Body Neutrality: Το κίνημα που σώζει τη σχέση με το σώμα μας

Η μετά body positivity εποχή προτείνει την οπτική της ουδετερότητας, σύμφωνα με την οποία δεν χρειάζεται ούτε να λατρεύουμε ούτε να μισούμε το κορμι μας, αλλά απλώς να το αποδεχόμαστε, να ακούμε τις ανάγκες του και να το φροντίζουμε.

Elle 11 Ιαν. 22
Body Neutrality: Το κίνημα που σώζει τη σχέση με το σώμα μας
Από τη Νάνσυ Καλλικλή.
Cover photo: GILLES BENSIMON. Stylist: MARIE LICHTENBERG.

Στο τραπέζι έπεσε σιωπή. Η Αθηνά είχε πετάξει τη βόμβα και περίμενε αντιδράσεις. Την προηγούμενη μέρα είχε κάνει το πρώτο της ραντεβού στη διαιτολόγο. Τα κιλά που είχε πάρει από την πρώτη καραντίνα δεν έλεγαν να φύγουν και είχαν αρχίσει εδώ και καιρό να την ενοχλούν. Η μέση της και το ισχίο της πονούσαν και δεν ήθελε να περάσει άλλον ένα χειμώνα να αναρωτιέται κάθε πρωί μπροστά στην ντουλάπα ποια ρούχα τής κάνουν για να βάλει στη δουλειά. Αλλά πού να τολμούσε να το πει; Στο γραφείο, όπου κάθε Πέμπτη είχε καθιερωθεί ως μέρα για μπέργκερ και ήξερε ότι αν το απόγευμα παράγγελνε smoothie αντί για γλυκό, θα άκουγε τα εξ αμάξης μεταξύ σοβαρού και αστείου; Ή στις «απελευθερωμένες» φίλες της, που στις διακοπές ανέβαζαν φωτογραφίες τελείως ακομπλεξάριστες για τα επιπλέον κιλά τους και σχολίαζαν υποτιμητικά όσες γυναίκες έπαιρναν στην παραλία φρούτα, σαλάτες και ξηρούς καρπούς;

«Είναι λες και έχουν αντιστραφεί οι όροι», λέει η 29χρονη. «Παλιά, όταν ήμουν φοιτήτρια, είχαμε το body ή fat shaming: αν δεν ήσουν size 8, στις παρέες και στα κλαμπ ένιωθες “λίγη”, εισέπραττες (ή πίστευες ότι εισέπραττες) απόρριψη και χλευασμό. Σήμερα, όμως, αν δεν σου αρέσει το σώμα σου ή ένα σημείο του ή -ακόμη χειρότερα- αν παραδεχτείς δημοσίως ότι θέλεις να χάσεις βάρος, κινδυνεύεις να βρεθείς στο μάτι του κυκλώνα. Το κίνημα του body positivity μοιάζει να έχει ξεφύγει τελείως από αυτό που ήταν αρχικά», καταλήγει. Από εκεί που προασπιζόταν τη συμπερίληψη της διαφορετικότητας και την αγάπη προς το σώμα μας, έχει καταλήξει να προστάζει για ακόμη μια φορά ότι κάποια σώματα, συμπεριφορές και προσωπικές αποφάσεις είναι αποδεκτά, ενώ άλλα όχι. Μια ματιά στα hate comments στο Instagram της διάσημης τραγουδίστριας Lizzo, για παράδειγμα, αρκεί για να επιβεβαιώσει κανείς ότι αυτό που έχουμε αρχίσει να νιώθουμε μέσα μας δεν αφορά μόνο εμάς: το body positivity τείνει να γίνει τοξικό.

Τοξική θετικότητα

Όταν η βραβευμένη με Grammy τραγουδίστρια ανάρτησε στον λογαριασμό της ότι έπειτα από σύσταση του γιατρού της και υπό τις οδηγίες του γυμναστή της ξεκινούσε ένα 10ήμερο πρόγραμμα αποτοξίνωσης, δέχτηκε αμέτρητα σχόλια από θυμωμένους και απογοητευμένους φαν της που πίστευαν ότι «είχε υποκύψει στην κουλτούρα της δίαιτας». Η ίδια απάντησε ότι εκείνο τον καιρό δεν αισθανόταν καλά και ήθελε να κάνει κάτι για να νιώσει πιο όμορφα. Από πότε χρειάζεται κανείς να δίνει λογαριασμό και να δικαιολογεί στους άλλους γιατί κάνει τις επιλογές που κάνει και οι οποίες αφορούν μόνο τον ίδιο, το σώμα του και την ψυχική και σωματική του υγεία; Από πολύ παλιά: από τότε που ξεκίνησε να περιθωριοποιείται όποιος δεν ακολουθεί ή δεν ταιριάζει στα πρότυπα ομορφιάς, εισπράττοντας τεράστια κοινωνική πίεση, την οποία ήρθε να αντικρούσει το κίνημα του body positivity περίπου στην αρχή της νέας χιλιετίας. Αν και σαν κίνημα είχε εμφανιστεί δεκαετίες νωρίτερα, με τα social media ολοένα και περισσότερες γυναίκες ξεκίνησαν να χρησιμοποιούν και να ακολουθούν hashtags όπως τα #loveyourbody και #allbodiesarebeautiful.

Εκείνα τα πρώτα χρόνια, το body positivity βοήθησε στην απομυθοποίηση του τέλειου σώματος και πήρε από το χεράκι ολόκληρο τον πλανήτη ώστε να κάνει ένα βήμα μπροστά, προς την αποδοχή του εαυτού του καθενός, αλλά και όσων μέχρι τότε βρίσκονταν στο περιθώριο: γυναικών που ήταν υπέρβαρες ή παχύσαρκες και ανήκαν σε άλλη… φυλή, που εκ των πραγμάτων δεν μπορούσαν να χωρέσουν στα skinny τζην και τα κολλητά μπλουζάκια τα οποία τότε φιγουράριζαν στις σελίδες των περιοδικών. Από εκεί που μισούσαμε το σώμα μας αν δεν ήμασταν σαν τα κορίτσια της πασαρέλας και απορρίπταμε οποιοδήποτε ελάττωμα πάνω του, τολμήσαμε να κοιτάξουμε ξανά, έπειτα από χρόνια, τον καθρέφτη, αυτή τη φορά «με αγάπη», όπως μας προέτρεπε το κίνημα της θετικότητας. Η καθεμία από εμάς προσπάθησε να αγαπήσει την πλαδαρή κοιλίτσα, τους πεσμένους γλουτούς, τα χαλαρά μπράτσα και τη σκουρόχρωμη επιδερμίδα και σταμάτησε να ντρέπεται γι’ αυτά. Κάποιες τα κατάφεραν καλύτερα, άλλες όχι και τόσο.

Από τη σκοπιά του διαιτολόγου

Τις ίδιες κοινωνικές διαστάσεις έχει αντιληφθεί και η Αυγή Καραΐσκου, MSc, διαιτολόγος-διατροφολόγος, η οποία κατέθεσε τη δική της εμπειρία στο ELLE: «Αυτό που θα ωφελούσε περισσότερο θα ήταν να επικεντρωνόμασταν στην υγεία αντί για την εικόνα μας. Θεωρώ πως έχει χαθεί για ακόμη μια φορά η ισορροπία, το μέτρο μιας υγιούς αντίληψης της έννοιας της υγείας του σώματος. Υγεία δεν σημαίνει “είμαι αδύνατος”, ούτε όμως και “είμαι υπέρβαρος ή παχύσαρκος”. Η υγεία θα έπρεπε να αναφέρεται καθαρά στο αν ένας άνθρωπος έχει καλούς δείκτες αίματος (π.χ. σάκχαρο, λιπίδια, αναιμία), καλή φυσική και ψυχική κατάσταση. Σίγουρα δεν θα έπρεπε η υγεία να μετριέται με έναν δείκτη όπως τα κιλά.

Οπότε, συμπερασματικά, ναι, δεχόμαστε τις καμπύλες μας, τις ατέλειές μας, τη διαφορετικότητα του σώματός μας, όχι όμως το πλεόνασμα λίπους που βάζει σε κίνδυνο την υγεία μας. Δεν δεχόμαστε την αδράνεια που μας οδηγεί ακόμη πιο γρήγορα στο γήρας. Δεν δεχόμαστε την αδιαφορία που μας κάνει να παραιτηθούμε εύκολα από την επίτευξη στόχων. Αυτή την ισορροπία για να τη βρούμε, πρέπει να δουλέψουμε σκληρά με τον ίδιο μας τον εαυτό και σε πολλούς τομείς. Δύσκολο, ναι, ανέφικτο πάντως όχι!».

Προσεγγίζοντας το σώμα μας με ουδετερότητα, αλλά όχι με αδιαφορία

Σε απάντηση όλης αυτής της πίεσης του body positivity, γεννήθηκε το κίνημα body neutrality. Εκεί που το πρώτο σχεδόν πρόσταζε να αγαπάμε το σώμα μας, το δεύτερο μας ψιθυρίζει ότι δεν είναι ανάγκη ούτε να το αγαπάμε ούτε να το μισούμε – μπορούμε απλά να το αποδεχόμαστε ως το όχημα που μας επιτρέπει να ζούμε τη ζωή και γι’ αυτό ακριβώς χρειάζεται και τη φροντίδα μας. Τον όρο χρησιμοποίησαν πρώτες δύο μπλόγκερ, οι Gabi Gregg και Stephanie Yeboah από τις ΗΠΑ και την Αγγλία αντίστοιχα, έπειτα η γυμνάστρια Anne Poirier διοργάνωσε ένα workshop που έγινε πολύ δημοφιλές το 2017, όμως τους προβολείς τράβηξε ως έννοια, αλλά και ως στάση ζωής, όταν η πρωταγωνίστρια του Τhe Good Place, Jameela Jamil, πόσταρε κάτι σχετικό και έκτοτε θεωρείται πρέσβειρα του body neutrality.

Οι δύο λέξεις-κλειδιά που δείχνουν ότι έχουμε πλέον να κάνουμε με μια πιο υγιή προσέγγιση προς το σώμα μας και τον εαυτό μας είναι η «αποδοχή» και η «φροντίδα». Κάποιος που ακολουθεί το μοντέλο αυτό μπορεί, π.χ., να επιλέγει κατά κανόνα να ετοιμάζει στο σπίτι τα γεύματά του, με επιλεγμένες πρώτες ύλες και να αποφεύγει τη ζάχαρη και τα πρόσθετα, αλλά δεν θα πει «όχι» όταν η παρέα κανονίσει να φάει ένα βράδυ πίτσα ή παγωτό. Αντίστοιχα, έπειτα από ένα τέτοιο γεύμα, για την επομένη θα επιλέξει σαλάτα και πολύ νερό, αλλά όχι από ενοχές, αλλά επειδή θα αφουγκραστεί τις ανάγκες του ίδιου του του οργανισμού.

Η δρ Καρούτζου εξηγεί ότι «“αγαπώ τον εαυτό μου” σημαίνει “σέβομαι και φροντίζω τον εαυτό μου επαρκώς και τον προστατεύω από διάφορους κινδύνους”. Τον απαλλάσσω από ενοχές, αλλά όχι από την προσωπική του ευθύνη. Αγκαλιάζω το σώμα μου, αλλά δεν νιώθω ντροπή εάν θέλω να ακολουθήσω μια πιο υγιεινή διατροφή. Αναγνωρίζω τις ατέλειές μου και ταυτόχρονα τις δουλεύω για να εξελιχθώ. Κατά την άποψή μου, χρειάζεται να υιοθετήσουμε ένα πιο κατάλληλο εσωτερικό βαρόμετρο, που θα μας βοηθήσει να αφουγκραζόμαστε και να ζυγίζουμε καλύτερα τις ανάγκες μας αντί για τα κιλά μας και να διακρίνουμε το όριο ανάμεσα στο “αγκαλιάζω και γιορτάζω το σώμα μου” και στο “δεν κάνω τίποτα για να αλλάξω”. Ας εγκαταλείψουμε τα δύο άκρα, “είτε θα είμαι αδύνατη/ος είτε θα γιορτάζω το βάρος μου”, κι ας αξιολογήσουμε τις ανάγκες μας συνολικά, με πυξίδα τη σωματική και ψυχική μας υγεία».

Σύμφωνα με τα παραπάνω σε κανένα «κίνημα» δεν θα έπρεπε να παραχωρούμε τόση δύναμη ώστε να το αφήνουμε να διαμορφώνει τις αποφάσεις μας, που αφορούν εμάς και κανέναν άλλο. Όπως κανένα πρότυπο ομορφιάς δεν θα έπρεπε να έχει τόση αξία ώστε να τις καθορίζει. Με το body neutrality φαίνεται ότι έχουμε κάνει ένα αληθινό βήμα μπροστά, αυτή τη φορά ακόμη πιο μεγάλο και στέρεο, προς το να παίρνουμε εμείς τις δικές μας αποφάσεις, σύμφωνα με τις ανάγκες του δικού μας σώματος.

A fairytale gone bad

Αν και το κίνημα της θετικότητας στη θεωρία θα έφερνε μόνο καλά αποτελέσματα, τελικά τα πράγματα δεν εξελίχθηκαν όσο θετικά ξεκίνησαν. Το κίνημα του body positivity έπεσε στην ίδια παγίδα την οποία μαχόταν να βγάλει από το παιχνίδι, όταν οι οπαδοί του άρχισαν να λειτουργούν στο παλιό δίπολο «άσπρο μαύρο», απαξιώνοντας οποιαδήποτε γυναίκα αρνούνταν ή δεν μπορούσε να αγαπήσει τα ψεγάδια της.

«Με τα δεδομένα που επικρατούν σήμερα στην κοινωνία», λέει η ψυχοθεραπεύτρια και κλινική ψυχολόγος δρ Σοφία Καρούτζου, «φαίνεται να έχουμε εγκλωβιστεί ανάμεσα σε δύο πόλους: ο ένας υπερεστιάζει στα αδύνατα κορμιά (ανορεξικές φιγούρες/size 0), σε μια πληθώρα διαιτολογικών επιλογών (π.χ. Κέτο, πρωτεϊνική, Άτκινς, Flexitarian, Macrobiotic), ακόμη και στην υπεράσκηση, ενώ ο άλλος πόλος φαίνεται να παραμελεί τις κατάλληλες διατροφικές συμπεριφορές στον βωμό της αυτο-αποδοχής και της θετικής εικόνας σώματος». Και αυτοί οι δύο πόλοι αναλώνονται στο να υπερασπίζεται καθένας τη δική του σκοπιά, κατακρίνοντας ταυτόχρονα όσους βρίσκονται στην απέναντι πλευρά.

Κάπου εκεί, ανάμεσα στο άσπρο και στο μαύρο, το καλό και το κακό, το κοινά αποδεκτό και το απορριπτέο, υπάρχει μια ζώνη που μόνο γκρίζα δεν είναι: το σημείο της αποδοχής. Πότε θα δούμε επιτέλους ότι καμία -μία- λύση δεν είναι κατάλληλη για όλους; Ότι είμαστε όλες διαφορετικές και καθεμίας το μυαλό και το σώμα λειτουργούν αλλιώς από των υπολοίπων; Πότε θα καταλάβουμε ότι για κάποιες από εμάς είναι πιο δύσκολο να αποτινάξουμε από πάνω μας τις πεποιθήσεις με τις οποίες μεγαλώσαμε;

Ακολουθήστε το ELLE στο Google News και μάθετε πρώτοι όλα τα νέα!

Σχετικά θέματα:

MHT