Βιβλία
Κάτω από την Επιφάνεια, Ντέιζι Τζόνσον, Εκδόσεις Καστανιώτη
«Ο τόπος όπου γεννιόμαστε επιστρέφει σ’ εμάς. Μεταμορφώνεται σε ημικρανίες, στομαχόπονους, αϋπνίες. Βρίσκεται στον τρόπο που ξυπνάμε μερικές φορές νιώθοντας ότι πέφτουμε στο κενό, ψάχνοντας τον διακόπτη του πορτατίφ, βέβαιοι πως όλα όσα χτίσαμε χάθηκαν μες στη νύχτα. Γινόμαστε ξένοι για τον τόπο που μας γέννησε. Εκείνος δεν θα μας αναγνώριζε, αλλά εμείς θα τον αναγνωρίζουμε πάντα. Είναι το ίδιο μας το μεδούλι, μπολιάζεται μέσα μας. Αν μας γύριζε κανείς απ’ την ανάποδη, θα ‘βλεπε χάρτες χαραγμένους στην πίσω πλευρά του δέρματός μας,·μην τυχόν και χάσουμε τον δρόμο της επιστροφής. Μόνο που στην πίσω πλευρά του δικού μου δέρματος δεν θα έβρισκε κανάλια και σιδηροδρομικές γραμμές και ποταμόπλοια, αλλά πάντοτε εσένα».
Πώς μπορείς να αφήσεις από τα χέρια σου ένα βιβλίο όταν ξεκινάει έτσι; Κυρίως όμως δεν μπορείς να το αγνοήσεις όταν συνεχίζει με αυτό τον τρόπο μέχρι την τελευταία του σελίδα. Αφήνεσαι στην ιστορία, στο παιχνίδι των λέξεων, στο σασπένς, στη μελαγχολία, στην πίκρα, στην αλήθεια και στη γλύκα που δεν χαρίζεται με τον εύκολο δρόμο, αλλά είναι πάντα εκεί για να την αναζητήσεις και να την επιλέξεις γιατί δεν είναι αυτονόητη. Ωστόσο τη χρειάζεσαι αυτή τη γλύκα για να σε παρηγορήσει διαβάζοντας την ιστορία της Γκρέτελ και της μητέρας της. Και ποια είναι αυτή η ιστορία; Η Γκρέτελ ως παιδί ζούσε με τη μητέρα της σε ένα πλοιάριο και μαζί είχαν επινοήσει μια διάλεκτο που χρησιμοποιούσαν μόνο οι δυο τους. Όμως έχουν να συναντηθούν δεκαέξι χρόνια. Οι αναμνήσεις έχουν πια ξεθωριάσει. Τώρα η Γκρέτελ εργάζεται ως λεξικογράφος, ενημερώνοντας λήμματα, όπως ταιριάζει στη μοναχική της φύση. Ώσπου ένα τηλεφώνημα από το νοσοκομείο διακόπτει την απομόνωσή της. Η Γκρέτελ ανακαλεί τον κρυφό κώδικα επικοινωνίας της παιδικής της ηλικίας και αρχίζει σιγά σιγά να θυμάται: την άγρια περίοδο που πέρασε στο ποτάμι, το παράξενο αγόρι που είχε έρθει να μείνει μαζί τους κάποιον χειμώνα και το αλλόκοτο πλάσμα –τον κλέφτη του καναλιού;– που κινούνταν μέσα στο νερό κι όλο τους πλησίαζε απειλητικά.
Το Κάτω από την Επιφάνεια είναι το πρώτο μυθιστόρημα της Ντέιζι Τζόνσον -κυκλοφόρησε στην Αγγλία το 2018- και με αυτό ήταν την ίδια χρονιά υποψήφια για το Βραβείο Booker, όντας μάλιστα η νεότερη συγγραφέας που διεκδίκησε ποτέ τη σημαντικότερη ετήσια λογοτεχνική διάκριση του αγγλόφωνου κόσμου. Όταν έγραψε το συγκεκριμένο βιβλίο ήταν μόλις 27 ετών, γι’ αυτό και για πολλούς θεωρείται το παιδί θαύμα της νέας φουρνιάς συγγραφέων της Βρετανίας.
Με αυτό το μυθιστόρημα, η ταλαντούχα συγγραφέας μάς χαρίζει ένα λογοτεχνικό πλέγμα για την οικογένεια, την ταυτότητα, την αγάπη και το πεπρωμένο. Ένα βιβλίο που αναστατώνει και συγκινεί. Και το κάνει βάζοντας στη σειρά λέξεις με σοφία. Σοφία ποτισμένη από τα τοπία που περιγράφει. Σοφία κεντημένη από αρχαίες τραγωδίες, σύγχρονες ψυχολογικές αναλύσεις, βαριά μυστικά, τραύματα, πρωτόγνωρους φόβους, μοντέρνο σασπένς και αυτή την πολύτιμη αίσθηση του ασυνείδητου που σε ταξιδεύει σε ανοίκεια σκοτάδια. Μόνη πυξίδα κάποιες φορές μοιάζει το μεγάλο γοητευτικό ερώτημα του πόσο ανήκουμε στον εαυτό μας και του πόσο, τελικά, παραμένουμε δέσμιοι του τόπου και του τρόπου που ερχόμαστε στη ζωή. Το ερώτημα αυτό η συγγραφέας το θέτει τολμηρά με τρόπο που προκαλεί συγκίνηση. Από το είδος της συγκίνησης που μπορεί να σε αναστατώσει. Συγκίνηση όμως που έχεις ανάγκη για να δεις ανάγλυφα τα φαντάσματα στην ιστορία της Γκρέτελ. Ο σκοπός; Να σου ψιθυρίσουν ή και να σου ουρλιάξουν ιστορίες καταδικασμένων σχέσεων και αδικημένων ανθρώπων, παγιδευμένων από τη στιγμή που γεννήθηκαν.
Ιστορίες που μας κάνουν καλό να τις ακούμε και να τις διαβάζουμε και να μπλέκουμε στα πλοκάμια τους αναζητώντας τη δική μας ιστορία, το δικό μας ποτάμι και τις δικές μας λέξεις. Αυτές που τη μετάφραση την ξέρουμε μόνο εμείς. Τις λέξεις που μας γράφουν.
Το Αρχείο των Χαμένων Παιδιών, Valeria Luiselli, Εκδόσεις Μεταίχμιο
Τα πρώτο, εύκολο επιχείρημα για να πάρει κάποιος το βιβλίο της Valeria Luiselli στα χέρια του είναι ότι βρίσκεται στις περισσότερες λίστες με τα καλύτερα βιβλία του 2019, ανάμεσά τους αυτές των Entertainment Weekly, Vanity Fair, Vulture, TIME και New York Times. Παράλληλα είναι υποψήφιο για το Βραβείο Booker και είμαστε τυχεροί που το έχουμε τόσο γρήγορα μεταφρασμένο και στα ελληνικά. Η 36χρονη Μεξικανή συγγραφέας γράφει για ένα οικογενειακό road trip. Μια μητέρα και ένας πατέρας ξεκινούν με τα δυο τους παιδιά ένα ταξίδι με το αυτοκίνητο από τη Νέα Υόρκη έως την Αριζόνα. Προορισμός τους η Απατσερία, η περιοχή που κάποτε ήταν η πατρίδα των Απάτσι. «Μα γιατί στους Απάτσι, μπαμπά;», ρωτάει το δεκάχρονο αγόρι. «Επειδή ήταν οι τελευταίοι από κάτι», απαντάει ο πατέρας. Όταν δεν ακούν μουσική και βιβλία στο ραδιόφωνο, ενημερώνονται από δελτία ειδήσεων. Εκείνη την περίοδο -τοποθετείται χρονικά στο καλοκαίρι του 2015- χιλιάδες παιδιά φτάνουν στις Ηνωμένες Πολιτείες κάθε μήνα από την Ονδούρα, το Ελ Σαλβαδόρ και τη Γουατεμάλα προσπαθώντας να διασχίσουν τα νοτιοδυτικά σύνορα και να μπουν στις ΗΠΑ, άλλα συλλαμβάνονται κι άλλα χάνονται για πάντα στην έρημο. Παράλληλα με την μεταναστευτική κρίση εκτυλίσσεται όμως και μια κρίση μέσα στην οικογένεια, στον γάμο, στον έρωτα, ίσως και την ίδια αγάπη που γίνεται ή και όχι πατρίδα.
Η Μεξικανή νεαρή συγγραφέας αφηγείται με ορμή την ιστορία της χωρίς να αφήνει τη βαριά ανθρωπιστική κρίση που εκτυλίσσεται παράλληλα με την οικογενειακή και συναισθηματική να λειτουργήσει ως ένα απλό backround. Μέσα από τις ιστορίες παιδιών που καταγράφει η ηρωίδα της, ακόμα κι αν θέτει κάπως επιδερμικά τα ερωτήματα για τη μεταναστευτική πολιτική των ΗΠΑ, μιλάει γι’ αυτή με σπίθα και πραγματική έγνοια. Αν μάλιστα αυτή την αμήχανη στάση της την ερμηνεύσεις ως μετριοπαθή επιφυλακτικότητα και σεβασμό, το αποτέλεσμα καταλήγει γοητευτικό. Κανείς, επίσης δεν μπορεί να αρνηθεί ότι η πρόζα της είναι αφοπλιστικά τρυφερή σκιαγραφώντας τα μέλη αυτής της οικογένειας, ιδιαίτερα τα δυο παιδιά του ζευγαριού. Διαχειρίζεται με ακρίβεια την ψυχοσύνθεση ανηλίκων, γονιών, συντρόφων, εραστών, αλλά και την ψυχολογία της ίδιας της οικογένειας σαν μια άλλη πατρίδα.
Στο πυρήνα της σκέψης και της γραφής της όμως είναι τα παιδιά και το πώς αυτά επηρεάζονται, πληγώνονται και καλούνται να γεννηθούν ξανά μετά από έναν χωρισμό ή έναν ξεριζωμό, όταν μάλιστα οι “πατρίδες” τους -παλιές και νέες- αμελούν ή δεν ξέρουν πώς να τα φροντίσουν, να τα μεγαλώσουν και να τους δείξουν το μέλλον.
Κάπως έτσι, με γλώσσα απλή, επίκαιρη, μεστή και άμεση που όμως δεν στερείται φαντασίας, η Valeria Luiselli μας πάει ένα σύγχρονο, λογοτεχνικό ταξίδι που καταλήγει να μας αφορά όσο λίγα από την πρόσφατη λογοτεχνική σοδειά. Ένα ταξίδι που θα σε ταξιδέψει όσο περισσότερο το αφήσεις στο σύγχρονο, θλιβερό ανησυχητικό τώρα, στο αίνιγμα της αγάπης -από όπου και αν προέρχεται-, στις ερήμους της Αμερικής και στις πόλεις της, στα σύνορά της, στην αμερικανική ιστορία, λογοτεχνία, μουσική και κινηματογράφο, αλλά και στην γραφή μιας γυναίκας που ξέρει να ακούει, να βλέπει και να καταγράφει με μια ορμητική ευαισθησία που μπορεί να είναι και παρηγορητική και σκληρή, ταυτόχρονα.
Πρωτόλειο, Άντριου Μάρτιν, Εκδόσεις Δώμα
Οι υπερβολικοί μίλησαν για την Συναισθηματική Αγωγή της εποχής μας. Οι πιο επιφυλακτικοί κάνουν λόγο για ένα βιβλίο που “ξεφυλλίζει” με ειρωνεία το ναρκισσισμό μας. Το κάνει μέσω μιας παρέας νέων που νομίζουν ότι μεγαλώνουν, ωριμάζουν, μαθαίνουν να αγαπούν και να ζουν καλλιεργώντας την αισθητική τους μαδώντας την ψυχή τους.
Ο Πίτερ θέλει να γίνει συγγραφέας. Το ίδιο κι η κοπέλα του, η Τζούλια. Το ίδιο κι η Λέσλι, την οποία ο Πίτερ ερωτεύεται παράφορα, μάλλον. Οι ήρωες του “Πρωτόλειου” έχουν μεγάλη ιδέα για τον εαυτό τους. Περιμένουν το ταλέντο τους να λάμψει. Δεν νιώθουν ότι υπάρχουν λάθη που δεν συγχωρούνται. Όμως υπάρχουν και είναι πολλά.
Αν είναι γοητευτικό να διαβάζεις για νέους που νομίζουν ότι είναι αήττητοι και αλύγιστοι είναι ένα ερώτημα που μπορεί να απαντήσει ο καθένας μόνος του. Τι γίνεται όμως αν σου περάσει από το μυαλό ότι έχεις υπάρξει ένας τέτοιος τύπος; Ότι έχεις φίλους σαν αυτούς; Ότι φλερτάρεις μαζί τους; Ότι τους έχεις αγαπήσεις ή συμπαθήσει; Τι γίνεται τότε; Μπορεί να σε βάλει στη διαδικασία να συγχωρήσεις. Εσένα ή αυτούς ή εκείνους που τους επικροτούν για να συνεχίσουν να ζουν με αυτόν τον τρόπο: κοιτάζοντας τον καθρέφτης τους αυτάρεσκα. Η συγχώρεση όμως είναι παράξενη διεργασία. «Η συγχώρεση ήταν κάτι που δινόταν μονάχα όταν κάποιος ήταν πλέον τόσο εξαντλημένος, που δεν είχε κουράγιο για τίποτε άλλο», γράφει η Ντέιζι Τζόνσον στο Κάτω από την Επιφάνεια. Η συγχώρεση δεν χαρίζεται. Κερδίζεται. Είναι ένα παράσημο που μπορεί όμως να σε βρει εξαντλημένο για την δώσεις.
Ταινία
Ο Φάρος
Ο Robert Pattinson έχει βαλθεί να μας αποδείξει το υποκριτικό του ταλέντο και με κάθε του κίνηση μας πείθει όλο και πιο πολύ. Αυτή τη φορά τα καταφέρνει μονομαχώντας ερμηνευτικά με τον Willem Dafoe στο Φάρο του Thomas Wake, τον οποίο είχαμε γνωρίσει από την ατμοσφαιρική Μάγισσα (2015).
Δύο φαροφύλακες συναντιούνται στη Νέα Αγγλία των Ηνωμένων Πολιτειών, γύρω στο 1890, σε ένα μυστηριώδες νησί, έχοντας χρέος να μείνουν στο πόστο τους για απροσδιόριστο χρονικό διάστημα. Εκεί θα έρθουν κοντά, θα συγκρουστούν και τελικά θα βυθιστούν στα ανείπωτα μυστήρια αυτού του παράξενου μέρους. Η θεατρική ένταση, οι ανατριχιαστικές ερμηνείες των δύο πρωταγωνιστών, η μεστή ασπρόμαυρη φωτογραφία, το απόκοσμο σασπένς, η αίσθηση της απομόνωσης, η αγωνία της μοναξιάς, η ένταση της απόγνωσης, η ψυχολογική αναρρίχηση των ηρώων και το σκοτάδι της ψυχής μπλέκονται όλα μαζί για να προκαλέσουν μια δυνατή έκρηξη από την οποία προκύπτει ένα γοητευτικό, κινηματογραφικό φως που τυφλώνει από κλειστοφοβική ομορφιά και απόκοσμη δύναμη.
Δίσκος
Rustin Man – Drift Code
Ο Rustin Man (κατά κόσμον Paul Webb) πρώην μπασίστας των Talk Talk μετά από 17 ολόκληρα χρόνια παρουσίασε καινούργιο υλικό μέσα στο 2019 που μπορεί να μην ανακάλυψαν πολλοί αλλά θα έπρεπε. Γιατί; Γιατί είναι σαν να ακούς μια παλιά, κιτρινισμένη φωτογραφία ενός μακρινού θείου που δεν ερχόταν συχνά στο οικογενειακό τραπέζι, αλλά όταν το έκανε δεν έφευγες ποτέ από δίπλα του γιατί πάντα το άρωμα του ήταν ξυλώδες, οι ιστορίες του σύντομες αλλά φανταστικές και τα t-shirt ή τα πουλόβερ του ήταν από αυτά που παρόμοια μεγαλώνοντας θα ήθελες να συναντήσεις στην ντουλάπα του αγοριού σου. Με άλλα λόγια, το Drift Code δεν μοιάζει καινούργιο, αλλά ακούγεται οικείο και οικογενειακό, αλλά την ίδια στιγμή ξέρεις ότι έχει γραφτεί μετά από πολλές γοητευτικές περιπέτειες που θα ήθελες να είχες ζήσει ή να γνωρίσεις αυτόν που τις έχει ζήσει.
Ακούστε εδώ το Vanishing Heart:
Θέατρο
Άμλετ, σκηνοθεσία Κατερίνα Ευαγγελάτου, Αμφι-Θέατρο
H Κατερίνα Ευαγγελάτου, 28 χρόνια μετά τον Αμλετ που σκηνοθέτησε ο πατέρας της Σπύρος Ευαγγελάτος, επιστρέφει στον ίδιο χώρο, στο Αμφι-Θέατρο, δίνοντάς μας τη δική της εκδοχή. Αξίζει να τη δείτε για μερικούς πάρα πολύ απλούς λόγους: Η σκηνοθέτις αφήνει χώρο στο κείμενο του Σαίξπηρ να συναντηθεί με το κοινό. Στέλνει τα λόγια στο δικό τους στόμα. Θα νιώθεις να θες να τα πεις. Επίσης, ανοίγει έναν ουσιαστικό διάολο με το παρελθόν, όχι συγκινησιακά εύκολα. Το αποτέλεσμα; Όχι να δημιουργηθεί κάτι απλώς νέο, αλλά κάτι μελλοντικό που όμως διατρέχει μερικά από τα κλασικότερα υπαρξιακά ερωτήματα του ανθρώπου. Αυτό είναι ιδιαίτερα πολύτιμο για τον θεατή, τον δημιουργό, τους ηθοποιούς και το ίδιο το θέατρο. Σε όλα αυτά προσθέστε έναν Οδυσσέα Παπασπηλιόπουλο στον ομώνυμο ρόλο. Ο πόνος, η θλίψη, το σκοτάδι του σου ανοίγει πληγές. Πονάς μαζί του. Θυμώνεις μαζί του. Τρελαίνεσαι μαζί του.
Info: Αμφι-Θέατρο Σπύρου Ευαγγελάτου, Αγγελικής Χατζημιχάλη 15 & Αδριανού 111, Πλάκα, τηλ.: 211 2131301
Παραστάσεις
Τετάρτη & Κυριακή 8 μ.μ., Πέμπτη 8.30 μ.μ., Παρασκευή 9 μ.μ., Σάββατο 5.30 μ.μ. και 9.30 μ.μ.