«Μπορείς σε παρακαλώ να σταματήσεις να με βιντεοσκοπείς με αυτή την κάμερα; Γιατί είμαι αληθινά εδώ και όλο αυτό μπορείς να το ζήσεις στην πραγματικότητα. Αυτό που συμβαίνει αυτή τη στιγμή δεν είναι DVD, είναι ένα πραγματικό σόου και θα ήθελα να το απολαύσεις γιατί υπάρχουν πολλοί άνθρωποι εκεί έξω που δεν κατάφεραν όπως εσύ να μπουν να το δουν», ήταν τα λόγια που είχε απευθύνει σε fan της η Adele κατά τη διάρκεια συναυλίας της, πριν από περίπου δύο χρόνια. Δεν ξέρουμε αν η σταρ, η οποία παρεμπιπτόντως κάνει διαλογισμό πριν από κάθε συναυλία της, ήθελε με αυτά τα λόγια να υπογραμμίσει τη σημασία της «στιγμής» και τη σύνδεση με το «εδώ και τώρα» ή απλώς το έκανε για να προστατέψει τα… πνευματικά δικαιώματα του σόου. Όπως και να έχει, ήταν ένα ισχυρό μήνυμα από μια μεγάλη σταρ η οποία την ώρα της συναυλίας της ζητούσε από το κοινό το πλέον απλό: οι θεατές να είναι μαζί της όταν εκείνη τραγουδά και όχι να… αρμενίζουν στη θάλασσα των social media προσπαθώντας να βρουν την κατάλληλη γωνία για την τέλεια selfie, απαριθμώντας στη συνέχεια like σκυμμένοι πάνω από τα smartphones τους.
Αποσύνδεση τώρα!
Όλοι προβληματιζόμαστε για τις ατέλειωτες ώρες που περνάμε συνδεδεμένοι στους λογαριασμούς του Instagram και του Facebook. Αλλά δεν είμαστε οι μόνοι. Και στον μακρινό πλανήτη του Χόλιγουντ κάτι αντίστοιχο συμβαίνει. Δεν είναι λίγοι οι σταρ πρώτης γραμμής που κάποια στιγμή αποφάσισαν να αφήσουν «ξεκρέμαστους» τους εκατομμύρια ακολούθους τους, πήραν μια βαθιά ανάσα και πάτησαν «log off» ή σε μια νύχτα διέγραψαν όλες τις φωτογραφίες από τους λογαριασμούς τους. (Βέβαια μετά επανήλθαν). Η Kendall Jenner το 2017 ακολούθησε ένα Instagram detox για μία εβδομάδα. Όπως δήλωσε στην Ellen DeGeneres «Έπρεπε να απέχω για λίγο. Ξυπνούσα και το Instagram ήταν το πρώτο πράγμα που κοιτούσα, όπως και το τελευταίο πριν κοιμηθώ. Ένιωθα ότι εξαρτιόμουν από αυτό, έτσι έπρεπε να κάνω ένα break». Ενώ ο Βρετανός σταρ της μουσικής Ed Sheeran αποφάσισε πριν λίγα χρόνια να απέχει για κάποιο διάστημα από τα social media λέγοντας: «Πέρασα πολύ ωραία όλον αυτό τον καιρό, αλλά έπιασα τον εαυτό μου να βλέπει τον κόσμο μέσα από μια οθόνη και όχι μέσα από τα μάτια μου. Θέλω να ταξιδέψω και να αντικρίσω όλα όσα έχασα». Σύμφωνα με τον Γάλλο κοινωνιολόγο Rémy Oudghiri, ο οποίος μάλιστα είναι και ένα από τα βασικά στελέχη της εταιρείας Sociovision που διενεργεί κοινωνιολογικές έρευνες και συμβουλεύει εταιρείες για το πώς να δραστηριοποιηθούν σε έναν κόσμο που μεταβάλλεται διαρκώς, οι τελευταίες μελέτες δείχνουν ξεκάθαρα την ανάγκη μας για αποσύνδεση. «Το 80% όσων ερωτήθηκαν σε σχετική έρευνά μας δήλωσαν ότι έχουν μεγάλη ανάγκη να βρεθούν πιο κοντά στη φύση, ενώ τους ενδιέφερε να συσφίγξουν τις ανθρώπινες σχέσεις και να συνυπάρχουν αρμονικά με τους άλλους», αναφέρει ο ίδιος.
Internetholic anonymous
Για ποιο λόγο όμως αρχίσαμε να αισθανόμαστε δυσάρεστα με την τεχνολογία; Τι συνέβη και νιώθουμε ότι μαζί της χάνουμε τον χρόνο, την ενέργεια και την (καλή) διάθεσή μας;
Η Tanya Goodin δίνει πολλές απαντήσεις στο ίδιο ερώτημα. Η συγκεκριμένη Βρετανίδα δραστηριοποιείται για χρόνια στον χώρο της ψηφιακής επιχειρηματικότητας, είναι συγγραφέας, ερευνά την ηθική του διαδικτύου και είναι ιδρύτρια του Time to Log Off, ενός οργανισμού που εξετάζει την επίδραση της τεχνολογίας στην προσοχή, στη συγκέντρωση, στην παραγωγικότητα, στο άγχος και στον ύπνο. Από τη σύνθεση, λοιπόν, μελετών από ολόκληρο τον κόσμο που έκανε το Time to Log Off προκύπτουν πολλά ενδιαφέροντα και ανησυχητικά ευρήματα: ο μέσος χρήστης βρίσκεται συνδεδεμένος στα social media 2,15 ώρες την ημέρα, 1,5 ώρες παραπάνω σε σχέση με το 2012. Τσεκάρουμε το κινητό μας κάθε 12′. Πληκτρολογούμε, κλικάρουμε και κάνουμε swap σε αυτό 2,617 φορές την ημέρα. Το 40% των ενηλίκων τσεκάρουν το τηλέφωνό τα πρώτα 5′ που θα ξυπνήσουν. 62% των ενηλίκων στην Μ. Βρετανία δήλωσαν ότι μισούν την εξάρτηση που νιώθουν από τα κινητά τους, ενώ 46% των Αμερικανών είπαν ότι δεν θα μπορούσαν να ζήσουν χωρίς αυτά. Από την άλλη, ο Dr Richard Graham, ένας από τους τοπ ειδικούς στον διαδικτυακό εθισμό στο Νοσοκομείο Nightingale του Λονδίνου, δήλωσε ότι πλέον κάθε χρόνο βλέπει τουλάχιστον 50 νέες περιπτώσεις εθισμένων στο διαδίκτυο. Ενδεικτικό είναι μάλιστα το γεγονός ότι ο Παγκόσμιος Οργανισμός Υγείας συμπεριέλαβε πριν λίγους μήνες τον «εθισμό στα διαδικτυακά παιχνίδια» στην 11η έκδοση της Διεθνούς Ταξινόμησης Νόσων και Συναφών Προβλημάτων Υγείας, αναγνωρίζοντας το συγκεκριμένο ζήτημα ως πάθηση. Ταυτόχρονα, έρευνες η μια μετά την άλλη συνδέουν την εμμονή με τα κοινωνικά δίκτυα και το διαδίκτυο με ανησυχία, κατάθλιψη και χαμηλή αυτοεκτίμηση. Βασιλιάς της τελευταίας είναι το Instagram, το οποίο το 2017 αναδείχθηκε η χειρότερη ψηφιακή πλατφόρμα όσον αφορά την αρνητική επίδραση που έχει στην ψυχική υγεία των νέων που τη χρησιμοποιούν. Ο Γάλλος φιλόσοφος Pascal Chabot κάνει λόγο για την «ψυχική κούραση» την οποία μας δημιουργούν τα social media. Ο ίδιος αναφέρει ότι στο παρελθόν, τα προβλήματα που είχαν να κάνουν με τη δουλειά μας μεταφέρονταν στο σώμα μας με τη μορφή μυϊκών πόνων και κόπωσης. Σήμερα, αυτή η κούραση εισβάλλει στον εσωτερικό μας κόσμο και μας καταβάλλει, αφού ζούμε συνεχώς με το άγχος να είμαστε ενήμεροι για τα πάντα, να μη χάνουμε την επαφή μας με όλα όσα συμβαίνουν στα κοινωνικά δίκτυα και στο ίντερνετ, να μην νιώθουμε αποκομμένοι από το μοντέρνο και το up-to-date.
Εχθρός της δημοκρατίας;
Ένας άλλος λόγος όμως για τον οποίο πολλοί από εμάς θέλουμε να αποσυνδεθούμε είναι η διακίνηση των προσωπικών μας δεδομένων, αλλά και η… ακτινογραφία των κινήσεων και των προτιμήσεών μας μέσα από τα social media και το διαδίκτυο. Ο κοινωνιολόγος Rémy Oudghiri αναφέρει σχετικά: «Το τελευταίο διάστημα έχουμε κατανοήσει ότι η τεχνολογία, ενώ από τη μια πλευρά μας απελευθερώνει, από την άλλη έχει ένα μεγάλο τίμημα. Τα δεδομένα μας είναι προς εκμετάλλευση, πολλές από τις προσωπικές μας πληροφορίες θα μείνουν για πάντα στον κυβερνοχώρο χωρίς να μπορούμε να τις διαγράψουμε, ενώ οι απάτες στο διαδίκτυο αποκαλύπτονται η μία μετά την άλλη. Η ενθουσιασμός μας για την ψηφιακή εποχή έχει δώσει πλέον τη θέση του σε μια αντίδραση».
H Cathy O’ Neil, απόφοιτος του Χάρβαρντ, επιστήμονας Δεδομένων και συγγραφέας του πολύ επιτυχημένου βιβλίου Weapons of Math Destruction, How Big Data Increases Inequality and Threatens Democracy (εκδ. Crown) κάνει λόγο σε αυτό αλλά και στις ομιλίες της για τις μυστικές και επικίνδυνες δυνάμεις των αλγόριθμων που έχουν εισβάλλει στην καθημερινότητά μας: «Οι αλγόριθμοι είναι σαν γυαλιστερά καινούρια παιχνίδια στα οποία δεν μπορούμε να αντισταθούμε. Ωστόσο με ανησυχούν, γιατί παρόλο που είναι ακριβείς, είναι καταστροφικοί και μυστικοί. Ιδιαίτερα αυτοί που χρησιμοποιούνται στην πολιτική μικρο-στόχευση. Οι Αμερικανοί πολιτικοί και οι καμπάνιες τους βελτιώνονται γιατί πλέον αντιλαμβάνονται ποιος σκέφτεται τι. Και καταλήγουν να γνωρίζουν περισσότερα για τους ψηφοφόρους απ’ ό,τι οι ίδιοι οι ψηφοφόροι για τους εαυτούς τους. Επιπλέον, τα μηνύματα με τα οποία τους προσεγγίζουν παύουν να είναι είναι ενημερωτικά, αλλά γίνονται προπαγανδιστικά. Κι αυτό το μοντέλο είναι καταστροφικό διότι υπονομεύει τη δημοκρατία». Το τελευταίο βρίσκει απόλυτα σύμφωνο και τον Roger McNamee, πρώην σύμβουλο του Marc Zuckerberg και πρώην επενδυτή του Facebook, ο οποίος σε άρθρο του στο κεντρικό θέμα του περιοδικού Time της 28ης Ιανουαρίου ουσιαστικά κατακεραυνώνει τον πρώην συνεργάτη του και το πιο διάσημο social medium του πλανήτη, ρίχνοντας φως στις πρακτικές που αυτό χρησιμοποιεί. «Αυτά που έμαθα τα τελευταία δύο χρόνια για τις εκλογές του 2016, για τα ψέματα που κυκλοφόρησαν σχετικά με το Brexit και για τα δεδομένα των χρηστών τα οποία πουλήθηκαν σε άλλες εταιρείες με σόκαραν και με απογοήτευσαν. (…) Η τεράστια επιτυχία του Facebook σταδιακά οδήγησε σε μία καταστροφή. Το επιχειρηματικό μοντέλο του βασίζεται στη διαφήμιση, η οποία με τη σειρά της έχει να κάνει με το πώς θα τραβήξεις την προσοχή του χρήστη, ώστε αυτός να βλέπει περισσότερες διαφημίσεις. Και ο καλύτερος τρόπος να τραβήξεις την προσοχή είναι να κάνεις επίκληση στην οργή και στον φόβο, συναισθήματα τα οποία αυξάνουν την εμπλοκή του στην πλατφόρμα (σ.σ. το λεγόμενο engagement). Οι αλγόριθμοι του Facebook δίνουν στους χρήστες αυτό που θέλουν. Έτσι το News Feed του κάθε ατόμου γίνεται μια ξεχωριστή πραγματικότητα, ένα φίλτρο-φούσκα, το οποίο δημιουργεί την ψευδαίσθηση ότι οι περισσότεροι “φίλοι” του χρήστη μοιράζονται τις ίδιες ιδέες με εκείνον. Το να βλέπει ο κάθε χρήστης μόνο τα post με τα οποία συμφωνεί, ναι μεν βοήθησε το Facebook, αλλά έρευνες έδειξαν ότι τελικά αύξησε την πόλωση και έκανε κακό στη δημοκρατία». Τι μπορεί, λοιπόν, να γίνει; Σύμφωνα με τον ίδιο, πρέπει ως ελεύθεροι πολίτες να διεκδικήσουμε το δικαίωμά μας στην αυτοδιάθεση και να απαιτήσουμε από το Facebook και τα υπόλοιπα social media ριζικές αλλαγές: Ανάμεσα στα άλλα, οι χρήστες πρέπει να αποκτήσουν τον απόλυτο έλεγχο των προσωπικών τους δεδομένων και να αποφασίζουν οι ίδιοι για το αν και πώς θα τα διαθέσουν. Και μάλιστα να μπορούν, όταν το αποφασίσουν, να τα μεταφέρουν ασφαλώς από τη μια πλατφόρμα σε μια διαφορετική. Από την άλλη, ο ίδιος προτείνει στα… μυαλά της Silicon Valley να επενδύσουν σε μια ανθρωποκεντρική τεχνολογία. Μια τεχνολογία που «αντί να εκμεταλλεύεται τους πιο αδύναμους κρίκους της ανθρώπινης ψυχολογίας, θα δεσμευτεί στην ενδυνάμωση των χρηστών». Δεν θα τους εκμεταλλεύεται, αλλά θα τους δίνει ισχύ, χωρίς τα δεδομένα τους να βρίσκονται ανά πάσα στιγμή σε κίνδυνο. Όσο για τον διαδικτυακό εθισμό που πλέον έχει πάρει ανεξέλεγκτες διαστάσεις, μονόδρομος για τον McNamee είναι οι επενδύσεις στην έρευνα, αλλά και ένα δημόσιο σύστημα υγείας που θα κάνει focus σε αυτό ακριβώς το πρόβλημα. Για να καταλήξει κάπως έτσι: «Η πολιτική και κοινωνική δύναμη που έχει το Facebook και οι άλλες πλατφόρμες του διαδικτύου είναι “ανθυγιεινές” και ακατάλληλες για τη δημοκρατία μας. Πρέπει να τις έχουμε υπό έλεγχο και να επιμείνουμε σε πραγματικές λύσεις. Όχι μόνο σε κώδικες».