Alice Rohrwacher: «Τι κάνουμε με την ιστορία μας και τον πολιτισμό μας ως κοινότητες;»

Η Χίμαιρα είναι ένα σχεδόν μεταφυσικό, οπτικό, συγκινητικό ποίημα τοποθετημένο σε ένα παζολινικό σύμπαν με μίτους, συλλογικότητες, αρχαίους θησαυρούς, τοτέμ-θηλυκότητες, υπέροχες γυναίκες, αστεία απαρχαιωμένους μάτσο άνδρες και χίμαιρες-νάρκες. Η σπουδαία Iταλίδα σκηνοθέτρια Alice Rohrwacher με αυτή την ταινία (μετά τα Θαύματα και τον Ευτυχισμένο Λάζαρο) ολοκληρώνει την τριλογία-αφιέρωμά της στο παρελθόν και μιλά στο ELLE για το σινεμά της.

Φωτεινή Σίμου 29 Μαρ. 24
Alice Rohrwacher: «Τι κάνουμε με την ιστορία μας και τον πολιτισμό μας ως κοινότητες;»

Το φιλμ Χίμαιρα που προβάλλεται ήδη στις αίθουσες έχει πρωταγωνιστή τον Άρτουρ (ένας υπέροχα συγκινητικά ευάλωτος Josh O’Connor) έχει το χάρισμα να ανακαλύπτει αρχαίους τάφους και να τους παραδίδει σε συμμορίες τυμβωρύχων. Εκείνος, μοιάζει παραδομένος στην ομορφιά και την αναζήτηση του δικού του χαμένου θησαυρού. Της γυναίκας του που έχει χαθεί. Εκείνος όμως συνεχίζει να την ψάχνει. Ψάχνει εκείνη. Ακολουθεί την κόκκινη κλωστή της. Τον κόκκινο μίτο της. Τον ακολουθεί ή αυτός ο κόκκινος μίτος τον τραβάει; Τον ακολουθεί  ή απλώς είναι δεμένος μαζί του; Ακολουθεί αυτήν την κλωστή; Το κορίτσι του ή τον εαυτό του; Ακολουθεί την απώλεια του ή τον χαμένο εαυτό του και άρα την ήττα του; Μήπως ακολουθεί την ιστορία του; Τη δική του την προσωπική ή και τη συλλογική ή μήπως του τόπου στον οποίο βρίσκεται, της Τοσκάνης της δεκαετίας των’80ς.

Alice Rohrwacher

Ο Άρτου δεν κυνηγάει Χίμαιρες. Η αγάπη, η σύνδεση δεν μπορεί να είναι μια τέτοια, όσο νικημένος και να μοιάζεις μπροστά, απέναντι της ή πίσω της. Γύρω από το Άρτου όμως τα περισσότερα είναι χίμαιρες, αλλά αν κοιτάξει κανείς καλύτερα, θα βρει αγκαλιές-ψαλίδια που τους κόβουν τους μίτους. Θα περάσει μέσα από κτήρια που καταλαμβάνονται από τη συλλογική φροντίδα, σπηλιές-περάσματα για άλλες διαστάσεις (πραγματικότητες, έθνη, φυλές). Αρχαία τοτέμ που δεν έχουν τιμή ακόμα και όταν αγοράζονται (ίσως κυρίως τότε). Η Rohrwacher αυτό κάνει στις ταινίες της: Δημιουργεί διεξόδους γύρω από του ήρωες και τις ηρωίδες της ακόμα και αν αυτοί και αυτές δεν τις παίρνουν. Τους αγαπάει ακόμα. Τους λατρεύει. Συγκεκριμένα εδώ, με την αργότητα του μελιού, τις παζολινικές και φελινικές αναφορές της δεν προσφέρει απλό μελωμένο ρομάντζο (που και αυτό εντάξει θα ήταν), αλλά πλέκει ένα ολόκληρο σύμπαν μαγικού ρεαλισμού που μπορεί ανά πάσα στιγμή να είναι είτε μόνο το ένα είτε μόνο το άλλο.  Δε κυνηγάει τη χίμαιρα του μεγάλου σινεμά. Τη νοιάζουν οι μικροί κόμποι που δεν χρειάζεται να λυθούν από κάποιο θαρραλέο σπαθί. Τη νοιάζει η ίδια κλωστή που πλέκεται, τη στιγμή που πλέκεται για να γίνει ζωή και έπειτα ιστορία. Την ενδιαφέρει η χρονική και ιστορική στιγμή που αποφασίσαμε να πέσουμε στην χίμαιρα-νάρκη του υλισμού και να στήσουμε σαθρά αγάλματα για να τα βάλουμε να κάθονται απλώς όμορφα στα μουσεία των ηττών μας. Λες και μας υποσχέθηκαν ποτέ κάποια νίκη. Λες και έχει μόνο αυτή σημασία.

 

Ποια ήταν η αφετηρία για τη δημιουργία του φιλμ Η Χίμαιρα;

Από πολύ μικρή σκεφτόμουν τους ανθρώπους που έζησαν στον τόπο μου πριν από εμένα, αλλά και εκείνους που θα ζήσουν μετά από εμένα. Έχω αυτή την αλυσίδα συνεχώς πολύ έντονα στο μυαλό μου. Αλλά και με το τι θα αφήσω εγώ η ίδια πίσω μου. Όχι ως κληρονομιά, αλλά ως αντίκτυπο. Όταν ήμουν μικρή υπήρχε μεγάλη κινητικότητα γύρω από το λαθρεμπόριο αρχαιοτήτων. Άκουγα και έβλεπα πολλές ιστορίες στα ’80s με συμμορίες από ντόπιους tombaroli (τυμβωρύχους). Φαντάζομαι και στην Ελλάδα θα υπήρχε έντονη κινητικότητα γύρω από αυτό. Όλο αυτό μου προκάλεσε το ενδιαφέρον όχι επειδή με ενδιαφέρουν οι νόμοι του κράτους, αλλά επειδή με νοιάζουν κυρίως οι άγραφοι νόμοι. Αυτοί που έχουν να κάνουν με τον σεβασμό απέναντι σε αντικείμενα που σμιλεύτηκαν για να συνοδεύουν τις ψυχές νεκρών στον άλλο κόσμο και όχι για τα μάτια των ζωντανών. Έτσι άρχισα να συλλέγω πληροφορίες για ποιον λόγο οι άνθρωποι το έκαναν αυτό. Και έτσι κατέληξα να αναρωτιέμαι για τη δεκαετία του ’80s και το τι συνέβαινε τότε. Τι έφταιγε που οι άνθρωποι δεν έδειχναν τον απαιτούμενο σεβασμό στην Ιστορία τους, στους νεκρούς, στο παρελθόν ή και στο μέλλον τους; Έφτασα, λοιπόν να με απασχολεί η αρχή του υλιστικού κόσμου. Ως μια αφετηρία για τις τρομακτικές διαστάσεις που έχουν τα υλικά αγαθά σήμερα και πώς μπροστά στο κέρδος μπορούμε οι άνθρωποι, ολόκληρες κοινωνίες, να καταστρέψουμε τα πάντα. Οπότε αυτή η ταινία μάς αφηγείται την ιστορία μιας γενιάς που μας οδήγησε σε αυτό που ζούμε σήμερα. Φυσικά, δεν κατηγορώ τους ανθρώπους που δεν είχαν να ταΐσουν την οικογένειά τους, μιλάω για εκείνους που δεν τους έλειπαν τα βασικά και έκαναν ό,τι έκαναν από την ανάγκη τους να αποκτήσουν όλο και περισσότερα. Να μπουν με τη βία σε ιερούς χώρους και να τους βεβηλώσουν χωρίς φειδώ, καταστρέφοντας ανεκτίμητους θησαυρούς.

Στο κέντρο της ιστορίας σας υπάρχει και ο μύθος του Ορφέα και της Ευρυδίκης. Έχω δίκιο;

Ναι, διάβασα τον μύθο, αλλά είχαμε πάντα μαζί μας στα γυρίσματα της ταινίας Τα Σονέτα προς τον Ορφέα του Rainer Maria Rilke. Ο ήρωάς μας δεν αναζητά μόνο υπόγειους θησαυρούς, ψάχνει για μια γυναίκα σε μια άλλη διάσταση, αλλά ταυτόχρονα αναζητά και ένα όμορφο μέρος όπου δεν θα νιώθει δυστυχισμένος και πληγωμένος. Είναι ρομαντικός, ευάλωτος, τραγικός, αλλά και αστείος μέσα στην ανατολή του υλιστικού κόσμου. Είναι ένας άντρας που νιώθει ότι έχει το δικαίωμα να εισέλθει σε έναν ιερό χώρο, επειδή δεν έχει πλέον πίστη -κυρίως στη ζωή-, και αυτό τον διαλύει. Η ταινία αφορά έναν άνθρωπο που αγωνίζεται να αντιμετωπίσει γεγονότα από το παρελθόν του, αλλά είναι επίσης μια ταινία για το τι κάνουμε όλοι με τη δική μας ιστορία, με τον πολιτισμό μας ως κοινότητες.

Alice Rohrwacher

Η συλλογικότητα υφαίνεται έντονα στη Χίμαιρα. Υπάρχουν συμμορίες, κοινόβια, πολυμελείς οικογένειες, σπίτια που μετατρέπονται σε καταλήψεις.

Ναι, δεν με ενδιαφέρει να μιλήσω για ατομικότητες μόνο. Με ενδιαφέρει το τι κάνουμε ως ομάδες, ως κοινότητες, ως συλλογικότητες. Γιατί αυτός πιστεύω ότι είναι ο τρόπος να προκύπτουν τα γεγονότα. Μέσα σε αυτές, οι ατομικότητες μπορούν να λάμψουν, να δράσουν καλύτερα, αλλά και να αποκαλυφθούν, ό,τι και να είναι.

Αυτή η συλλογικότητα ως έννοια συνδέεται στην ταινία σας και με την ιδιοκτησία. Εγκαταλελειμμένα κτίρια αποκτούν νέα ζωή, τάφοι νεκρών έρχονται στο φως, μνήμες και μυστικά αποκαλύπτονται.

Μου αρέσει αυτό που λέτε, γιατί ήθελα να πλανιέται αυτή η ερώτηση σε όλη την ταινία. Τι μας ανήκει; Σε ποιους ανήκουν όλοι αυτοί οι θησαυροί που κλέβουν οι τυμβωρύχοι από τους τάφους; Τι ανήκει άραγε σε κάποιον; Πώς προκύπτει η κάθε ιδιοκτησία; Τι ανήκει στον καθένα μας ατομικά και τι συλλογικά; Και τι επίπτωση έχουν αυτές οι κτήσεις;

Alice Rohrwacher

Στην ταινία υπάρχουν τόσο πολλές γυναίκες, αλλά το φιλμ αγκαλιάζει επίσης τους άντρες, που μοιάζουν απαρχαιωμένοι επειδή είναι υποχρεωμένοι να επιδεικνύουν τη μάτσο πλευρά τους.

Ναι, η ταινία θέλει να σκύψει στην ψυχολογία της αρρενωπότητας, αλλά και στη θλίψη που μπορεί να προκαλέσει η καταπίεση να πρέπει να έχεις τον ρόλο του μάγκα. Συνήθως, στις ταινίες και στα βιβλία βλέπουμε πόσο τιμητικό είναι να είσαι μάτσο. Αλλά, στην πραγματικότητα, νομίζω ότι υπάρχουν πολλοί που ούτε θέλουν, ούτε μπορούν, ούτε τους χρειάζεται να είναι “μάγκες” και έτσι νιώθουν λυπημένοι και μοιάζουν θλιβεροί που πρέπει να το κάνουν. Ο Άρτου είναι ένας τέτοιος. Θες να κλάψεις γι’ αυτόν, να τον συμπονέσεις για το δράμα, το παράπονό του και την επιμονή να ψάχνει, να θαυμάζει το ωραίο, σε αντίθεση με τους άλλους άντρες γύρω του. Η πατριαρχία και ο σεξισμός δεν καταπιέζουν αποκλειστικά τις γυναίκες.

Το γυναικείο βλέμμα στον κινηματογράφο δυναμώνει όλο και περισσότερο τα τελευταία χρόνια;

Ναι, αυτό συμβαίνει, αλλά δεν νομίζω ότι είναι ποσοτικό. Η συζήτηση θα πρέπει να μεταφερθεί και στο τι έχουμε δει όλα αυτά τα χρόνια από τους άντρες σκηνοθέτες. Χρειάζεται να παρατηρήσουμε το παρελθόν, τις εικόνες που μας έχουν περάσει σαν πραγματικότητα και να μεταφέρουμε οι σκηνοθέτριες το δικό μας βίωμα, που χρειάζεται ακόμα προσπάθεια για να απαλλαγεί από το male gaze.

Το άλλο που νιώθω ότι κάνετε σε όλη την ταινία είναι αυτή η καθησυχαστική απόσταση που χτίζετε ανάμεσα σε διάφορες πλευρές: την Ιστορία και τους μύθους, την πραγματικότητα και την Ιστορία, το παρελθόν και το παρόν, τις συγγένειες και τις πραγματικές συνδέσεις, τη ζωή και τον θάνατο. Ανάμεσα σε αυτά τα δίπολα τοποθετείτε κυρίως μια υπομονή στη κάμερα σας, στις εικόνες σας και γύρω από αυτές.

Σας ευχαριστώ που το λέτε αυτό. Δεν ήθελα να προκύπτουν απαντήσεις μέσα από αυτές τις αντιστίξεις. Μου αρέσουν οι αποστάσεις που λέτε, κυρίως γιατί δημιουργούν το πλαίσιο επικοινωνίας μεταξύ αυτών των πλευρών. Ο σκοπός είναι αυτές να επικοινωνούν. Οπότε η επικοινωνία είναι ο στόχος. Δεν ξέρω αν το καταφέρνω, αλλά αυτό προσπαθώ.

Δεν μπορώ να μην σας αναφέρω τη μικρού μήκους ταινία Le Pupille. Αυτό το μικρό θαύμα για τα άτακτα κορίτσια.

Τα κορίτσια μεγαλώνουμε καταπιεσμένα από την ντροπή και την ενοχή γύρω από την απόλαυση. Αυτό το άτακτο όπως λέτε κορίτσι, στην ταινία σπάει τους κανόνες, φτιάχνει δικούς του, μοιράζει το απαγορευμένο κέικ. Το απολαμβάνει και το μοιράζεται. Δεν το κρατάει για εκείνη. Αυτό ας κάνουμε όλες. Να μοιράζουμε τα γλυκά μας.

 

Ακολουθήστε το ELLE στο Google News και μάθετε πρώτοι όλα τα νέα!

Σχετικά θέματα:

MHT