Δολοφονία Sarah Everard: «Θέλουμε να μπορούμε να περπατάμε στο δρόμο μόνες μας»

Η Sarah Everard δολοφονήθηκε στις αρχές Μαρτίου τη νύχτα κάπου στο Λονδίνο. Απήχθη στο δρόμο γυρνώντας σπίτι με τα πόδια. Βασανίστηκε, δολοφονήθηκε επειδή ήταν μια γυναίκα που περπατούσε μόνη της στο δρόμο. Αυτό έφτανε. Από τύχη δεν έχουμε υπάρξει όλες μας Sarah Everard. Η φωνή και το κείμενο της Ναταλί Σαϊτάκη ακούγεται στις καρδιές, τα σώματα και τα όχι μας.

Elle 13 Μαρ. 21
Δολοφονία Sarah Everard: «Θέλουμε να μπορούμε να περπατάμε στο δρόμο μόνες μας»

Νότιο Λονδίνο, Μάρτιος του 2021

Πριν 11 μέρες, η 33χρονη Βρετανίδα Sarah Everard εξαφανίστηκε από το Νότιο Λονδίνο, στο δρόμο της επιστροφής από ένα φιλικό σπίτι προς το δικό της. Ήταν γύρω στις 9 η ώρα το βράδυ, όταν μίλησε για τελευταία φορά με τον φίλο της στο τηλέφωνο, κανονίζοντας να βρεθούν την επομένη. Στις 4 Μαρτίου, κι ενώ δεν είχε καταφέρει επί ώρες να επικοινωνήσει μαζί της, ο φίλος της δήλωσε στις αρχές την εξαφάνισή της.

Sarah Everard

Sarah Everard, 1987-2021

Στις 9 Μαρτίου συνελήφθη στο Kent ως ύποπτος για την απαγωγή της ο 48χρονος Wayne Couzens, μέλος της Μητροπολιτικής Αστυνομίας του Λονδίνου που υπηρετεί στο τμήμα προστασίας βουλευτών και διπλωματικών αντιπροσώπων. Στις 10 Μαρτίου, ό,τι απέμεινε από το σώμα της Sarah Everard, εντοπίστηκε σε ένα δάσος. Ήταν κρυμμένο σε μια μεγάλη τσάντα, από αυτές που χρησιμοποιούνται για τη μεταφορά οικοδομικών υλικών και μπάζων. Μετά και την ταυτοποίηση της σορού της Sarah Everard με τη χρήση οδοντιατρικών αρχείων, ο Wayne Couzens διώκεται για ανθρωποκτονία από πρόθεση.

Αθήνα, κάθε μέρα, κάθε μήνα, κάθε χρονιάς

Η δουλειά μου βρίσκεται στο Αιγάλεω, το σπίτι μου στο κέντρο της Αθήνας. Ένας λόγος για τον οποίο επέλεξα να μείνω σε αυτή τη γειτονιά, πριν από 20 χρόνια που μετακόμισα στην Αθήνα, ήταν και η πολυκοσμία της, η αίσθηση πως δεν είσαι ποτέ μόνη, πως πάντα υπάρχει ανοιχτό κάποιο μαγαζί, ό,τι ώρα κι αν βρίσκεσαι στο δρόμο. Πάντα, επίσης, υπάρχουν φώτα (έστω και, κάποιες φορές, ανεπαρκή), ενώ ακόμα κι αν φοβάσαι να περπατήσεις τη νύχτα από το πεζοδρόμιο, υπάρχει και η επιλογή του δρόμου, ειδικά για τις οδούς με σχετικά μειωμένη κυκλοφορία οχημάτων.

Πριν πολλά χρόνια, όταν ακόμα ζούσα στο φοιτητικό μου σπίτι, γυρνώντας ένα βράδυ από την λ. Αλεξάνδρας και κατεβαίνοντας την Ιπποκράτους, άρχισε να με ακολουθεί ένας άντρας και να μου λέει “έλα εδώ μωρό μου, έλα να σου πω”. Με γρήγορα βήματα μπήκα στην είσοδο της πολυκατοικίας, έκλεισα την πόρτα στα μούτρα του, κλείδωσα, τον κοίταξα έντονα, του είπα “Όχι“, κάλεσα το ασανσέρ, μπήκα μέσα, πάτησα το 2 – έμενα στον 4ο – κατέβηκα στον 2ο, ανέβηκα τις σκάλες μέχρι πάνω πατώντας στις άκρες των ποδιών μου, μπήκα στο σπίτι μου, κλείδωσα και κάθισα στην πολυθρόνα του χωλ για να ηρεμήσω. Την επόμενη μέρα, που συναντήθηκα με τη φίλη μου που έμενε στον 3ο, μου είπε πως της είχε συμβεί το ίδιο, μάλλον λίγη ώρα μετά από εμένα. Ίσως το γεγονός ότι είχα μεγαλώσει στην επαρχία – χωρίς αυτό να σημαίνει πως δε συμβαίνουν τέτοια περιστατικά οπουδήποτε – να με είχε εμποτίσει με μερική άγνοια κινδύνου και να μην είχα θορυβηθεί τόσο, ώστε να αναζητήσω αμέσως την Τόνια και την Μαρία από τον 3ο, να μάθω πού βρίσκονται και να τις προειδοποιήσω για το τι θα μπορούσε να τους συμβεί μπροστά στο σπίτι τους.

Έκτοτε έχω ζήσει διάφορα ενοχλητικά περιστατικά στο δρόμο – κυρίως catcalling. Μέχρι στιγμής έχω υπάρξει πάρα πολύ τυχερή και δεν έχω ζήσει κάποια σεξουαλική επίθεση στο δρόμο.

Όταν ήμουν φοιτήτρια – και κανείς φίλος μας δεν είχε ακόμα αυτοκίνητο (εγώ δεν οδηγώ έτσι κι αλλιώς) – όταν επέστρεφα από βραδινές εξόδους είχα παρέα μια ή παραπάνω φίλες μου – ειδικά αν γυρίζαμε σπίτι ξημερώματα – ενώ ελάχιστες φορές που ήμουν μόνη σε ταξί και ο οδηγός μού έπιανε την κουβέντα φρόντιζα να “ρίξω” εκεί έξω προληπτικά την πληροφορία ότι μένω σπίτι με τον αδερφό μου, ο οποίος με περίμενε να γυρίσω (spoiler: δεν έχω αδερφό).

Εννοείται πως δεκάδες φορές έχω κάνει στο δρόμο ότι μιλάω στο τηλέφωνο ή έχω τηλεφωνήσει σε φίλες και φίλους (ενώ σιχαίνομαι να μιλάω, ειδικά στο κινητό) για να αισθανθώ πιο ασφαλής ή να δείξω στον οποιονδήποτε βλέπω να περνάει από κοντά μου και με φοβίζει για τον οποιονδήποτε λόγο πως πρέπει να βγάλει τώρα από το μυαλό του τη σκέψη να με πειράξει.

Εννοείται πως όταν όταν τύχει και βλέπω κάποιον άντρα, ιδίως μεγαλόσωμο, να περνάει από κοντά μου σε πεζοδρόμιο φλεξάρω τα δάχτυλα του χεριού που βρίσκεται προς το μέρος του, με τρόπο εμφανή, σα να ετοιμάζομαι να αμυνθώ απέναντι σε έναν αόρατο κίνδυνο, ο οποίος ίσως απέχει μια κλωστή από το να γίνει πραγματικότητα.

Εννοείται πως δεν περπατάω ποτέ κοντά σε εισόδους πολυκατοικιών, εννοείται πως όταν πλησιάζω στο σπίτι κρατάω τα κλειδιά μου σφιχτά στα χέρια μου, ώστε να προεξέχουν σα μια υπερυψωμένη, ανισόπεδη σιδηρογροθιά, εννοείται πως όταν είναι να μπω σε σπίτι στου οποίου την είσοδο δεν έχω επαρκή ορατότητα κάνω κύκλο για να έχω πλήρη εικόνα της κατάστασης, εννοείται πως όταν πάω να μπω μέσα κοιτάω στις επιφάνειες της εισόδου την αντανάκλαση του δρόμου για να δω αν έρχεται κάποιος και εννοείται πως όλα αυτά δεν τα κάνω επειδή ζω στο κέντρο της Αθήνας. Σε οποιοδήποτε σημείο του αστικού ιστού κι αν ζούσα, το ίδιο θα έκανα. Και στο σπίτι μου στην επαρχία, το ίδιο κάνω δηλαδή.

Πριν πολλούς μήνες αποφάσισα να μην παίρνω το μετρό από το Πανεπιστήμιο ή το Σύνταγμα, αλλά να περπατάω ως το Μοναστηράκι, ώστε να μην αλλάζω δυο γραμμές μέχρι το Αιγάλεω και, κυρίως, να αποφεύγω την πολυκοσμία. Την ίδια ώρα κάνω να πάω στη δουλειά, έτσι κι αλλιώς, ενώ αυτή είναι και η μόνη γυμναστική μου. Στην επιστροφή επιδιώκω να κάνω επίσης το ίδιο, δηλαδή να περπατάω από το Μοναστηράκι ως τη Νεάπολη, μόνο που, τους μήνες που νυχτώνει νωρίς, δεν έχω την πολυτέλεια να περνάω μέσα από όποιο δρόμο του ιστορικού τριγώνου θέλω. Ναι, έχει φώτα, ναι, έχει κάποιο κόσμο, ναι, έχει μαγαζιά, δε μπορώ ποτέ όμως να ξέρω ποιον άλλον έχει και με τι σκοπούς μπορεί να βρίσκεται εκεί. Εκτός των άλλων, πιστεύω πως έχω το δικαίωμα να ακούω τη μουσική μου όση ώρα περπατάω, πράγμα που – αυτομάτως – σου μειώνει το επίπεδο ετοιμότητας απέναντι σε τυχόν επίθεση ή άλλο παρενοχλητικό περιστατικό. Λες και είμαι στρατιώτης σε περιπολία σε εμπόλεμη ζώνη.

Πλανήτης Γη, κάθε μέρα, κάθε μήνα, κάθε χρονιάς

“Μήπως νιώθεις ανασφάλεια επειδή φοράς φούστες;”, “Μήπως, βρε παιδί μου, να μην ακούς μουσική στο δρόμο για να έχεις το νου σου περισσότερο;”, “Μήπως να κατεβαίνεις καλύτερα στο Πανεπιστήμιο, και να μην περπατάς τόσο πολύ το βράδυ;”, “Μήπως είσαι υπερβολική; Γιατί δε λες στον άντρα σου να έρχεται να σε παίρνει με το αυτοκίνητο από τη δουλειά, να μην έχεις τέτοια άγχη;”, “Τι το θες το περπάτημα για άσκηση, να πας σε ένα γυμναστήριο καλύτερα”, “Μήπως βρίσκεσαι πολύ αργά έξω στο δρόμο και γι’ αυτό το έχεις άγχος;”.

 

Μήπως έχω δικαίωμα να περπατάω στο κέντρο της Αθήνας και σε κάθε κέντρο κάθε πόλης και χωριού κάθε ευνομούμενης πολιτείας, ανεξάρτητα από την ώρα, την εποχή, το ντύσιμό μου, και – κυρίως – την κυρίαρχη ανδροκρατική αντίληψη, την οποία, δυστυχώς, ενστερνίζεται ένα τεράστιο μέρος της κοινωνίας ανεξαρτήτως φύλου, ότι “από μια ώρα και μετά, από ένα ντύσιμο και πέρα” και εξαιτίας διαφόρων αυθαίρετα τεθέντων επάνω μας κριτηρίων “δεν πρέπει να κυκλοφορώ γιατί είμαι αυτομάτως στόχος” – κι αυτό όταν, βέβαια, δεν είμαι “υπερβολική στις αντιδράσεις μου“;

Γιατί πρέπει να αισθάνομαι σε όλη τη διάρκεια της ζωής μου σαν την Buffy Summers όταν έβγαινε για βραδινή περιπολία για να εξοντώσει βαμπίρ – μια αποστολή που, παρεμπιπτόντως, όπως μάθαμε στη δημοφιλή τηλεοπτική σειρά του 1997, ανατίθετο μόνο σε γυναίκες, έτσι, επειδή οι Ανώτερες Συμπαντικές Δυνάμεις αυτό είχαν κρίνει σκόπιμο;

 

Όχι, δεν “ελαφρώνω το κλίμα” του κειμένου με την “επιβεβλημένη” από τα τρέχοντα συγγραφικά ήθη pop culture αναφορά, τουναντίον, τονίζω το πόσο πλέον γίνεται αντιληπτό από όλους πως η καθημερινότητα μιας γυναίκας στο δρόμο (και αλλού, αυτό όμως είναι άλλη συζήτηση) είναι βγαλμένη μέσα από σενάρια σειρών φαντασίας – και δη με άσχημο τρόπο.

 

Γεννιόμαστε, μεγαλώνουμε και συχνά ανατρεφόμαστε με βάση αυτό το φόβο για το τι σημαίνει το φύλο μας και το τι “πρέπει” να κάνουμε για να “μη δίνουμε στόχο” και να είμαστε “ήσυχες, όχι προκλητικές” και, άρα “ασφαλείς”. Η απάντησή μου είναι, ξανά, αυτή που έδωσα πριν πολλά χρόνια σ’ εκείνο τον τύπο στην είσοδο του σπιτιού μου στην Ιπποκράτους. Όχι.

 

Εγώ θα μπορούσα να είμαι η Sarah Everard. Κι εσύ το ίδιο. Και όλες μας.

Όχι.

Φτάνει.

Είμαστε όλες μαζί σε αυτό και δε θα μας αποθαρρύνει κανείς. 

 

Πηγή φωτογραφίας εξωφύλλου: The Guardian/ Steve Parsons/ PA

Πηγή κειμένου: thedailyowl.gr

Ακολουθήστε το ELLE στο Google News και μάθετε πρώτοι όλα τα νέα!

Σχετικά θέματα:

MHT