της Mathilde Carton
Ξύπνα! Ξεκίνησε!». Η Svitlana Kravchenko, δημοσιογράφος, βρισκόταν στο κρεβάτι της όταν της τηλεφώνησε μια φίλη. Είναι Πέμπτη, 24 Φεβρουαρίου, 4 το πρωί και οι βόμβες πέφτουν βροχή. Ο πόλεμος είναι εδώ. Η νέα γυναίκα, σηκώνεται και, μισοκοιμισμένη ακόμη, διασχίζει χωρίς βιασύνη τον διάδρομο του διαμερίσματός της. Κάνει ντους, λούζει τα μαλλιά της. Πηγαίνει στην κουζίνα, πλένει τα πιάτα και ποτίζει τα λουλούδια. «Δεν μπορούσα να σκεφτώ», θυμάται η ίδια, ακόμα σοκαρισμένη. «Πέντε μέρες νωρίτερα συζητούσαμε για το τεύχος Απριλίου», λέει. Η ζωή σκίστηκε στα δύο εκείνη τη νύχτα. Στις 10 το βράδυ η Svitlana εγκατέλειψε το σπίτι και την προηγούμενη ζωή της. «Την Τετάρτη, την παραμονή της επίθεσης, συζητούσα με μια φίλη για την παράλογη απόφαση της Ρωσίας να αναγνωρίσει την “ανεξαρτησία“ των περιοχών Donetsk και Luhansk στα ανατολικά της χώρας», σχολιάζει η Valeria Shebela, συντάκτρια στο σάιτ. «Ονειρευόμασταν, όπως όλοι οι Ουκρανοί, να σταματήσουμε αυτό τον πόλεμο που άρχισε πριν από οχτώ χρόνια, και αυτές οι γελοίες δηλώσεις μάς είχαν αφήσει μια περίεργη αίσθηση».
Η κτηνωδία της νύχτας της 24ης Φεβρουαρίου άρπαξε την Iryna Koval, γραμματέα σύνταξης, από τον λαιμό. «Είδα από το παράθυρό μου μια τεράστια έκρηξη στο δάσος», λέει και συνεχίζει: «Πήγα αμέσως να βρω τα παιδιά μου στο βόρειο Κίεβο, ώστε να είμαστε όλοι μαζί. Μου είναι αδύνατο να περιγράψω πόσο φοβόμουν μήπως τους συμβεί κάτι». Η κυκλοφορία ήταν ακόμη ομαλή όταν η Iryna έφυγε για να συναντήσει τη νύφη και τον εγγονό της στο Gostomel, στα προάστια της ουκρανικής πρωτεύουσας. Οδηγούσε γρήγορα, ενώ οι εκρήξεις ακούγονταν από μακριά. «Περάσαμε δύο εφιαλτικές μέρες, δίπλα μας γίνονταν μάχες. Καθώς στο σπίτι δεν έχουμε υπόγειο, κρυβόμασταν στο μπάνιο, αφού πρώτα είχαμε καλύψει τις πόρτες και τα παράθυραμε στρώματα. Με κάθε αεροπορική επιδρομή το σπίτι έτρεμε ολόκληρο». Όταν το Dymer, μια πόλη λίγα χιλιόμετρα πιο βόρεια, έπεσε στα χέρια των Ρώσων, η οικογένεια της Ιryna ξεκίνησε προς τα δυτικά της χώρας, με κατεύθυνση τη Lviv. Μόλις που πρόλαβαν να ετοιμάσουν μια βαλίτσα και να βάλουν τον σκύλο στο πορτ μπαγκάζ.
«Στο σημείο ελέγχου μας είπαν να μην περιφερόμαστε τριγύρω και ότι προφανώς δεν θα μπορούσαμε να επιστρέψουμε στο Κίεβο από τον ίδιο δρόμο. Ο 12χρονος εγγονός μου, ένα γενναίο αγόρι που άντεξε τη φρίκη των τελευταίων ημερών, άρχισε να κλαίει με λυγμούς. Τον αγκάλιασα σφιχτά και σκέφτηκα ότι βίωνε μια κρίση πανικού. Εκείνος όμως μου είπε πως έκλαιγε επειδή φύγαμε, έκλαιγε για το σπίτι που μεγάλωσε και το οποίο μπορεί να μην έβλεπε ποτέ ξανά». Ο δρόμος για τη Lviv ήταν μακρύς. Υπήρχαν τόσα πολλά αυτοκίνητα, λεωφορεία, πεζοί κάθε ηλικίας και κάθε εθνικότητας. Έπρεπε οπωσδήποτε να διανύσουν 600 χλμ. σε τρεις μέρες. Η οικογένεια Koval κοιμόταν στο αυτοκίνητό της ελπίζοντας να ξεφύγει και να βρει καταφύγιο κοντά στα σύνορα με την Πολωνία.
Η εντατικοποίηση των βομβαρδισμών στα περίχωρα του Κιέβου ώθησε και άλλα μέλη της συντακτικής ομάδας να εγκαταλείψουν την πρωτεύουσα. Όπως η Olena Lisum, beauty editor, η Ekaterina Popova, διευθύντρια σύνταξης του σάιτ, που γλίτωσε από μια έκρηξη σε ένα βενζινάδικο, η Anastsiia Klimenko από το εμπορικό τμήμα, που έφυγε αναζητώντας τον αδερφό της σε μια μικρή πόλη στα δυτικά της χώρας, που χτυπήθηκε από τους Ρώσους, και έπειτα έφτασε και αυτή στη Lviv. Όσο για τη Svitlana, έφυγε από το Κίεβο έπειτα από την επιμονή των γονιών της. Μαζί με τον σύντροφό της, κατευθύνθηκαν προς το Cherkassy, στα νότια της πρωτεύουσας. Τώρα μένουν μαζί με άλλους έξι ανθρώπους στο σπίτι των πεθερικών της.
«Κοιμάμαι ντυμένη κανονικά, κρατάω έναν γρύλο σαν όπλο και η βαλίτσα μου είναι δίπλα στην πόρτα. Σε περίπτωση που ηχήσουν οι σειρήνες θα πρέπει να χωθούμε οχτώ άτομα στην ντουλάπα». Παραμένει κολλημένη στο τηλέφωνο, συνδεδεμένη με την εφαρμογή Telegram η οποία επιβεβαιώνει την αυθεντικότητα των βίντεο και αποκαλύπτει τα fake news. Μέσω αυτής, επίσης, η Svitlana επικοινωνεί με τους συγγενείς της. «Περισσότερο απ’ όλους μιλάω με την 84χρονη γιαγιά μου που είναι στα ανατολικά της χώρας και αρνείται να κατέβει στο καταφύγιο. Η γιαγιά μου, η οποία επιβίωσε από τον Β’ Παγκόσμιο Πόλεμο, λέει ότι αν βομβαρδιστεί το χωριό της, θα καθίσει σε μια γωνιά του σπιτιού και θα αφήσει τα πράγματα να συμβούν».
Αλήθεια, πώς μπορεί να επιβιώσει ένα γυναικείο έντυπο όπως το ELLE σε μια τόσο ιδιαίτερη κατάσταση; Η απάντηση έρχεται αυθόρμητα: «Πρέπει να δώσουμε στους αναγνώστες μας αξιόπιστες πληροφορίες που θα τους είναι άμεσα χρήσιμες», εξηγεί η Editor in Chief του ELLE Oυκρανίας Sonya Zabouga. Πρόκειται για μια δραστήρια, πολύγλωσση, εντυπωσιακή γυναίκα που ήρθε στο ELLE το 2004 και ανέλαβε τη διεύθυνσή του το 2008. Είναι μία από τις λίγες της ομάδας που παρέμειναν στο κέντρο του Κιέβου, βλέποντας με αγωνία την είσοδο των τανκς στην πόλη. Σε συνθήκες τρομερά δύσκολες, η συντακτική ομάδα επικεντρώθηκε στη διαδικτυακή έκδοση, ώστε να προβάλλει την επικαιρότητα σε πραγματικό χρόνο: συστάσεις από την κυβέρνηση, τη διεύθυνση της τράπεζας αίματος για τους στρατιώτες, τη λίστα με τα εστιατόρια που διανέμουν δωρεάν φαγητό, οδηγίες για το σταμάτημα εξωτερικής ή εσωτερικής αιμορραγίας… Αλλά και λίγη ψυχολογία: «Πέντε tips για να μην τρελαθείτε», «πώς να προστατέψετε την ψυχική υγεία των παιδιών σας». Και, φυσικά, ιστορίες ανθρώπων: «Αυτοί είναι οι Ουκρανοί σταρ που κατατάχθηκαν στον στρατό», «οι αγαπημένοι μας καλλιτέχνες ερμηνεύουν τον ουκρανικό εθνικό ύμνο». Αυτός είναι ο γυναικείος Τύπος σε καιρό πολέμου!
Όσο για την έντυπη έκδοση, η Sonya Zabouga και η ομάδα της ακολουθούν τη ροή των γεγονότων έχοντας μία μόνο επιθυμία: να κυκλοφορήσει το τεύχος Απριλίου. «Μπορεί να μην ξέρω αν θα φτάσει ποτέ στα περίπτερα, αλλά είναι σημαντικό να συνεχίσουμε», λέει η ίδια. Μια δήλωση τόσο ισχυρή από το ELLE Ουκρανίας, που άλλαξε εκδοτική γραμμή τον Δεκέμβριο. Προηγουμένως τυπωνόταν αποκλειστικά στη ρωσική γλώσσα, ενώ τώρα μόνο στην ουκρανική. Ήταν μια μεγάλη πολιτιστική και πολιτική στροφή. Μέχρι πρόσφατα τα ρωσικά θεωρούνταν η γλώσσα της ελίτ. Μετά την ανεξαρτησία της Κριμαίας, η αντίληψη για την ουκρανική ταυτότητα άλλαξε ριζικά. Εκατοντάδες αγάλματα του Λένιν κατέβηκαν, ονόματα δρόμων και πόλεων αποσοβιετοποιήθηκαν και τα media απέκτησαν ξανά την ταυτότητά τους.
Για τη Sonya Zabouga, η οποία έχει πατέρα Ρώσο και μητέρα Ουκρανή, είναι θέμα περηφάνιας. Όλα αυτά μας τα διηγείται κατά τη διάρκεια μιας βιντεοσυνομιλίας με τις άλλες εκδόσεις του ELLE. Συμμετέχουν 48 άτομα σ’ αυτή τη συζήτηση, υπάρχουν δημοσιογράφοι από όλο τον κόσμο. Με γρήγορη, φορτισμένη φωνή, η Sonya Zabouga εξιστορεί τη δουλειά και την καθημερινότητά της καθισμένη σε έναν λευκό διάδρομο, μακριά από τα παράθυρα – όπως συνιστά η κυβέρνηση. «Έχω μάθει καινούριες αγγλικές λέξεις, όπως “carfew“ (απαγόρευση κυκλοφορίας) και “multiple rocket launcher system“ (σύστημα πολλαπλής ρίψης πυραύλων) για να μπορώ να περιγράφω στο Instagram την πραγματικότητα αυτού του πολέμου», λέει και συνεχίζει: «Θέλω να ξέρουν οι Ρώσοι ότι δεν πρόκειται για μια “ειδική επιχείρηση“, αλλά για πόλεμο. Ξέρω ότι το ELLE δεν σκοπεύει να παίξει πολιτικό ρόλο, αλλά αν μπορούσατε να γράψετε για το τι συμβαίνει στα έντυπά σας…». Με συγκίνηση οι υπόλοιπες συνάδελφοι εκφράζουν την υποστήριξή τους, προσφέρονται να φιλοξενήσουν την ίδια και την ομάδα της και να βοηθήσουν με όποιον τρόπο μπορούν. Η φωνή της Sonya ραγίζει: «Φοβάμαι τόσο πολύ, αλλά θα προσπαθήσω να φανώ δυνατή. Σας ευχαριστώ για όλα».
Στο Κίεβο, τα γυναικεία έντυπα είναι αλληλέγγυα μεταξύ τους. Το ELLE, η Vogue και το L’ Officiel έστειλαν από κοινού μια ανοιχτή επιστολή στους μεγάλους και πολυτελείς οίκους μόδας ζητώντας τους να πάψουν τη συνεργασία τους με τη ρωσική αγορά. «Δεν έχω κλάψει εδώ και πολύ καιρό και έχω περάσει πολλές κακουχίες στη ζωή μου», λέει η Ιryna, γραμματέας σύνταξης. «Ακόμη και στη διάρκεια των αεροπορικών επιδρομών, όταν αγκάλιαζα σφιχτά τον εγγονό μου, δεν έχυσα ούτε ένα δάκρυ. Δεν κρατήθηκα όμως όταν οι κάτοικοι του χωριού Moshchanka δίπλα στα σύνορα μάς έφεραν σπιτικό φαγητό, τσάι, καφέ, ζεστό γάλα και βενζίνη και αρνήθηκαν οποιαδήποτε αμοιβή». Στη βαλίτσα της τη στιγμή της αναχώρησης, η Svitlana έβαλε ελαφριά, φλόραλ φορέματα. «Η άνοιξη πλησιάζει», λέει χαμογελώντας. «Aπομένουν λίγες ώρες μέχρι τη μεγάλη νίκη. Το πιστεύω, το ξέρω!»