Πριν από λίγες μέρες, το εξώφυλλο και το κεντρικό θέμα του περιοδικού Time έγιναν viral. Ο τίτλος του ήταν Ράψτο! και ο υπότιτλός του Η Δύναμη του να Λες Λιγότερα. Στο συγκεκριμένο άρθρο, ο δημοσιογράφος Dan Lyons, συγγραφέας του βιβλίου STFU: The Power of Keeping Your Mouth Shut in an Endlessly Noisy World (STFU: H δύναμη του να κρατάς το στόμα σου κλειστό σε έναν διαρκώς θορυβώδη κόσμο, εκδ. Henry Colt & Co), το οποίο πρόκειται να κυκλοφορήσει τον επόμενο μήνα, αναλύει πόσο κακό έκανε στον ίδιο -σε προσωπικό και επαγγελματικό επίπεδο- η συνήθειά του να μιλάει πολύ, να μονοπωλεί τις συζητήσεις, να μην μπορεί να βάλει όριο σε αυτά που έλεγε (και πόσταρε), ακόμη κι αν ήξερε εκ των προτέρων ότι θα ήταν αρνητικά για τους άλλους ή επιζήμια για τον εαυτό του.
Σε αυτό το πλαίσιο, όμως, είμαστε πραγματικά εμείς; Παραμένουμε ο εαυτός μας; Και όλη αυτή η εξωστρέφεια στα μέσα κοινωνικής δικτύωσης, η οποία γιγαντώθηκε -και δικαιολογημένα- τους μήνες του εγκλεισμού, όταν για κάποιους ανθρώπους η μοναδική δίοδος επικοινωνίας με τον έξω κόσμο ήταν το facebook και το Instagram, μας άφησε κάτι καλό; Μας πήγε παρακάτω; Ο συγγραφέας του άρθρου απαντάει αρνητικά, μιλώντας καθαρά υποκειμενικά. Ο ίδιος ξαναβρήκε τον εαυτό του βγαίνοντας από τα social media. Ανακάλυψε ότι, μερικές φορές, η σιωπή είναι πιο ηχηρή από τα λόγια, έμαθε να μιλάει κάνοντας μεγάλες, πολύτιμες παύσεις και, με τη βοήθεια ειδικών, ανέπτυξε τις κατάλληλες τεχνικές ώστε να εκφράζεται όταν και όσο πρέπει.
Η περίπτωση του Lyons δεν είναι μοναδική. Τους τελευταίους μήνες όλο και περισσότεροι celebrities ή «επώνυμοι» κάνουν μια παύση ή αποφασίζουν να κλείσουν τους social λογαριασμούς τους. Το ίδιο αναφέρει και ο Paul Mescal (στη συνέντευξη που φιλοξενούμε στο τεύχος Φεβρουαρίου που κυκλοφορεί.), για το πώς, μετά την τεράστια επιτυχία του Normal People, ένιωσε άβολα με την εισβολήτόσων άγνωστων ανθρώπων στα social media και στη ζωή του και αποφάσισε να τα καταργήσει.
Κάτι αντίστοιχο, όμως, συμβαίνει με πολλούς χρήστες των κοινωνικών δικτύων. Ακόμη και αν δεν κλείσουν τους λογαριασμούς τους, αποφασίζουν να παραμείνουν ανενεργοί, επιλέγουν να είναι απλοί παρατηρητές, σαν συνομιλητές που δεν έχουν κεντρικό ρόλο στην κουβέντα, αλλά παρεμβαίνουν για να κάνουν το σχόλιό τους, αν και όταν χρειάζεται. Κι όλο αυτό δεν είναι μόνο θέμα cringαρίσματος (βλ. άρθρο στο τεύχος Φεβρουαρίου), δεν προκαλείται από την αμηχανία ή την άβολη αίσθηση που έχουμε κάθε φορά που ανεβάζουμε μια στιγμή μας ή παρακολουθούμε τη δραστηριότητα των άλλων χρηστών στα social media. Ίσως είναι πιο πολύ θέμα επιλογής, μια ένδειξη ελευθερίας ή και διαμαρτυρίας απέναντι σε μια «social συνήθεια» που δεν μας εκφράζει (και δεν χρειάζεται να μας εκφράζει) σε όλες τις φάσεις της ζωής μας.
Ωστόσο, τα social media δεν είναι ο αποδιοπομπαίος τράγος της σύγχρονης ζωής, ούτε η αιτία για όλα τα δεινά μας. Είναι ένα μέσο, όπως τόσα άλλα, για να προχωρήσουμε τους εαυτούς μας μπροστά ή για να τους φέρουμε πολλά βήματα πίσω. Το κλειδί το κρατάει ο καθένας στο feed του. Το δεδομένο είναι ότι ο θόρυβος των social media ή των ανθρώπων που μιλούν υπερβολικά γύρω μας δεν θα σταματήσει, όσα άρθρα και αν γραφτούν, όσες επιστημονικές έρευνες με αποκαρδιωτικά συμπεράσματα κι αν διενεργηθούν. Και δεν είναι απαραίτητο κιόλας. Εμείς οι ίδιοι μπορούμε πάντα να κάνουμε ασκήσεις αποχής, εξωστρέφειας ή σιωπής για να δούμε τι μας ταιριάζει. Και ίσως είναι προτιμότερο να μιλάμε όταν έχουμε κάτι ουσιαστικό να πούμε ή να ποστάρουμε όταν θα έχουμε ένα δυνατό μήνυμα να επικοινωνήσουμε. Σε κάθε περίπτωση, προτού το… ράψουμε ή προτού ουρλιάξουμε, καλύτερα να το ξανασκεφτούμε.
mpatoucha@atticamedia.gr