Cover Photo Credit: Costas Coutayar
Διαβάζοντας τη δυνατή συνέντευξη της Νατάσσας Μποφίλιου που φιλοξενούμε στο τεύχος Μαΐου του περιοδικού ELLE, εκτός των άλλων, στάθηκα σε ένα σημείο: στην άρρηκτη σχέση που υπάρχει ανάμεσα σε εκείνη και τους εδώ και δεκαετίες πιστούς συνεργάτες της, τον Θέμη Καραμουρατίδη και τον Γεράσιμο Ευαγγελάτο. Σε κάθε σκέψη, σε κάθε σημείο στίξης, στις περισσότερες απαντήσεις που δίνει, νιώθεις να βγαίνει πάντα μπροστά το «εμείς» και όχι το «εγώ». Η Νατάσσα είναι η φωνή ενός υπέροχου συνόλου, μιας στενά συνδεδεμένης ομάδας, ένα από τα τρία βασικά μπαχαρικά μιας μαγικής συνταγής που φτιάχτηκε από πολλούς για πολλούς και όχι από έναν για τον εαυτό του. «Ο Θέμης, ο Γεράσιμος και εγώ είμαστε μια αλυσίδα», λέει η ίδια χαρακτηριστικά.
Τι ωραίο συναίσθημα να μιλάς εξ ονόματος μιας ομάδας, ενός συνόλου, να ζεις και να αναπνέεις περισσότερο μέσα από το «εμείς» και να χρησιμοποιείς το «εγώ» για να συνθέσεις κάτι και όχι για να το γεννήσεις από την αρχή, μόνος. Και έχει πολύ ενδιαφέρον να σκεφτόμαστε την αξία του «εμείς», της φιλίας και της αγάπης, σε μια συγκυρία υποχρεωτικής και επιβεβλημένης απομόνωσης, όταν η απόπειρα για ανθρώπινη επαφή, τις περισσότερες φορές ισοδυναμεί με κάτι επικίνδυνο, έως και παράνομο.
Ακόμη και οι πιο δυνατοί δεσμοί έχουν κλονιστεί λόγω της πανδημίας, και αυτό έχει ήδη «γράψει» στις ψυχές και τα σώματά μας. Η ψυχολόγος Miriam Kirmayer με έδρα τον Καναδά δήλωσε στους Financial Times και τη δημοσιογράφο-blogger Rebecca Watson: «Οι φιλίες έχουν διαταραχθεί και οι συνέπειες αυτού του γεγονότος είναι πολύ σημαντικές. Μοναξιά σημαίνει έλλειψη συναισθηματικής οικειότητας και μπορεί να προκαλέσει ή να οξύνει συμπτώματα άγχους και κατάθλιψης, επηρεάζοντας ακόμη και τη σωματική υγεία. Ένα στατιστικό στοιχείο που συζητιέται συχνά είναι ότι το αίσθημα της μοναξιάς μπορεί να κάνει το ίδιο κακό στην υγεία, όσο το να καπνίζει κανείς 15 τσιγάρα την ημέρα». Από την άλλη, η Sherry Turkle, καθηγήτρια Κοινωνικών Σπουδών Επιστήμης και Τεχνολογίας στο MIT και μία από τις πρώτες που μελέτησαν την επίδραση της τεχνολογίας στην ψυχολογία και την κοινωνία, μιλώντας σε συνέντευξή της στον Guardian και τον δημοσιογράφο Ian Tucker για το πώς εξελίχθηκε η ανθρώπινη επαφή σε συνάρτηση με την τεχνολογία κατά τη διάρκεια της πανδημίας, επισήμανε το εξής πολύ σημαντικό: «Το ίντερνετ είναι ένα θαύμα, αλλά έχει περιορισμούς. Υπάρχει το ακόλουθο πρόβλημα: αρχίζεις λέγοντας ότι το ίντερνετ είναι καλύτερο από το τίποτα και μετά, ξαφνικά, αρχίζεις να πιστεύεις ότι μάλλον είναι καλύτερο από τα πάντα. […] Συμμετείχα σε zoom meetings και όταν τα πράγματα δυσκόλευαν, οι άνθρωποι απλώς εξαφανίζονταν. Κατόπιν εμφανίζονταν ξανά, αφού όμως το δύσκολο μέρος της συζήτησης είχε τελειώσει. Απλώς κλείνεις την οθόνη και το μικρόφωνό σου. Το πρόβλημα που αντιμετωπίζουμε καθώς η πανδημία -Θεού θέλοντος- τελειώνει, είναι ότι κάποιοι άνθρωποι μπαίνουν στον πειρασμό να μην ξαναεμφανιστούν».
Αυτή η περιπέτεια λες και σηματοδότησε το «μη παρέκει» του καθενός μας. Γάμοι τελείωσαν, φιλίες τραυματίστηκαν, επαγγελματικές σχέσεις διαταράχθηκαν, έρωτες έσπασαν και δεν ξανακόλλησαν ποτέ. Τα έχουμε ακούσει και τα ακούμε γύρω μας, με τους ειδικούς, όμως, σχεδόν σε κάθε τέτοια περίπτωση να τονίζουν ότι το πρόβλημα σε αυτές τις σχέσεις υπήρχε από πριν, απλώς το άγχος, η ανασφάλεια και η πίεση της εποχής το μεγέθυναν και το οδήγησαν στη λύση του. Αν όλες οι παραπάνω αποφάσεις χαρακτηρίζονται από ένα πρωτόγνωρο θάρρος και μια αποφασιστικότητα που δεν υπήρχε πριν, αυτό είναι σίγουρα θετικό. Το πρόβλημα είναι μήπως πλέον στα χαρακτηριστικά μας έχει προστεθεί και μια άνευ προηγουμένου ευκολία να βάζουμε στην άκρη σχέσεις που δεν μας κάνουν και να προχωράμε παρακάτω, χωρίς να ρίχνουμε έστω ένα βλέμμα πίσω μας.
Άραγε όταν τελειώσει όλη αυτή η περιπέτεια, το «μαζί» θα έχει ατονήσει και θα έχει δώσει τη θέση του σε ένα ακόμη πιο μοναχικό και φοβικό -όσον αφορά την ανθρώπινη επαφή- «εγώ»; Όταν θα έχουμε όλοι εμβολιαστεί, όταν θα αντικρίσουμε ξανά τα πρόσωπά μας ολάκερα, πόσο εύκολο θα είναι να ξαναπιάσουμε τις κοινές διαδρομές μας από εκεί που τις είχαμε αφήσει; Οι ψυχολόγοι και οι κοινωνιολόγοι μπορεί να είναι προβληματισμένοι, αισιόδοξοι ή απαισιόδοξοι, αλλά λίγη σημασία έχει. Η ανθρωπότητα έχει πολλές φορές αμφισβητήσει τις προσδοκίες της και έχει διαψεύσει τον ίδιο της τον εαυτό. Κάνοντας ένα fast forward και συνάμα ένα rewind, όταν όλο αυτό θα είναι παρελθόν, στις -σαν παραμύθι- αφηγήσεις μας από αυτή τη δοκιμασία, νομίζω ότι θα υπάρχουν πολλά περισσότερα «μαζί» απ’ ό,τι «εγώ»: θα διηγούμαστε τα δύσκολα εργασιακά projects που ολοκληρώσαμε «μαζί» με τους συναδέλφους μας, άλλος από την κουζίνα και άλλος από την τραπεζαρία του σπιτιού του. Θα μιλάμε για τα εγκάρδια «χρόνια πολλά» που ανταλλάσσαμε με τα διπλανά μπαλκόνια, χαζεύοντας «μαζί» τα πυροτεχνήματα της Πρωτοχρονιάς. Θα συγκινούμαστε με το δώρο της ζωής που έδωσαν «μαζί» οι γιατροί και οι νοσηλευτές των νοσοκομείων σε χιλιάδες συνανθρώπους μας. Θα εξαίρουμε την υπομονή που δείξαμε «μαζί» τόσους μήνες για να μπορέσουμε να κάνουμε το πολυπόθητο restart. Και τότε δεν θα κλείνουμε τα «μικρόφωνα» και δεν θα χρειάζεται να εξαφανιζόμαστε. Γιατί η ανθρώπινη επαφή που ξανακερδίσαμε με τόσο κόπο, θα είναι κυριολεκτικά τα πάντα.