Ανεξαρτήτως του ρυθμού μείωσης των αερίων του θερμοκηπίου, οι καταστροφικές επιπτώσεις της υπερθέρμανσης του πλανήτη στη φύση και την ανθρωπότητα θα επιταχυνθούν, τονίζουν ειδικοί της Διακυβερνητικής Επιτροπής για την Αλλαγή του Κλίματος (GIEC, IPCC).
«Τα χειρότερα έπονται», προειδοποιούν στο προσχέδιο της έκθεσής τους οι ειδικοί.
Ακολουθούν τα βασικά συμπεράσματα της έκθεσης, μιας από τις σημαντικότερες για τις επιπτώσεις της κλιματικής αλλαγής στη φύση και την ανθρωπότητα, ένα κείμενο που αναμένεται να υιοθετηθεί στις αρχές του 2022, αφού υιοθετηθεί με συναίνεση από τις 195 χώρες μέλη.
Επιπτώσεις στην ευημερία
«Τα χειρότερα έρχονται, με τις επιπτώσεις στη ζωή των παιδιών μας και των εγγονών μας να είναι μεγαλύτερες», καταγγέλλει η Giec. Το κλίμα έχει ήδη αλλάξει. Αν και η άνοδος των μέσων θερμοκρασιών από τα μέσα του 19ου αιώνα φτάνει τον 1,1 βαθμό Κελσίου, οι συνέπειες είναι ήδη σοβαρές και θα γίνουν ακόμη πιο βίαιες, ακόμη κι αν περιοριστεί η έκλυση των αερίων του θερμοκηπίου.
Σχεδόν 2,5 δισεκατομμύρια άνθρωποι επιπλέον θα επηρεαστούν ως το 2050 από κλιματικούς κινδύνους, από καύσωνες ως πλημμύρες, ενώ οι επιπτώσεις θα είναι σοβαρές και για τη γεωργία. Σε ό,τι αφορά την τροφή, από το 2015 ως το 2019 περίπου 166 εκατομμύρια άνθρωποι, κυρίως στην Αφρική και την Κεντρική Αμερική, είχαν ήδη ανάγκη από διατροφική βοήθεια εξαιτίας φυσικών καταστροφών.
Ως το 2050, 8 με 80 εκατομμύρια άνθρωποι επιπλέον θα είναι αντιμέτωποι με τον λιμό. Η παραγωγή βασικών καλλιεργειών έχει ήδη μειωθεί κατά 4% με 10% τα τελευταία δέκα χρόνια και οι σοδειές ειδών που καταναλώνουν μεγάλες ποσότητες νερού, όπως το καλαμπόκι, ενδέχεται να μειωθούν κατά ένα πέμπτο έως ένα τρίτο ως τα μέσα του αιώνα. Εξάλλου το ποσοστό των ψαριών που αλιεύονται στις τροπικές ζώνες της Αφρικής κινδυνεύει να μειωθεί κατά 40% με 70%.
Σε ό,τι αφορά την υγεία, αν η θερμοκρασία της Γης αυξηθεί κατά 1,5 με 2 βαθμούς Κελσίου, 1,7 δισεκατομμύριο άνθρωποι επιπλέον θα εκτεθούν σε ισχυρή ζέστη, 420 εκατομμύρια σε ακραία ζέστη και 65 εκατομμύρια σε ακραίους καύσωνες κάθε πέντε χρόνια.