίευση, πηγαίνοντας την υπόθεση στο Ανώτατο Δικαστήριο με την κατηγορία της εθνικής προδοσίας.

Το «The Post: Απαγορευμένα Μυστικά» μοιάζει σαν να βγήκε από τη συναρπαστική, κινηματογραφική δεξαμενή του αμερικάνικου σινεμά του ‘70, δεκαετία που αποτέλεσε και τη δημιουργική αφετηρία του Σπίλμπεργκ. Από το μπαρουτοκαπνισμένο Βιετνάμ, στα καπνισμένα γραφεία σύνταξης των εφημερίδων, και από τις σινεφίλ αναφορές στα κατασκοπικά θρίλερ, στη σύγχρονη διαλεκτική της ιστορικής πραγματικότητας, η ταινία έχει μία αεικίνητη κάμερα που παρατηρεί αδιάκριτα ένα ταραχώδες πολιτικό πλαίσιο και στον πυρήνα της φέρει την ευθύνη του ανθρώπου. Μπορεί η παγκόσμια τάξη να μην διέπεται από ηθική νομοτέλεια, το «The Post» όμως θέτει τα κατάλληλα ερωτήματα σχετικά με την αλήθεια, το κόστος της, τις αρμοδιότητες της εξουσίας και την ευθύνη του Τύπου.

…το «The Post» ανοίγει τις σελίδες του και συνυπογράφει το παγκόσμιο αίτημα για δίκαιη και ειλικρινή πολιτική. Και τα γραπτά, όπως και οι καλές ταινίες, «μένουν».

Με προϊστορία στους κινηματογραφικούς συσχετισμούς πολιτικής επικαιρότητας, όπως «Ο Πόλεμος των Κόσμων» και το «Μόναχο» λίγο μετά τους Δίδυμους Πύργους, ή την έξοδο του «Λίνκολν» την περίοδο διακυβέρνησης Ομπάμα, ο Σπίλμπεργκ με το «The Post» εξιδανικεύει τη δημοσιογραφική δεοντολογία που στέκεται ως αντιρρησίας συνείδησης με χαρακτήρα ρομαντικού ανυπότακτου. Στην πιο σημαντική σκηνή της ταινίας, το αποκαλυπτικό κείμενο των Pentagon Papers μοντάρεται σε σωστή σειρά από τους συντάκτες της Washington Post, στοιχειοθετείται γράμμα προς γράμμα με τα μεταλλικά στοιχεία που ολοκληρώνουν την εκτυπωτική πλάκα, μελανώνεται και το τυπογραφείο περιμένει για να πατήσει το κουμπί που θα ξεκινήσει το τύπωμα και θα μεταφέρει πια την πληροφορία «εκεί έξω». Μέσα από οπτικές αναλογίες που θυμίζουν τη διαδικασία παραγωγής μιας ταινίας, ο Σπίλμπεργκ, μαζί με τον θρυλικό μοντέρ του Μάικλ Καν (μόνιμο συνεργάτη του εδώ και 40 χρόνια), αναδεικνύουν τη διαδρομή που κάνει η διάχυση ιδεών, απόψεων και πληροφοριών, καθώς γίνεται δημόσιο κτήμα, και τιμούν τη διαδικασία έκδοσης, κόντρα στην ψηφιακή ευκολία.

Για τη σύνταξη της ταινίας, ο Σπίλμπεργκ επιλέγει μερικές από τις καλύτερες ερμηνευτικές «πένες». Οι εξαιρετικοί Κάρι Κουν («The Leftovers»), Σάρα Πόλσον («American Horror Story»), Μπομπ Όντενκιρκ («Better Call Saul»), Άλισον Μπρι («Glow») κάνουν μεταγραφή ταλέντου από τη μικρή οθόνη, στο πρωτοσέλιδο της μεγάλης, και σιγοντάρουν με ρυθμό κι ατάκες «ανάμεσα στις γραμμές» το βασικό πρωταγωνιστικό ζευγάρι των Στριπ-Χανκς. Η Κάθριν Γκράχαμ της Μέριλ Στριπ είναι άλλωστε η βασική υπογραφή του «The Post». Σε μία λιτή, αλλά ουσιώδη ερμηνεία, γίνεται φορέας αποφασιστικότητας και ενσαρκώνει το κεντρικό δίλημμα της ταινίας, σχετικά με την έκδοση των εγγράφων, μέσα από ματιές ενδοσκόπησης, ελαφριές χειρονομίες και ελεγχόμενη στάση σώματος. Η Γκράχαμ ανέλαβε σε μία δύσκολη συγκυρία την ευθύνη της δημοσίευσης των Εγγράφων, κινδυνεύοντας με φυλάκιση, και η Στριπ σκιαγραφεί τη φεμινιστική χειραφέτησή της μέσα σε ένα ασφυκτικό πολιτικό, οικογενειακό και κοινωνικό κλοιό με ειλικρίνεια, χωρίς εξάρσεις. Και επειδή οι καιροί αλλάζουν (ευτυχώς), είναι κάτι που ο κινηματογράφος της το χρωστούσε. Ο χαρακτήρας της Γκράχαμ, απουσίαζε από το βραβευμένο με 4 Όσκαρ «Όλοι Άνθρωποι του Προέδρου» (1976) του Άλαν Πάκουλα, ταινία που συγγενεύει απόλυτα με το «The Post» και για την οποία είχε κερδίσει Όσκαρ ερμηνείας ο αείμνηστος Τζέισον Ρόμπαρτς, ενσαρκώνοντας τον δημοσιογράφο Μπεν Μπράντλι, χαρακτήρα που υποδύεται με νεύρο και χαρακτηριστική άνεση ο Τομ Χανκς, στην πέμπτη, κινηματογραφική του συνεργασία με τον Σπίλμπεργκ.

Με διάθεση για διαφάνεια στην τέχνη, την πολιτική και την κοινωνία, το «The Post» τοποθετείται χρονικά στην καταλληλότερη περίοδο. Τους τελευταίους μήνες η διαφθορά της εξουσίας έχει κάνει πρωτοσέλιδα που αφορούν τον Λευκό Οίκο ή ακόμα και το ίδιο το Χόλιγουντ. Με έμπνευση μια δεκαετία που πρόσφερε καλλιτεχνική αφύπνιση, κοινωνικό αγώνα και πολιτική δράση, το «The Post» ανοίγει τις σελίδες του και συνυπογράφει το παγκόσμιο αίτημα για δίκαιη και ειλικρινή πολιτική. Και τα γραπτά, όπως και οι καλές ταινίες, «μένουν».

Ακολουθήστε το ELLE στο Google News και μάθετε πρώτοι όλα τα νέα!

Σχετικά θέματα:

MHT