«Το Φινιστρίνι του Βασίλη Ρίσβα είναι ένας μονόλογος που μιλά για την τάση των σύγχρονων ανθρώπων να αυτοαπομονώνονται, σε κοινωνίες που μαστίζονται από την κρίση, όπως είναι η ελληνική. Να μπαίνουν, δηλαδή, σε ένα καθεστώς οικειοθελούς εγκλεισμού, να εγκλωβίζονται στους μικρόκοσμούς τους. Μια τέτοια επιλογή μέρα με τη μέρα μοιάζει όλο και πιο αναπόφευκτη. Σε ένα περιβάλλον που δείχνει να καταρρέει, καλούμαστε να αντιμετωπίσουμε κατά μέτωπο τον ίδιο μας τον εαυτό.
Έτσι και ο ήρωας καλείται να αντιμετωπίσει το παρελθόν του κάνοντας αναδρομή σε όλα όσα τον έκαναν να πάρει την απόφαση να απομονωθεί από το κοινωνικό σύνολο. Όχι για να καταλήξει στο αν θέλει να ζήσει ή να πεθάνει, αλλά για το πώς θέλει να ζήσει. Γιατί η ζωή μας είναι κάτι που μας δίνεται και εμείς είμαστε εδώ για να τη διαχειριστούμε με έναν τρόπο. Ζούμε για να βρούμε αυτό τον τρόπο ώστε να είμαστε λειτουργικοί, ευτυχισμένοι, δημιουργικοί και χρήσιμοι στην κοινωνία. Δεν είμαστε ερημίτες, συνυπάρχουμε με τους άλλους. Για πρώτη φορά ανεβαίνω στη σκηνή έχοντας να παίξω έναν μονόλογο, χωρίς να υπάρχει κάποιος άλλος εκεί πάνω για να ακουμπήσω το βλέμμα μου. Ήταν μια δυσκολία αυτό, αλλά αυτού του είδους οι δυσκολίες για εμάς τους ηθοποιούς δεν τελειώνουν ποτέ. Πρέπει να βρίσκουμε πάντα τον τρόπο για να υπάρξουμε σε ένα έργο και να το υπηρετήσουμε. Τη μοναξιά, πάντως, ως σύγχρονη επιδημία την αντιμετωπίζω, τη βλέπω, την παρατηρώ. Το δυστυχές είναι ότι δεν χρειάζεται ένας άνθρωπος να είναι μόνος του για να νιώθει μόνος. Νιώθει μόνος σε παρέες, σε μεγάλες πολυπρόσωπες οικογένειες. Βλέπεις στα μάτια του χαραγμένη την ήττα της μοναξιάς. Και αυτό είναι το πιο θλιβερό. Από την άλλη, θα ήταν περίεργο να μην είχε δημιουργηθεί όλο αυτό. Κάπως θα έγραφε όλη αυτή η κατάσταση που βιώνουμε στις ψυχές των ανθρώπων. Η ζωή έχει γίνει πολύ δύσκολη και νιώθω ότι έχουμε φτάσει σε ένα τέλμα. Φορτώσαμε την ύπαρξή μας με τόσες υποχρεώσεις και περιπέτειες, τις οποίες δεν είχαμε πραγματικά ανάγκη. Έτσι, όταν φτάσαμε να τα στερηθούμε όλα αυτά και ξαφνικά μείναμε μόνοι μας με ένα άδειο κουφάρι που δεν ξέραμε τι να το κάνουμε, τότε διαλυθήκαμε. Επιπλέον, έχουμε απομακρυνθεί από την πνευματικότητα και την ουσία των πραγμάτων. Δεν φροντίζουμε για το πώς θα γίνουμε καλύτεροι άνθρωποι, αλλά για το πώς θα φτιάξουμε μια τέλεια εικόνα. Μια ωραία βιτρίνα, η οποία δεν κουβαλάει τίποτα μαζί της. Και αυτό είναι κουτό, αφελές μα κυρίως επικίνδυνο για την ψυχική μας υγεία. Ωραίο πράγμα είναι η εικόνα, αλλά όταν το πέρα από αυτή είναι σαθρό, κάποια στιγμή θα την καταστρέψει. Σήμερα, όταν λέμε εικόνα σκεφτόμαστε τα social media. Εγώ εκεί δεν τα πολυσκέφτομαι τα πράγματα, δεν τα πολυαναλύω. Ούτε κάνω κάτι για να κυνηγήσω κλικ και like. Λειτουργώ με τη στιγμή. Δεν θα βασανίσω τον εαυτό μου για να φτιάξω κάτι που θα αρέσει ή θα είναι συνεπές προς την εικόνα μου. Επίσης, το Ιnstagram δεν είναι μια άλλη… εναλλακτική σκηνή. Ό,τι έχει μάθει ένας ηθοποιός μπορεί να βρει εφαρμογή πάνω σε μια σκηνή, μπροστά σε μια κάμερα. Όχι σε μια στείρα εικόνα ενός κοινωνικού δικτύου. Το ότι μπορεί να έχουν βοηθηθεί κάποιοι -μαζί με αυτούς και εγώ- από κάποιες εμπορικές συνεργασίες που γίνονται στα social media, αυτό ναι, ισχύει, αλλά είναι κάτι πολύ διαφορετικό. Ως ηθοποιό όμως όλο αυτό δεν σε πάει κάπου.
Επιστρέφοντας στην παράσταση, μπορώ να πω ότι το τέλος είναι αρκετά παρηγορητικό. Βλέπουμε έναν ήρωα να συνειδητοποιεί και να παραδέχεται στον εαυτό του ότι είναι ωραία η μοναχικότητα, αρκεί να μη γίνει μοναξιά. Γιατί η τελευταία μπορεί να σε οδηγήσει σε μονοπάτια που είναι και απρόβλεπτα και μη ελέγξιμα».
«Τα τελευταία χρόνια έχω κάνει μια περίεργη συνειδητοποίηση. Οι άνθρωποι του θεάτρου, επειδή από το πρωί μέχρι το βράδυ ασχολούμαστε με το αντικείμενό μας, είτε είμαστε σε πρόβες είτε μπροστά από μια κάμερα είτε σε σεμινάρια, αποξενωνόμαστε από την κοινωνία. Ξεχνάμε πώς ζουν οι υπόλοιποι, τα ουσιαστικά και αληθινά προβλήματα. Αδιαφορούμε για τις επιλογές τους, τις επιθυμίες τους, τα αισθητικά τους κριτήρια. Έχουμε φτιάξει ασυνείδητα έναν μικρόκοσμο μέσα στον οποίο βρίσκουμε εύκολο καταφύγιο. Πέρα από αυτό, και εγώ προσωπικά έχω περάσει πολλές στιγμές που θέλω να απέχω από την κοινωνία. Όχι επειδή πιστεύω ότι η απομόνωση θα μου κάνει καλό, αλλά γιατί δεν θέλω να περιφέρω τη δυστυχία και τη μιζέρια μου. Είναι και αυτό μια άμυνα: να μη βαραίνω τους άλλους με ό,τι με βασανίζει. Αυτές είναι περίοδοι βαθιάς ενδοσκόπησης, παραδοχής, συζήτησης με τον εαυτό σου και τις απαλύνω με μουσικές, βιβλία, τραγούδια, ταινίες. Στο σπίτι μού κάνει τρομερή συντροφιά το σκυλί μου, με βοηθάει να αδειάζω από τις σκέψεις και τις ανησυχίες μου.
Αυτό που με προβληματίζει είναι ότι εκεί έξω, σε αυτό τον κόσμο, έχουμε χαράξει πολιτικές που είναι εξαιρετικά βλαβερές για το περιβάλλον μας. Και όταν λέω περιβάλλον δεν εννοώ τα δάση, τα ρυάκια, τα λαγκάδια, αλλά τον χώρο που μας φιλοξενεί. Δεν υπάρχει καμιά κυβέρνηση, κανένα κράτος που να έχει ως κύριο μέλημά του την προστασία του χώρου όπου ζούμε. Οι άνθρωποι δεν έχουμε κατανοήσει ότι η Γη ως πλανήτης θα συνεχίσει να υπάρχει, ακόμα και αν εμείς αφανιστούμε. Απλώς θα σταματήσει να είναι φιλόξενη για εμάς. Το ότι δεν το συνειδητοποιούμε αυτό με αφήνει άναυδο. Το ίδιο και το γεγονός ότι οι κοινωνίες δεν είναι αλληλέγγυες, ανθρωποκεντρικές, δεν μεριμνούν για όσους έχουν ανάγκη. Θεωρούμε αυτονόητο ότι όλοι μπορούν να εργαστούν, να τραφούν, αλλά δεν ισχύει κάτι τέτοιο. Υπάρχουν πολλοί που μας έχουν ανάγκη. Και αυτό δεν πρέπει να το ξεχνάμε.
Εκείνο που προσπαθώ εγώ είναι να είμαι όσο το δυνατόν πιο ευθύς απέναντι στα θέλω μου. Να δείχνω στους ανθρώπους ακριβώς αυτό που ζητώ, χωρίς να το περιπλέκω, να επικοινωνώ την ουσία των επιθυμιών μου».
Info: Η παράσταση Φινιστρίνι παίζεται στο Από Μηχανής Θέατρο, amtheater.gr