Διάβασα αυτές τις μέρες ένα πολύ ξεχωριστό βιβλίο, το Κρίση, Φόβος και Διάρρηξη της Κοινωνικής Συνοχής του κοινωνικού λειτουργού και καθηγητή πανεπιστημίου Χαράλαμπου Πουλόπουλου (εκδ. Τόπος), το οποίο, όπως λέει ο συγγραφέας, «περιγράφει το κλίμα φόβου και τις συνθήκες που οδήγησαν στη διάρρηξη της κοινωνικής συνοχής στην Ελλάδα ως αποτέλεσμα της ακραίας λιτότητας, των περικοπών και των μέτρων που επιβλήθηκαν μετά την υπογραφή του μνημονίου». Στην ουσία είναι το χρονικό της κρίσης, το οποίο μας διηγείται ο καθηγητής παραθέτοντας σοκαριστικά στοιχεία (3.795.100 άτομα ζουν στο όριο της φτώχειας ή κάτω από αυτό. Μόνο ένας στους δέκα ανέργους έχει μια υποτυπώδη προστασία από το κράτος: η ΕΛΣΤΑΤ αναφέρει 1.309.213 ανέργους το Μάιο του 2014, ενώ ο ΟΑΕΔ επιδοτεί μόνο τους 94.242 από αυτούς). Και είναι ακριβώς αυτοί οι αριθμοί που σε διαλύουν, που σε κάνουν να σκέφτεσαι ότι δεν τα έκαναν άνθρωποι όλα αυτά αλλά τέρατα.
Για μένα το πιο ενδιαφέρον κεφάλαιο είναι αυτό που μιλάει για το φόβο και ξεκινά με τη φράση του αρχαίου φιλόσοφου Επίκτητου: «Nα μη φοβάστε ούτε τις αρρώστιες, ούτε τον πόνο, ούτε το θάνατο, να φοβάστε το φόβο». Μεταξύ άλλων, ο συγγραφέας δίνει τη δική του οπτική στο γιατί ο κόσμος δεν αντιδρά ενώ βλέπει τη ζωή του να βουλιάζει, τις απίστευτες αδικίες και τις κοινωνικές ανισότητες να τον πνίγουν. Όπως αναφέρεται στο βιβλίο, «πάνω στο φόβο έχει δομηθεί ολόκληρο το σύστημα ελέγχου των πολιτών από τους πολιτικούς και τα μέσα μαζικής ενημέρωσης, προκειμένου να επωφεληθούν οικονομικά ή/και για να ασκήσουν έλεγχο και εξουσία χωρίς λογοδοσία». Όταν η ανασφάλεια, το άγχος και ο φόβος κυριαρχούν, οι πολίτες -και δη οι πιο κατατρεγμένοι εξ αυτών- γίνονται παθητικοί.
Ξέρουμε καλά τι εννοεί. Σύμφωνα με όσα γράφει ο κ. Πουλόπουλος, «οι πολίτες προσπάθησαν στην αρχή να αντιδράσουν δυναμικά με διαδηλώσεις, διαμαρτυρίες και κινήματα όπως αυτό των αγανακτισμένων. Ωστόσο, οι αντιδράσεις αυτές έληξαν άδοξα, καθώς τα απανωτά σοκ, σε συνδυασμό με τους μηχανισμούς δημιουργίας πολιτικών φόβων και ενοχών για την κατάσταση της χώρας, βαθμιαία τους κατέστησαν πολίτες αδύναμους». Μας έκαναν να νιώθουμε υπεύθυνοι για την πιθανή πτώχευση της χώρας, ευνουχίζοντάς μας με τον πιο χυδαίο πατροναριστικό τρόπο. Το όπλο της στάσης πληρωμών λειτούργησε καταλυτικά – θυμάμαι ακόμα εκείνο το τρομοκρατικό ντοκιμαντέρ σε ένα από τα μεγαλύτερα κανάλια με όλα τα φρικιαστικά πράγματα που θα συνέβαιναν στην Ελλάδα αν δεν ακολουθούσαμε τις εντολές των δανειστών. Μας κύκλωσαν, όπως το αρπακτικό πλησιάζει αργά τη λεία του, για να καταστείλουν κάθε αντίδρασή μας. Μέσα στον πανικό μας και υπό την επήρεια του σοκ τούς επιτρέψαμε να μας βομβαρδίσουν τάχα για να μας σώσουν. «Η νεοφιλελεύθερη ρητορική σήμερα υποστηρίζει ότι η κοινωνία βρίσκεται σε συνεχή κίνδυνο. Με τη συναισθηματική και στρατηγική αξιοποίηση του φόβου προωθούνται μέτρα και πολιτικές που, με πρόσχημα την ασφάλεια των πολιτών, στηρίζουν τα μοντέλα επιτήρησης και καταστολής. Κατασκευάζονται φανταστικές απειλές που συγχέονται με τις πραγματικές, προκειμένου να εξυπηρετηθούν οι απόψεις και τα συμφέροντα της μιας πολιτικής ή οικονομικής ομάδας έναντι της άλλης και να μειωθούν οι αντιδράσεις των πολιτών. Με αυτό τον τρόπο οι συνεχείς περικοπές στις δαπάνες της κοινωνικής φροντίδας, οι μειώσεις προσωπικού και μισθών, οι απολύσεις “υπεράριθμων” εμφανίστηκαν ως μονόδρομος για την αποφυγή της χρεοκοπίας, και τα μέτρα και οι πολιτικές λιτότητας σε πολλές περιπτώσεις έγιναν αποδεκτά χωρίς σημαντικές αντιδράσεις» υπογραμμίζει ο συγγραφέας.
Πέταξαν οικογένειες στο δρόμο, ρήμαξαν το σύστημα υγείας και επιτέθηκαν στο κοινωνικό κράτος προσπαθώντας να ιδιωτικοποιήσουν τα πάντα. Μας έπεισαν ότι μας αξίζει αυτός ο αργός θάνατος, τσάκισαν τα αντανακλαστικά μας τόσο ώστε θεωρήσαμε μονόδρομο τη φονική λιτότητα. Η συνταγή που σκοτώνει, όπως έλεγε ο πρωθυπουργός για το μνημόνιο στο Ζάππειο όταν ήταν αντιπολίτευση, μετατράπηκε σε success story όταν βρέθηκε στο Μαξίμου. Κι εμείς για άλλη μια φορά λουφάξαμε μην τυχόν και γίνουμε Κούβα ή Αργεντινή, κι ας βλέπαμε τους φίλους μας να μένουν άνεργοι, τους συνταξιούχους συγγενείς μας να μην μπορούν πια να πληρώσουν τη ΔΕΗ και τα παιδιά μας να φεύγουν μετανάστες. Η χώρα δεν έγινε Κούβα τελικά, έγιναν όμως τα σπίτια μας μικρές, αποκλεισμένες Κούβες μέσα σε μια πτωχευμένη χώρα.
Οι λύσεις που προτείνουν κάθε φορά κάνουν τα πράγματα ακόμα χειρότερα. Σύμφωνα με τον καθηγητή, «η πολιτική της λιτότητας, την οποία επέβαλε η τρόικα στην Ελλάδα ως μέτρο για την αντιμετώπιση της κρίσης και τη μείωση των ελλειμμάτων και του δημόσιου χρέους, οδήγησε σε ραγδαία μείωση μισθών, συντάξεων, κοινωνικών δαπανών και παράλληλη αύξηση της φορολογίας. Το αποτέλεσμά της ήταν ύφεση, ανεργία και πτώση των εισοδημάτων, ανατροπή της καθημερινότητας των πολιτών και απειλή για την αξιοπρέπεια και την κοινωνική τους θέση». Ο νεοφιλελευθερισμός που κυριαρχεί δεν λειτουργεί για εμάς, αλλά για να εξασφαλίσει τους τόκους των δανειστών και να ανοίξει τις πόρτες στους κερδοσκόπους. Το κοινωνικό κράτος, όπως λένε οι ακραίοι νεοφιλελεύθεροι στα social media, είναι «ένα περιττό βαρίδι που κάνει τη χώρα Σοβιετία». Συντάξεις, επιδόματα, κοινωφελείς οργανισμοί και υπηρεσίες, όλα στην πυρά, και οι άνθρωποι στα σκουπίδια. Η μεγαλύτερη κατάκτηση μεταπολεμικά, η κοινωνική δικαιοσύνη και το κοινωνικό κράτος τινάζονται στον αέρα οδηγώντας τον κόσμο σε μια νέα ολιγαρχία. «Το πρόβλημα δεν εντοπίζεται μόνο στα υψηλά ποσοστά ανεργίας, αλλά και στην παράλληλη και συνεχή συρρίκνωση του κοινωνικού κράτους, η οποία οδηγεί σε περαιτέρω αποσάθρωση του κοινωνικού ιστού και σε αποδιοργάνωση της κοινωνικής ζωής. Το δίκτυο στοιχειώδους ασφάλειας που προσέφεραν στο παρελθόν οι υπηρεσίες υγείας και κοινωνικής προστασίας αποσυντίθεται σταδιακά, φέρνοντας στη ζωή των πολιτών το φόβο και την ανασφάλεια για το μέλλον, το οποίο παραμένει αβέβαιο» γράφει ο κ. Πουλόπουλος.
Το θέμα είναι τι κάνουμε από εδώ και μπρος. Θα παραμείνουμε παθητικοί περιμένοντας το σωτήρα; Θα αφήσουμε το φόβο να μας καταπιεί, να μας διαβρώσει εσωτερικά τόσο που στο τέλος θα νεκρώσει και την ανθρωπιά μας; Θα εξοικειωθούμε με την εικόνα ανθρώπων που αναζητούν τροφή στα σκουπίδια; Θα κλείνουμε τα μάτια παριστάνοντας ότι δεν υπάρχουν γονείς που αδυνατούν να ταΐσουν τα παιδιά τους; Δεν έχουμε κανένα άλλο όπλο πέρα από την ανθρωπιά. Αυτό το βιβλίο είναι σημαντικό γιατί επικαλείται ό,τι καλύτερο έχουμε μέσα μας: «Σε αυτό το ζοφερό περιβάλλον, η στροφή στη συλλογικότητα και στη δημιουργία κοινοτήτων και κινημάτων που επιδιώκουν την ανακούφιση των πολιτών μέσα από επιτροπές και πρωτοβουλίες αλληλεγγύης μπορεί να μειώσει τις καταστροφικές συνέπειες που ακολουθούν τη διάρρηξη της κοινωνικής συνοχής και να αμβλύνει τα αισθήματα απομόνωσης και φόβου στην καθημερινότητα. Στις δυνάμεις του συγκεντρωτισμού και της περιθωριοποίησης χρειάζεται να αντιταχθούν οι δυνάμεις της αποκεντρωμένης συμμετοχικής δημοκρατίας, της συλλογικότητας και της κοινωνικής ένταξης».
ΔΕΝ είμαστε τόσο ανίσχυροι όσο νομίζουμε. Αφού η λύση δεν έρχεται από πάνω (από πάνω έρχονται μόνο νέα μνημόνια, περικοπές, αδικία και ασφυξία), πρέπει να βγούμε από τη θολούρα και την παθητικότητα που δημιουργεί ο φόβος και να οργανωθούμε. Ο συγγραφέας έχει δίκιο, δεν λέει να κάνουμε θαύματα, αλλά μικρές κινήσεις. Πολλές, πολλές μικρές πράξεις θα συνθέσουν κάποια στιγμή μια μεγάλη. Οι ομαδικές ενέργειες θα ανακουφίσουν τον πόνο. Ας αρχίσουμε από τον πόνο του διπλανού μας. Όπως μας υπενθυμίζει ο ίδιος, «η ιστορία έχει δείξει ότι συχνά μεγάλες αλλαγές ξεκίνησαν από μικρές περιθωριακές πρωτοβουλίες, οι οποίες κάποια στιγμή απέκτησαν δυναμική και μετατράπηκαν σε ευρέα κοινωνικά κινήματα». Δεν θα λύσουμε το ζήτημα του κρατικού χρέους, αλλά ας προσπαθήσουμε να κάνουμε τη δύσκολη ζωή μας λίγο πιο εύκολη. Και ας ασκήσουμε περισσότερη πίεση. Αφού δεν έχουν καθόλου φρένο, ας γίνουμε εμείς το φρένο.
Σας καλώ, λοιπόν, για να μη μένουμε στα λόγια, να δημιουργήσουμε εδώ και τώρα μια μικρή συλλογικότητα με τις λίγες δυνάμεις που διαθέτουμε: να στηρίξουμε τα ΠΑΙΔΙΚΑ ΧΩΡΙΑ SOS, που αυτά τα χρόνια της κρίσης έχουν κάνει σπουδαίο έργο. Βοήθησαν και βοηθούν πολλές οικογένειες που αδυνατούν να θρέψουν τα παιδιά τους, χωρίς οι γονείς να υποχρεωθούν να τα αφήσουν σε κάποιο ίδρυμα. Και αυτό είναι το πιο σημαντικό. Για να μπορέσουν όμως να συνεχίσουν την αποστολή τους, χρειάζονται την ελάχιστη συνδρομή μας.
Από το υστέρημά μας όσοι μπορούμε ας βοηθήσουμε τα ΠΑΙΔΙΚΑ ΧΩΡΙΑ SOS και ας κάνουμε μια κλήση αγάπης από σταθερό ή κινητό στο 14567 (χρέωση € 2 + ΦΠΑ).
Αυτό το μήνυμα θα το συναντήσετε σε όλα τα ποστ του site, ενώ φιλοξενείται και σε πολλές σελίδες στο τεύχος Ιανουαρίου του ELLE. Ας μην εγκαταλείψουμε τα παιδιά που μας έχουν ανάγκη. Αφήσαμε τα αρπακτικά να σαρώσουν τα πάντα: κτίρια, μισθούς, θεσμούς, κοινωνικές ομάδες, υπηρεσίες. Ας μην τους επιτρέψουμε να τσαλαπατήσουν και την ανθρωπιά μας. Ας αντιδράσουμε συλλογικά: 2 ευρώ από τον καθένα μας είναι χιλιάδες ευρώ για τα παιδιά. Δεν υπάρχει καλύτερη ευχή από την ίδια την αγάπη που δεν λυγίζει. Μπορεί να μας έχουν σπάσει τον τσαμπουκά, να μας έχουν ρημάξει το ηθικό, αλλά την ικανότητά μας να αγαπάμε ΔΕΝ μπορούν να την αγγίξουν.
Τα παιδιά υπολογίζουν στη βοήθειά μας. Ας τους ευχηθούμε με τον καλύτερο τρόπο «καλά Χριστούγεννα»!
Φλώρα Τζημάκα
ftzimaka@pegasus.gr