Ιδιαίτερη φυσιογνωμία, όχι παραδοσιακά όμορφος όμορφος, με ένα σωρό πολύ δυνατές ερμηνείες στο ενεργητικό του σε μικρές, indie κυρίως, γερμανικές παραγωγές, όπως τα Happy End, Transit, Μεγάλη Ελευθερία, Undine. Τα περισσότερα μάτια έπεσαν πάνω του όταν είδαν τι μπορεί να κάνει με το βλέμμα, το σώμα και τη σπαρακτική εκφραστικότητά του στο Passages του Ira Sachs, υποδυόμενος έναν εγωκεντρικό σκηνοθέτη που ξεψαχνίζει την τοξικότητά του καταλήγοντας θύμα της. Ο Γερμανός Franz Rogowski, σε κάθε ταινία του έχει κάτι διαφορετικό να επιδείξει. Είναι διαφορετικός ακόμα και στις λεπτομέρειες. Κουβαλάει στις πλάτες του κάθε φορά την πιθανότητα και το ψέμα μιας αλήθειας που θέλει να ειπωθεί για τον ήρωά του, και αυτό έχει μια φροντίδα. Αυτή η αλήθεια και η φροντίδα ταιριάζουν τόσο πολύ στο σινεμά της σπουδαίας Andrea Arnold, στην τέταρτη ταινία της (όλες οι προηγούμενές της ήταν υποψήφιες για Χρυσό Φοίνικα και βραβευμένες, τελικά, με το Βραβείο της Επιτροπής).
Στο Bird, που μόλις έκανε πρεμιέρα στις ελληνικές αίθουσες, δίνει την καλύτερη ερμηνεία του υποδυόμενος τον Bird, έναν εκκεντρικό άντρα που θα βοηθήσει τη μικρή πρωταγωνίστρια Bailey να αντιμετωπίσει τους φόβους και τις ανησυχίες της στο δυσλειτουργικό οικογενειακό περιβάλλον της. Σε αυτό το φιλμ, ο ηθοποιός δίνει μια ερμηνεία στοιχειωτική και ανθρώπινη, ανάλαφρη, αλλά και βαριά, εσωτερική, αλλά και εξωστρεφή, μαγικά ρεαλιστική, με την ίδια πάντα ελευθερία που τον έχουμε συνηθίσει. Ο Franz Rogowski είναι ελεύθερος να ακολουθήσει μια λαμπρή καριέρα. Μιλήσαμε μαζί του λίγο πριν τη μεγάλη του απογείωση στον κόσμο του κινηματογράφου, που μοιάζει σίγουρη και υψηλών πτήσεων.
Για κάποιον που γνώριζε το σινεμά της Andrea Arnord και τη δική σας πορεία, η συνύπαρξή σας έμοιαζε σχεδόν αναγκαία. Πώς ήταν η συνεργασία σας; Είναι πολύ ιδιαίτερος ο τρόπος που η Arnord επιλέγει να δουλεύει, να σκηνοθετεί και να καθοδηγεί τους συνεργάτες της, τους ηθοποιούς, τους τεχνικούς, όλους όσοι συμμετέχουν σε αυτό που θέλει να δημιουργήσει. Στήνει μια νέα ζωή, ένα ολοκαίνουριο, δικό της σύμπαν. Μοιάζει να ζωντανεύει νεκρά πράγματα γύρω της. Τους δίνει ζωή με κινηματογραφικά εργαλεία. Έχει τα δικά της κινηματογραφικά ξόρκια. Κάνει τους ήρωές της να υπάρχουν. Ό,τι μπαίνει στην ταινία, πράγματι ζωντανεύει. Δεν έχει να κάνει μόνο με το γεγονός ότι χρησιμοποιεί μη επαγγελματίες ηθοποιούς στις ταινίες της ή ότι δεν έχουμε
στη διάθεσή μας όλη την ιστορία μέσα από ένα παραδοσιακό σενάριο, αλλά με το πώς αντιμετωπίζει τους πάντες. Δεν ξέρει μόνο τον τρόπο για να φέρει στο φως αυτό που θέλει να δείξει, αλλά και τον τόνο για να πει τα πράγματα. Αυτό που τη νοιάζει δεν είναι να κάνουν οι άνθρωποι το σωστό, αλλά το πιο τολμηρό. Και αυτό έχει ως αποτέλεσμα, όσοι συμμετέχουμε, να νιώθουμε ότι μας ανήκει η σκηνή. Έχουμε την ελευθερία να υπάρξουμε μέσα σε μια αλήθεια που αφήνει πίσω της τη λογική. Επίσης, έχει τη σοφία, όλους αυτούς τους ήρωες στις ταινίες της να μην τους αναπαριστά ούτε να τους παρατηρεί ως κάποιος εισβολέας. Ανήκει σε αυτό τον κόσμο, προέρχεται από αυτόν. Τον ξέρει και ακριβώς γι΄ αυτό δεν τον ρομαντικοποιεί, δεν τον εκμεταλλεύεται. Απλώς τον δείχνει. Αφήνει την κάμερά της να ζήσει μέσα σε αυτόν. Δεν καταγράφει. Η κάμερά της ζωντανεύει.
Υπήρξε κάτι που σας δυσκόλεψε σε αυτή την ιδιαίτερη προσέγγιση; Η αλήθεια είναι ότι για τις ανάγκες προώθησης μιας ταινίας, πιο συχνά μας ρωτάνε τι μας άρεσε, παρόλο που συμβαίνουν πολλά στραβά. Ήξερα από την αρχή ότι θα συνεργαστώ με ένα παιδί, δεν είχα στα χέρια μου όλη την ιστορία και το σενάριο. Αλλά δεν ήθελα ποτέ να ξέρω περισσότερα. Μου αρκούσε ότι η σκηνοθέτρια με εμπιστεύτηκε για να κάνω αυτό που είχε στο μυαλό της. Αυτό μου έφτανε. Δεν ήθελα να ξέρω τίποτα περισσότερο. Το να μπω σε μια τέτοια καλλιτεχνική συνθήκη ήταν μια θαυμάσια περιπέτεια. Ήταν υπέροχο για εμένα να παραμένω συνεχώς περίεργος κατά τη διάρκεια αυτής της μεταμόρφωσής μου από άνθρωπο σε πουλί. Ωστόσο, δεν υπήρχε τίποτα σωματικά αναπαραστατικό σε αυτή τη μεταμόρφωση. Ήταν ένα άλλο είδος διαδικασίας και μεταμόρφωσης αυτό που επιλέξαμε. Δεν σας κρύβω ότι πολλές φορές σκέφτηκα πως μπορεί να μην πετύχει τίποτα από αυτά που έκανα. Δεν υπήρχε, άλλωστε, η παραδοσιακή προετοιμασία για τον ρόλο. Η Arnold μοιράστηκε μαζί μου εικόνες με άντρες να κάνουν διάφορα πράγματα: να ανεβαίνουν σε κτίρια, να ακροβατούν, να πετούν. Έτσι ξεκίνησε η διαδικασία. Η συμβουλή της ήταν να δοκιμάσω διάφορα.
Το σινεμά της Arnold είναι με έναν πολύ δικό του τρόπο πολιτικό. Αν συμφωνείτε με αυτό, το Bird με ποιον τρόπο είναι για εσάς μια πολιτική ταινία; Όλα είναι πολιτικά, αλλά δεν νομίζω ότι το Bird φτιάχτηκε για να μεταφέρει πολιτικό μήνυμα. Δεν σου λέει πώς να ζήσεις τη ζωή σου, δεν παρουσιάζει καν έναν κόσμο στον οποίο υπάρχει μόνο το καλό και το κακό. Σε κάνει όμως να πιστεύεις σε κάτι, να ενώνεις τις τελείες, να λες «ναι» στις εμπειρίες. Αφήνει το μυαλό ανοιχτό για σκέψεις, συναισθήματα και επιλογές πέρα από τη λογική. Αυτό δεν ξέρω αν είναι πολιτικό, αλλά ποτέ δεν κάνεις μια ταινία με την προσδοκία αυτή να είναι πολιτική. Απλώς συμβαίνει. Η Arnold προσπαθεί να δημιουργήσει ένα σύμπαν πολύ δικό της. Κατάδικό της. Το να κάνεις κάτι τόσο βαθιά προσωπικό εγώ το βρίσκω φοβερά πολιτικό.
Το Bird «πετάει» πάνω από το τραύμα και την επούλωση. Ναι, προσπαθήσαμε να πετάξουμε πάνω από τη σύνδεση ανάμεσα στον δικό μου ήρωα, το πουλί, και την Bailey. Η σχέση μεταξύ τους είναι πνευματική. Είναι μια φωνή που έπρεπε να ανακαλυφθεί, αλλά ήταν ήδη εκεί. Πετούσε γύρω της.
Τι συμβολίζει το πουλί για εσάς; Εσείς έχετε καταφέρει να πετάξετε; Συμβολίζει την απλότητα, όταν πρόκειται για ένα σπουργίτι. Κάποια άγρια πουλιά μού φέρνουν στον νου τη δύναμη, την εξυπνάδα. Κάποια άλλα ξέρουν κάτι παραπάνω. Τα περιστέρια του Βερολίνου, από την άλλη, είναι η ίδια η θλίψη. Προσωπικά, έχω καταφέρει να πετάξω με διάφορους τρόπους. Από αγάπη, στο σεξ, με την ομορφιά της φύσης, αλλά κυρίως έχω πετάξει σε στιγμές που ξεχνάω τον εαυτό μου. Τις στιγμές που ξεχνάμε τον εαυτό μας, ανοίγουμε φτερά. Αυτή είναι η πτήση μας.
Η ερμηνεία σας είναι στοιχειωτική και ταυτόχρονα βαθιά ανθρώπινη. Πώς εξισορροπήσατε αυτές τις αντίθετες δυνάμεις; Προσπάθησα να κάνω απλώς τη δουλειά μου. Δεν είπα «θέλω να κάνω αυτό ή εκείνο». Εγώ και όλοι οι υπόλοιποι αφεθήκαμε στα χέρια της Arnold. Όταν βλέπω τον εαυτό μου στην οθόνη, παρατηρώ ότι προσπαθώ να γίνω κάτι. Βλέπω τη διαδικασία της μεταμόρφωσης. Όταν καταλάβω ότι προσπαθώ να γίνω κάτι, κάτι βαθύ, ή να είμαι
καλός, για παράδειγμα, αυτή είναι η χειρότερη στιγμή για εμένα. Η καλύτερη είναι όταν αντιλαμβάνεσαι ότι υπάρχει κάτι σε αυτό που κάνεις το οποίο είναι συναρπαστικό, καινούριο, σε απομακρύνει από όλα όσα ξέρεις. Να είσαι παρών σε αυτή τη στιγμή. Το να είμαι παρών σε μια στιγμή, είναι κάτι που μου έμαθε με έναν πολύ δύσκολο, αλλά συναρπαστικό τρόπο αυτή η ταινία. Πλέον το να ζεις τη στιγμή απέκτησε άλλο νόημα για εμένα.
Η ταινία γυρίστηκε σε πραγματικούς χώρους και με μη επαγγελματίες ηθοποιούς. Πώς επηρέασε αυτό τη δική σας δουλειά;
Αν κάποιος έχει δει τις ταινίες της Arnold, εντυπωσιάζεται από τον τρόπο που κάνει τα πράγματα να φαίνονται τόσο αληθινά, πολύχρωμα και ζωντανά. Αυτό συμβαίνει επειδή χρησιμοποιεί αληθινούς, πραγματικούς ανθρώπους. Δημιουργεί πραγματικές εμπειρίες. Κάνει το σετ να μοιάζει με πραγματική ζωή. Τα γυρίσματα, από την άλλη, επίσης είναι απλά, έχουμε χρόνο, ο καθένας παίρνει τον δικό του. Γύρω μας τρέχει μια ζωή, ένα κοινό σύμπαν, καλούμε ανθρώπους να πάρουν μέρος, ενώ δεν ξέρουν τίποτα γι’ αυτό που συμβαίνει. Αυτή είναι η δύναμη της Arnold, να φέρνει την πραγματικότητα στο σετ, να βλέπει τι συμβαίνει κάθε στιγμή και να την αξιοποιεί. Δεν υπάρχει η πίεση του να πραγματοποιηθεί μια σκηνή. Η Arnold κάνει τους πάντες να είναι παρόντες με μια αλήθεια, με μια φυσικότητα, με μια απλότητα γεμάτη δύναμη και ενέργεια. Σε αυτό αφέθηκα.
To Bird κυκλοφορεί στις αίθουσες από το Cinobo.
Κεντρική φωτογραφία: Visualhellas.gr / Φωτογραφίες κειμένου: Σκηνές από την ταινία Bird της Andrea Arnold