Η Μοναξιά του Ενός (εκδ. Αίολος) είναι ένα λογοτεχνικό δοκίμιο που μιλάει για το αν και πώς θα μπορούσε να αλλάξει αυτός ο κόσμος για να ξαναβρεί το μέτρο και τη μαγεία του και πώς ο ίδιος ο άνθρωπος θα καταφέρει να ξανασυναντηθεί με τον πολυδιάστατο εαυτό του, την παρουσία του Άλλου και τον πλούτο που κρύβει μέσα της η κάθε ύπαρξη. Συγγραφέας του βιβλίου είναι ο Κωνσταντίνος Πίττας, ερευνητής, αρχιτέκτονας, συγγραφέας και καθηγητής Φιλοσοφίας στο Χάρβαρντ. Κι αυτό το βιβλίο είναι το πρώτο του.
Ο Ένας είναι µια αλληγορική µορφή η οποία προσπαθεί να αφουγκραστεί µια ευρύτερη κοινωνική συνθήκη. Είναι τέκνο της «Κοινωνίας της Μεζούρας», όπου όλα πρέπει να ζυγίζονται και να αξιολογούνται με βάση αντικειμενικές σταθερές, όλα πρέπει να αριθμοποιούνται και να αποτιμώνται σε καθολικά αναγνωρίσιμα ψηφία.
«Χρησιµοποιώ τον όρο ”Κοινωνία της Μεζούρας” για να αναφερθώ σε µια κοινωνία που καταπνίγει τις ”µη χρηστικές” πτυχές του ανθρώπου, που περιθωριοποιεί ό,τι δεν µπορεί να χωρέσει στην υπολογιστική λογική της, που παραγκωνίζει ό,τι δεν µπορεί να µεταφραστεί σε αριθµούς και ποσοτικά µεγέθη. Σε µια τέτοια δυστοπική κοινωνία, έννοιες όπως συλλογικότητα, ευαισθησία και ενσυναίσθηση δυσκολεύονται να ριζώσουν, πόσο µάλλον να καρποφορήσουν», λέει ο κος Πίττας σε συνέντευξή του στον Γιάννη Νένε/Athens Voice.
«Μέσα σε αυτή την εξορθολογισμένη κοινωνία, οι διαφορετικές εκδοχές του ανθρώπου εξοστρακίστηκαν, μαράζωσαν και μπήκαν στη ναφθαλίνη. Η πολυσχιδής υπόστασή του βρέθηκε να περιμένει στην ουρά μιας μηχανής τυποποίησης, η οποία ξεκληρίζει μαζικά κάθε ίχνος πολλαπλότητας και διαφορετικότητας», γράφει στο βιβλίο του ο συγγραφέας. Στην κατακερματισμένη πραγματικότητα των καιρών μας, όπου όλα στροβιλίζονται γύρω του, ο Ένας πασχίζει μονάχος να βρει τόπο να ριζώσει, συλλογικό πρόταγμα να αγκιστρωθεί και συνεκτικό δεσμό να οικοδομήσει. Πορεύεται χωρίς ραχοκοκαλιά, πυξίδα και αίσθηση ότι κάπου ανήκει. Μέσα από τις συζητήσεις του Ενός με την παρέα του (τον Δάσκαλο, τον Μοναχό και την Δημιουργό), αντιλαμβανόμαστε ότι το κεντρικό διακύβευμα της «μοναξιάς του Ενός» είναι η μετάβαση από το «ένας» στο «πολλοί» και στη συνέχεια στο «μαζί», η ανασύνθεση, δηλαδή, ενός πολυσχιδούς εαυτού παράλληλα με την αφύπνιση της επιθυμίας για συλλογικότητα. Αξίζει η προσπάθεια, ακόμα κι αν αποβεί ατελέσφορη. Γιατί είναι προτιμότερη από την άνευ όρων παράδοση σε έναν κόσμο καταδικασμένο να ζει στην επιφάνεια των φαινομένων και όχι στο μεδούλι της ύπαρξης. Οι συναντήσεις της παρέας γίνονται στο Καπηλειό. Εκεί, πίνοντας και συζητώντας, διαφωνώντας, συμφωνώντας, μέσα από καυγάδες και τσουγκρίσματα σε φάση κρασοκατάνυξης, βρίσκουν την άκρη του νήματος και καταλήγουν στον δεκάλογο του νέου τους αφηγήματος, τούτου με το οποίο θα βάφτιζαν τον αναγεννημένο άνθρωπο, αν ποτέ τους παρουσιαζόταν η ευκαιρία. Να λοιπόν πώς μας καθοδηγεί η παρέα να ξαναβρούμε την ανθρωπιά μας:
«-Να βάζεις κάτι από τον εαυτό σου σε ό,τι κάνεις. Χτυποκάρδι να δίνεις στη φαντασία και μνήμη στα συναισθήματα
-Να νιώθεις τον ερωτισμό σαν ξεχείλισμα, διαδικασία ανοίγματος και συλλογικό διακύβευμα.
-Να κουβαλάς σιωπηλά το βάρος της ανθρωπότητας στις πλάτες σου και να καλωσορίζεις το μοίρασμα τούτου του φορτίου.
– Να μην απαρνιέσαι την ευθύνη των συλλογικών αφηγημάτων που διαλέγεις. Εσύ είσαι υπόλογος τόσο για τις χαρές όσο και για τα δεινά σου.
– Να κρατάς ανόθευτες τις λαχτάρες σου και να εκπαιδεύεσαι καθημερινά στη διάλεκτο συλλογικών επιθυμιών.
-Να δημιουργείς χρέη εγγύτητας και να τα αναγνωρίζεις ως παντοτινά ανεξόφλητα.
-Να συντρίβεις τη βολή και τη συνήθεια. κάποιου η κραυγή καταπνίγεται από την επανάπαυσή σου. Τα στρωμένα μονοπάτια που παρουσιάζονται άκοπα μπροστά σου, αλλωνών συμφέροντα εξυπηρετούν, όχι τα δικά σου.
-Να υπερασπίζεσαι τους χίλιους εαυτούς του άλλου. Το να πολεμάς γι’ αυτούς είναι η μόνη εγγύηση της ελευθερίας σου.
-Να απελευθερώνεσαι από το Εγώ και να πλέκεις το Εμείς, αυτό είναι το ποιητικό σου πρόταγμα! Αυτό είναι το χρέος σου προς τον συνάνθρωπο και κυρίως προς τον εαυτό σου».
Και για το τέλος, υψώνει το ποτήρι και αποτίει φόρο τιμής σε όλους «τους χαμένους, τους αλλοπρόσαλλους, τους περιθωριακούς, τους ξένους, τους ασύδοτους, τους απάτριδες, τους παρακατιανούς, τους αυτοεξόριστους, τους απόκληρους, τους αθεράπευτα γραφικούς, τους αμετανόητα ονειροπόλους, τους αντισυμβατικούς, τους μη κανονικούς. Σ’ αυτούς που άλλοτε ξυπνούν ζωγράφοι, τροβαδούροι, ποιητές, και άλλοτε των σωμάτων ταξιδευτές, τυχοδιώκτες, παραχαράκτες, μποέμηδες, καπηλευτές, χειρώνακτες, σαλτιμπάγκοι, ρακοσυλλέκτες, αμπελοφιλόσοφοι, αρχιτέκτονες λέξεων, συναισθημάτων δραματουργοί, ονείρων μυθοπλάστες…
Σ’ αυτούς που δεν φορούν μανδύες ευπρεπισμού και συστολών, αλλά χρησιμοποιούν το πρόσωπό τους σαν κενό καμβά, για να αποτυπώσουν εκεί αυθόρμητα τη φρίκη, την απελπισία και το αδιέξοδό τους, για να ζωγραφίσουν εκεί περίτεχνα την ευαισθησία και την καθαρότητά τους».
Σε αυτούς στρέφεται και σε πολλούς άλλους ακόμα με πολλούς εαυτούς, επειδή, όπως λέει ο ίδιος ο συγγραφέας: «Τι είν’ ο άνθρωπος, θαρρείς; Με δυνάμεις γεννιέται μέσα του, σαν αόρατα νήματα που σκίζουν τα σωθικά του. Χίλιες εκδοχές που παλεύουν να εκφραστούν, χίλια μονοπάτια που προσμένουν να περπατηθούν. Το δικό του στοίχημα είναι να τις τιθασεύσει, να τις διοχετεύσει δημιουργικά και να τις διαπλέξει με τρόπο που να λειτουργεί συμπληρωματικά η μια με την άλλη. Τέτοια είναι η σύστασή του, τέτοιο το κράμα του, μια οντότητα γεμάτη δυνατότητες, που μπορεί να στύψει πέτρες και να στέψει βασιλιάδες. Και αντ’ αυτού τι κάνει; Απαρνιέται το εξυψωτικό στο όνομα μιας ισοπεδωτικής απάθειας… Εγώ γεννήθηκα Χίλιοι, δεν μπορώ να πεθάνω Ένας!»
Φλώρα Τζημάκα
ftzimaka@atticamedia.gr