Στο βιβλίο η Μοναχοκόρη (εκδ. Ίκαρος) της Guadalupe Nettel οι Αλίνα, Λάουρα και Ντόρις βιώνουν -ή όχι- τη μητρότητα. Μέσω αυτών η συγγραφέας τονίζει τις κοινωνικές επιταγές που οδηγούν τις γυναίκες να “πληρώσουν” με όλα τα στάδια της δυνατότητας να γίνουν μάνες. Από την άρνηση, τη σύλληψη και την έκτρωση μέχρι τη γέννα και τη φροντίδα. Όμως, το κεντρικό ερώτημα είναι τι μας κάνει μητέρες και αν χρειάζεται να ακολουθήσουμε απαραίτητα μια οποιαδήποτε ταυτοτική μητρική ιδιότητα. Υπάρχουν στιγμές που αυτό το ερώτημα γίνεται ορμητικό, για να αντιδράσει -και όχι για να απαντηθεί- απέναντι στην επιβεβλημένη κοινωνική και βιολογική συσχέτιση με τη μητρότητα που κουβαλάμε οι γυναίκες στα σώματα μας. Στο τέλος, μένουν ως «μόνο παιδί» η αγάπη και οι σχέσεις μέσα από τις οποίες γεννιόμαστε και γεννάμε, όχι ως μάνες απαραίτητα και όχι παιδιά αντίστοιχα. Ίσως, η Μοναχοκόρη να αποτελεί μια ιδανική αφορμή για να σκεφτούμε πέρα από τη μητρότητα. Ίσως αυτός να είναι ο δρόμος για να απαλλαγούμε από την επιβολή της ως αδιάσπαστο μέρος της γυναικείας εμπειρίας και ο πιο σύντομος δρόμος για την πραγματική απελευθέρωσή μας και αυτοδιάθεσή μας χωρίς το οποιοδήποτε μητρικό βαρίδι.
To βιβλίο σας Η Μοναχοκόρη εγείρει πολλά ερωτήματα όσον αφορά τη συνειδητή απόφαση μιας γυναίκας να μην κάνει παιδιά. Γιατί δεν λέγονται τέτοιες ιστορίες στη λογοτεχνία και τι θα μπορούσαν να μας προσφέρουν;
Είναι αλήθεια ότι πολλοί γυναικείοι χαρακτήρες στη λογοτεχνία είναι μητέρες ή μέλλουσες μητέρες. Είναι δύσκολο να βρεις γυναίκες που αποφάσισαν να μείνουν άτεκνες. Κι αυτό επειδή, προφανώς, εδώ και αιώνες τα περισσότερα βιβλία έχουν γραφτεί κυρίως από άντρες. Οι γυναίκες έπρεπε να γεννούν και να αναθρέφουν παιδιά, να φροντίζουν το σπίτι και όχι να γράφουν ή να εργάζονται. Σ’ αυτό το βιβλίο ήθελα η ηρωίδα να είναι μια άτεκνη γυναίκα η οποία θα εξηγεί τους λόγους αυτής της επιλογής της.
Γινόμαστε μητέρες οι ίδιες όταν βοηθάμε μια μάνα να φροντίσει τα παιδιά της ή αν φροντίσουμε εμείς εκείνη; Θεωρούμαστε μητέρες αν εγκαταλείψουμε τα παιδιά μας για λίγο ή για πάντα; Είμαστε μητέρες του εαυτού μας;
Αυτά είναι ακριβώς τα ερωτήματα που ήθελα να θέσω με αυτό το βιβλίο. Ακόμη κι αν πιστεύω ότι η μητρότητα μπορεί να έχει πολλές μορφές, δεν είμαι σίγουρη ότι υπάρχει μια συγκεκριμένη απάντηση. Γι’ αυτό που είμαι σίγουρη, όμως, είναι ότι κατά την ανάγνωση, ο καθένας θα βρει τη δική του.
Προσπαθήσατε να καταρρίψετε τη στερεοτυπική εικόνα της μητρότητας παρουσιάζοντάς τη ως βιολογική και μη βιολογική, ως ατομική αλλά και συλλογική, μήπως όμως θα έπρεπε να πάρουμε τον πιο δύσκολο δρόμο ώστε να μην την αναζητάμε ταυτοτικά απαραίτητα; Να πάμε δηλαδή πέρα από αυτή;
Το στερεότυπο της ιδανικής μητέρας, από τη Μητέρα Φύση μέχρι την Παναγία, είναι μια μυθική φιγούρα. Ενσαρκώνει πολύ όμορφα συναισθήματα όπως ατέρμονη συμπόνια, προστασία, ευγένεια, αλτρουιστική αγάπη, γονιμότητα, δημιουργία… Η σκέψη και μόνο ότι αυτή η μορφή θα πάψει να υπάρχει, μας πονάει, μας κάνει να νιώθουμε ορφανοί. Το ζήτημα είναι ότι δεν υπάρχει άνθρωπος που μπορεί να συμπεριφέρεται έτσι 24/7. Και είναι τρομερή αδικία να ζητάμε από έναν άνθρωπο κάτι τέτοιο. Γι’ αυτό μου αρέσει να σκέφτομαι τη “διαπερατή” μητρότητα, την ιδέα ότι όλοι, ένας ένας με τη σειρά, μπορούμε να κρατήσουμε αυτή τη φιγούρα ζωντανή, να γεννάμε συλλογικά, όπως κάνουν πολλά ζώα και όπως έκαναν οι άνθρωποι εδώ και αιώνες, προτού η βιομηχανική επανάσταση μεταμορφώσει την ευρύτερη οικογένεια στη μικρότερη εκδοχή της. Κατά τη γνώμη μου, η πιο συγκινητική περίπτωση μητρότητας είναι αυτή που περνάει κρίση.
Έχετε κάνει μια πολύ δυνατή δήλωση: «Είναι πιο δύσκολο να ελέγξεις μια άτεκνη γυναίκα». Το νόημα είναι ξεκάθαρο, αλλά πείτε μας περισσότερα…
Ας φανταστούμε ένα ετερόφυλο ζευγάρι που αποφασίζει να αποκτήσει παιδιά. Τι περιμένουμε από τον άντρα να κάνει και τι από τη γυναίκα; Όλοι ξέρουμε την απάντηση η οποία, λίγο πολύ, είναι ίδια σε κάθε κοινωνία: ο πατέρας πρέπει να στηρίζει το παιδί και, όταν οι δουλειές του το επιτρέπουν, να περνάει χρόνο μαζί του. Η γυναίκα, από την άλλη, πρέπει να το γεννήσει, να το ταΐσει, να το φροντίσει αν αρρωστήσει, να είναι πάντα παρούσα στη ζωή του και να δημιουργήσει ένα σπιτικό όπου το παιδί θα είναι ευτυχισμένο και όλες οι ανάγκες του θα ικανοποιούνται. Οποιαδήποτε γυναίκα είναι μητέρα ή έχει δει από κοντά τη ζωή μιας μάνας ξέρει ότι όλα αυτά απαιτούν πολλή ενέργεια. Για να μην αναφέρουμε τις μητέρες που εργάζονται κιόλας. Μια μητέρα συχνά βάζει τα παιδιά της στην κορυφή των προτεραιοτήτων της, πολλές φορές πιο πάνω κι από την υγεία της. Προτεραιότητά της είναι τα παιδιά της και για την ευημερία τους θα κάνει πολλές υποχωρήσεις. Πώς, λοιπόν, μια γυναίκα με αυτά τα χαρακτηριστικά θα βρει τον χρόνο και τη θέληση να εγκαταλείψει την πόλη της και να ταξιδέψει ανά τον κόσμο, να οργανώσει μια κοινωνική επανάσταση, να αγωνιστεί για την κλιματική αλλαγή ή να κυβερνήσει μια χώρα;
Η γυναικεία φιλία βρίσκεται στο επίκεντρο του μυθιστορήματός σας. Τη θεωρείτε εστία φεμινισμού; Είναι ο βασικότερος και υγιέστερος τρόπος να στηρίζουμε οι γυναίκες η μία την άλλη;
Απολύτως. Ήθελα η φιλία να βρίσκεται στον πυρήνα της ιστορίας μου ως ένας δεσμός που μας στηρίζει και μας σώζει ακόμη και στις χειρότερες περιστάσεις. Η φιλία προέρχεται από την ταύτιση, την ενσυναίσθηση, αλλά και από τον φεμινισμό. Όλες οι μειονεκτικές ομάδες ανθρώπων, όπως οι σκλάβοι, οι φυλακισμένοι κ.ά. δημιουργούν δίκτυα κοινής στήριξης, δίκτυα αλληλοβοήθειας. Οι γυναίκες δεν αποτελούν εξαίρεση. Όταν αυτά τα δίκτυα ενισχύονται με ενσυναίσθηση και αφοσίωση μπορούν να γίνουν πολύ ισχυρά.
Επιλέξατε τη Laura ως αφηγήτρια της ιστορίας σας. Της γυναίκας που αποφασίζει ότι δεν θέλει να κάνει παιδί. Πόσο σημαντική ήταν για εσάς η επιλογή αυτής της κεντρικής φωνής;
Η κύρια φωνή είναι καθοριστική. Είναι η οπτική από την οποία ο αναγνώστης θα πρέπει να προσεγγίσει την ιστορία, αλλά όχι μόνο αυτό: δίνει τον τόνο, τη νοητική κατάσταση και όλη την υποκειμενικότητα που θα τον συνοδεύει κατά την ανάγνωση του βιβλίου. Η Laura, σ’ αυτή την περίπτωση μου επέτρεψε να αποστασιοποιηθώ από τις κυρίαρχες ιστορίες της Alina και της Doris και να σκεφτώ πάνω στις συνθήκες ζωής και τις επιλογές τους.
Με ποιους ακόμη τρόπους προσπαθεί η πατριαρχία σήμερα να φιμώσει τις ιστορίες μας;
Όπως υπάρχουν έντονες αντιδράσεις στον πολιτικό χώρο ενάντια στην απελευθέρωση των γυναικών, έτσι και στον λογοτεχνικό χώρο υπάρχουν αντιδράσεις ενάντια στη γυναικεία λογοτεχνία. Στον κλάδο της κριτικής λογοτεχνίας κυριαρχούν οι άντρες και κάποιοι από αυτούς προσπαθούν να δυσφημίσουν τις συγγραφείς που γράφουν γι’ αυτά τα βιώματα, είτε λέγοντας ότι τα θέματά τους δεν ενδιαφέρουν κανένα είτε κοροϊδεύοντάς τες.
Γράφοντας τη Μοναχοκόρη είχατε κατά νου πόσο εύθραυστη είναι η διατήρηση των δικαιωμάτων που ήδη έχουμε κατακτήσει;
Βλέποντας τι συμβαίνει στο Μεξικό ή σε χώρες όπως το Ιράν, διαβάζοντας τι διακυβεύεται στις ΗΠΑ, συνειδητοποιώ πόσο σημαντικοί ήταν και εξακολουθούν να είναι οι αγώνες των φεμινιστριών, πόσο δύσκολος ήταν ο δρόμος μέχρι εδώ και πόσο εύκολα μπορούν να μας κλέψουν τα δικαιώματα που έχουμε ήδη κερδίσει. Όταν ήμουν πολύ νέα και άκουσα πρώτη φορά για τον φεμινισμό, δεν ταυτίστηκα αμέσως με τις “θυμωμένες” φεμινίστριες, αλλά ταυτίζομαι τώρα, γιατί γνωρίζω ακριβώς από πού προέρχεται αυτός ο θυμός. Ο θυμός δεν είναι πάντα καλό πράγμα, αλλά μερικές φορές είναι χρήσιμος και απαραίτητος. Κάποιες φορές είναι η δύναμη που σε κάνει να διεκδικήσεις τα δικαιώματά σου, την ασφάλεια της φίλης σου, ακόμη και την ίδια σου τη ζωή.
Τα ζώα είναι πάντα παρόντα στις ιστορίες σας. Σωστά;
Ναι, είναι πολλές φορές. Μου αρέσει να συγκρίνω τη δική μας συμπεριφορά και σοφία με τη δική τους. Όταν κοιτάζουμε προσεκτικά τη φύση, μαθαίνουμε πολλά για τη διαφορετικότητα και τις επιλογές.
Σύμφωνα με τον ΟΗΕ, η Λατινική Αμερική είναι η πιο επικίνδυνη χώρα για τις γυναίκες, εκτός από τις εμπόλεμες ζώνες. Οι γυναικοκτονίες και η βία εναντίον τους φτάνει τα επίπεδα πανδημίας στο Μεξικό. Ποια είναι σήμερα η κατάσταση εκεί για τις γυναίκες και τα δικαιώματά τους;
Κάθε μέρα στο Μεξικό δολοφονούνται 11 κορίτσια και γυναίκες και σε πολλές περιπτώσεις αιτία είναι το μίσος. Δεν πρόκειται για κάτι που απλώς διαβάζουμε στις εφημερίδες, πολύ συχνά πρόκειται για μια φίλη ή για μέλος μιας οικογένειας που δολοφονείται από τον σύντροφό της. Πολλές φορές αυτοί οι άντρες δεν πηγαίνουν φυλακή, ούτε καν δικάζονται. Αυτή η ατιμωρησία γίνεται αφορμή για περισσότερα εγκλήματα που φτάνουν να θεωρούνται ακόμη και φυσιολογικά. Όταν έγραφα αυτό το βιβλίο, χιλιάδες γυναίκες ήταν στους δρόμους της χώρας και διαμαρτύρονταν για τη βία εναντίον τους. Οι διαμαρτυρίες ήταν μαζικές. Οι γυναίκες ήταν αποφασισμένες να αφυπνίσουν τη μεξικανική κοινωνία, να ανοίξουν τα μάτια του κόσμου απέναντι σ’ αυτή την αδικία που συμβαίνει εδώ. Αυτό το κίνημα είχε απήχηση και σε άλλες χώρες της Λατινικής Αμερικής, όπου οι γυναίκες μάχονται για τα αναπαραγωγικά δικαιώματά τους. Το κλίμα ήταν εκρηκτικό, γεμάτο όμως δημιουργικότητα, προβληματισμό, αναζήτηση και μια αίσθηση συντροφικότητας που δεν είχα ξαναζήσει. Όλα αυτά επηρέασαν τη συγγραφή του βιβλίου μου.