Ο Antonio Moresco ανήκει στους κορυφαίους Ιταλούς συγγραφείς της εποχής μας. Γεννήθηκε στη Μάντοβα το 1947 και σήμερα ζει στο Μιλάνο. Εμείς τον γνωρίσαμε από το Φωτάκι (εκδ. Καστανιώτης) που διαβάσαμε την περσινή σεζόν. Πριν από λίγο καιρό, κυκλοφόρησε από τις ίδιες εκδόσεις το Τραγούδι των Δέντρων. Και αυτό ήταν μια τέλεια ευκαιρία για να μιλήσουμε μαζί του. Κυρίως για τον τρόπο που μπορεί και περπατά με ευστοχία και καθαρότητα στο όριο μεταξύ ζωής και θανάτου, πραγματικότητας και της μεταφαντασίας, της γλύκας ενός παραμυθιού και του σκοταδιού μιας κατάρας. Το Τραγούδι των Δέντρων προέκυψε μέσα στην περίοδο της καραντίνας, όταν ο συγγραφέας επέστρεψε στη γενέτειρά του, τη Μάντοβα, όπου πέρασε την παιδική και εφηβική του ηλικία – το μαύρο κουτί της ζωή του. Εκεί, βρέθηκε πλέον εγκλωβισμένος και ολομόναχος σε μια πόλη που τον γέννησε ξανά την στιγμή που εκατομμύρια άνθρωποι πέθαιναν. Παρηγοριά του τα δέντρα, τα κλαδιά, οι ρίζες και οι γνώσεις τους. Οι καρποί των συζητήσεων τους έγινε ένα βιβλίο, ποιητικό, υπνωτιστικό που κάποιες φορές αφού το διαβάσεις κοιτά τα δέντρα και αυτά μπορεί και να λυγίσουν για να σου ψιθυρίσουν κάτι στα αυτί.
Το Τραγούδι των δέντρων είναι ένα κρεσέντο για τη σχέση του ανθρώπου με τη φύση; Τι άλλο είναι; Ποιος ήταν ο σκοπός του;
Το πρόβλημα είναι πως ο άνθρωπος αποτελεί μέρος της φύσης, αλλά σταδιακά ανέπτυξε ένα σύστημα ιδεών που τον οδήγησαν να αισθάνεται ανώτερος από τη φύση και να αντιτάσσεται στον υπόλοιπο κόσμο. Αναπτύσσει μιαν άγρια αντίληψη απόλυτης υπεροχής, η οποία υποστηρίζεται από κάθε είδους ιδεολογίες: θρησκευτικές (μόνο ο άνθρωπος έχει ψυχή, ενώ όλα τα υπόλοιπα έμβια όντα όχι), οικονομικές (ο μόνος Θεός είναι η οικονομία και η αύξηση του κέρδους, πάση θυσία), πολιτικές (τίποτε δεν πρέπει να αντιτάσσεται στην επικύρωση της εξουσίας και της εκάστοτε φατρίας)… Γεγονός που κατέληξε να μετατρέψει την αύξηση του ανθρώπινου είδους σε μια μάστιγα για τη φύση. Τώρα όλο αυτό στρέφεται εναντίον μας, επιστρέφει πάνω μας σαν μπούμερανγκ, θέτοντας σε κίνδυνο την επιβίωσή μας στον πλανήτη. Οι άνθρωποι θεωρούν τον φυτικό κόσμο ως ένα σκαλοπάτι κατώτερης ζωής, μια αδρανή μάζα προς λεηλασία, στην οποία δεν αποδίδεται νοημοσύνη, παρότι αυτή ζει εδώ και εκατομμύρια χρόνια, ενώ το είδος μας υπάρχει μόνο λίγα εκατοντάδες χιλιάδες χρόνια και έφτασε ήδη σε αυτό το σημείο. Αυτή είναι η υποτιθέμενη ανώτερη νοημοσύνη μας; Σκοπός του βιβλίου μου (αλλά και κάθε βιβλίου που βιώθηκε σπαρακτικά) είναι η σκέψη, ή η αυταπάτη, να αγγίξει τον νου και την καρδιά των άλλων ανθρώπων και να «συγκινήσει τα άστρα» (όπως έλεγε ο Flaubert), παίζοντας το τενεκεδένιο ταμπούρλο μας.
Η σημασία αυτής της σχέσης υπογραμμίστηκε πιο πολύ από ποτέ τους τελευταίους μήνες;
Ναι, υπάρχει μια αυξανόμενη ευαισθησία σε αυτό το θέμα, μα υπάρχουν επίσης δυνάμεις και συμφέροντα που δεν μπορούν και δεν θέλουν να βγουν από τα στενά τους πλαίσια και τη νοητική φυλακή τους, αφού δεν βλέπουν ούτε εκατοστό πέρα από τη μύτη τους. Γι’ αυτό είναι τόσο τρομερά δύσκολο –ακόμη και μπροστά σε τέτοια κρίσιμη κατάσταση του είδους– να προχωρήσουμε σε μια βαθιά αλλαγή όσον αφορά τη σχέση μας με την υπόλοιπη φύση, να οδηγηθούμε σε μια ανθρώπινη μεταμόρφωση.
Θα είχατε γράψει άλλο βιβλίο αν δεν ήσασταν κατά τη διάρκεια της καραντίνας στον τόπο των «ριζών» σας, στην πατρίδα σας τη Mantova;
Οπωσδήποτε. Η τύχη το θέλησε (εξαιτίας διάφορων προσωπικών περιπετειών που με οδήγησαν μακριά από το σπίτι μου στο Μιλάνο, όπου έζησα για σαράντα χρόνια) να βρεθώ στη γενέτειρά μου, τη Mantova, σε ένα άγνωστο σπίτι που μου παραχώρησε ένας φίλος και να αποκλειστώ εκεί λόγω της απαγόρευσης μετακινήσεων. Κατέληξα στον τόπο της παιδικής και εφηβικής μου ηλικίας, των ριζών μου και των πληγών μου. Το να τριγυρίζω τη νύχτα μόνος στα σοκάκια της παλαιάς πόλης –έρημης λόγω της πανδημίας– στάθηκε μια συγκινητική και συνταρακτική εμπειρία, η οποία μου επέτρεψε να δω και να ακούσω όσα δεν είχα δει και ακούσει ποτέ πριν.
Άλλαξε κάτι στο τραγούδι από τη στιγμή που εκδώσατε το βιβλίο; Σας έχει εκμυστηρευτεί κάποιο δέντρο κάτι παραπάνω;
Αφότου έγραψα το βιβλίο, κοιτάω τα δέντρα με διαφορετικό τρόπο, όπως δεν τα είχα δει ποτέ πριν. Διότι υπάρχει ένας ολόκληρος κόσμος γύρω μας που δεν είμαστε ικανοί να δούμε, εξαιτίας των νοητικών και ιδεολογικών παρωπίδων μας. Πρέπει να μάθουμε πάλι να κοιτάμε τον κόσμο σαν να τον βλέπαμε για πρώτη φορά, σαν μια οπτασία.
Στα κείμενά σας επικοινωνείτε με τη φύση μέσα από τον δρόμο της φαντασίας, της μαγείας και του ονείρου, ή μέσω της αναστροφής της πραγματικότητας;
Μόνο με νοητικές δυνάμεις και αφηρημένες εννοιολογικές αλληλουχίες είναι αδύνατον να δούμε τον κόσμο που μας περιβάλλει και να τον αφηγηθούμε με λέξεις σε ένα έργο. Χρειάζεται να αντλήσουμε άλλες δυνάμεις από μέσα μας, τις οποίες λησμονήσαμε λόγω της υπεροχής μιας μονάχα γνωστικής διαδικασίας. Ωστόσο υπάρχουν, σε κάποια γωνιά του εαυτού μας έχουν μείνει εκεί και περιμένουν. Σήμερα πρέπει να αντλήσουμε αυτές τις δυνάμεις, να τις συσχετίσουμε με τις υπόλοιπες και να τις πολλαπλασιάσουμε. Είναι οι δυνάμεις που γέννησαν επίσης τα παραμύθια, όπου το αδύνατο, το αδιανόητο μπορεί να εισχωρήσει στη ζωή και να την αναστρέψει. Δεν είναι δεδομένο ότι η «πραγματικότητα» (ή καλύτερα εκείνος ο μοναδικός τρόπος να βλέπουμε την πραγματικότητα, όπως επιβεβαιώθηκε τους τελευταίους αιώνες) είναι απλώς εκείνη που νομίζουμε πως είναι, και ότι η ανάγνωσή της, που ονομάστηκε «ρεαλισμός», είναι ο μοναδικός τρόπος γνώσης και διεύρυνσης του κόσμου.
Ποιος δρόμος είναι πιο επίπονος όταν ολοκληρωθεί η επικοινωνία;
Η επικοινωνία δεν είναι το παν όπως νομίζουμε σήμερα, ή μάλλον δεν υπάρχει μόνο μια οριζόντια επικοινωνία, υπάρχει επίσης μια κάθετη.
Με τους ανθρώπους πώς επικοινωνείτε; Είναι πιο δύσκολη η επικοινωνία μαζί τους σε σύγκριση με τα δέντρα;
Καμιά φορά φαίνεται πως είναι, γιατί ενώ τα δέντρα επικοινωνούν μέσω των ριζών και ανταλλάζουν πληροφορίες ωφέλιμες για τη ζωή τους, οι άνθρωποι κρύβουν πίσω από ό,τι ονόμασαν «επικοινωνία» και μια βαθιά εχθρότητα, μια επιθυμία αυτοεπιβεβαίωσης μέσα από την εξαπάτηση και την καταπίεση.
Ποια είναι τα κοινά των ανθρώπων με τα δέντρα; Τις ρίζες ή τα κλαδιά μας φροντίζουμε περισσότερο εμείς οι άνθρωποι σήμερα; Τι κάνουμε λάθος;
Τα δέντρα είναι βουβά, δεν έχουν εγκεφαλική και ιεραρχική δομή όπως εμείς οι άνθρωποι, εντούτοις στο εσωτερικό τους συμβαίνουν απίστευτα, αδιανόητα πράγματα. Όχι, δεν φροντίζουμε τις ρίζες και τα κλαδιά μας, ούτε την ψίχα, τους δακτυλίους των κορμών και τα φύλλα μας. Είμαστε ένα είδος γεμάτο φόβο, καταστροφική και αυτοκτονική ορμή. Αν δεν είχαμε κάνει λάθος σε όλα, δεν θα φτάναμε εδώ όπου βρισκόμαστε. Αλλά αυτή η καταστροφή, όπως ενίοτε συμβαίνει, μπορεί να μεταμορφωθεί σε μια πρωτόγνωρη ευκαιρία. Βρισκόμαστε απέναντι στη μεγαλύτερη και πιο ακραία δοκιμασία του είδους μας.
Στην ιστορία που ζούμε τώρα με την πανδημία, ποιο θα έπρεπε να είναι το «φωτάκι» μας ως κοινωνία, και ποιο είναι για εσάς προσωπικά;
Είμαστε ένα αδελφοκτόνο είδος που απεναντίας θα χρειαζόταν να προχωρήσει σε μια μεγάλη αδελφοσύνη. Και σε αυτό το μυστηριώδες, ασύλληπτο, αντισυμβατικό και ανεπίκαιρο πράγμα που ονομάστηκε «αγάπη».
Τι είναι εκείνο που μπορεί να κάνει το «τραγούδι των δέντρων» να σιωπήσει και το «φωτάκι» να σβήσει από τις ζωές μας;
Η έπαρση, η απληστία, ο κυνισμός, η ηλιθιότητα, ο υπερβολικός και επιθετικός φόβος μας, η έλλειψη πάθους και ζήλου, η τρέλα μας.
Ποιο είναι το χειρότερο πράγμα που μπορεί να συμβεί σε ένα βιβλίο: να μη γραφτεί, να μη διαβαστεί ή κάτι άλλο;
Το χειρότερο για ένα βιβλίο είναι να το βλέπουν μόνο ως «βιβλίο» και όχι ως μια πάντα ανοιχτή πληγή, ένα μάτι βελόνας μέσα από το οποίο μπορούμε να περάσουμε για να πάμε σε μιαν άλλη πλευρά.
Τι διαβάζετε αυτόν τον καιρό; Τι από όσα έχετε διαβάσει σας έχει παρηγορήσει;
Αυτό το διάστημα κάνω διαδικτυακές συναντήσεις με τίτλο «Η βιβλιοθήκη του ζήλου». Για να προετοιμαστώ, ξαναδιαβάζω βιβλία και συγγραφείς που στη διάρκεια της ζωής μου, και κυρίως στις πιο δύσκολες και σκοτεινές στιγμές, μου μετέδωσαν άκαμπτο πνεύμα και ζήλο, βοηθώντας με να μην υποκύψω. Μερικά από αυτά είναι: η αλληλογραφία του Van Gogh, τα ποιήματα και τα πεζά του Leopardi, ο αγαπημένος Δον Κιχώτης, οι Επτά στύλοι της σοφίας του T. E. Lawrence, οι αναμνήσεις του Μαύρου Ελαφιού (Η ιερή πίπα των Ινδιάνων), μυστικιστές όπως η Τερέζα της Avila και εκείνη του Lisieux, η Emily Dickinson, ο H. D. Thoreau… Εν τέλει καλλιτέχνες, ποιητές και συγγραφείς, αλλά και άνθρωποι της δράσης, τυχοδιώκτες, αγίες, ή επίσης χαρακτήρες παραμυθιών όπως το Κοριτσάκι με τα Σπίρτα. Άνθρωποι που δεν υπέκυψαν, που πάλεψαν και λάτρεψαν.
Μετάφραση από τα ιταλικα: Μαρία Φραγκούλη