Εμπνευσμένη από πραγματικά γεγονότα, η «Ανίερη Συμμαχία» του Σκοτ Κούπερ παρακολουθεί την άνομη συνεργασία του πράκτορα του FBI Τζον Κόνολι (Τζόελ Έντζερτον), με τον διαβόητο Ιρλανδό μαφιόζο Τζέιμς «Γουάιτι» Μπάλτζερ (Τζόνι Ντεπ), που είχε κοινό στόχο την ιταλική μαφία της Νότιας Βοστόνης. Προφανώς ο σκοπός δεν αγιάζει τα μέσα και η «συμμαχία» του τίτλου ξέφυγε κάθε ελέγχου, δίνοντας στον Μπάλτζερ την ευκαιρία να ανελιχθεί στον πιο αδίστακτο γκάνγκστερ στην ιστορία της πόλης.
Ο Σκοτ Κούπερ διασκευάζει το ομώνυμο βιβλίο των δημοσιογράφων που αποκάλυψαν το παραπάνω σκάνδαλο στη Boston Globe το 1988, Ντικ Λερ και Τζέραρντ Ο’ Νιλ, σε μία ταινία σκορσεζικών αναφορών και με συντακτικό που δανείζεται τη φόρμα των «Καλών Παιδιών». Αν και αποφεύγει να προσδώσει μία οικουμενική, συμβολική παραβολή ανόδου και πτώσης, κρατά μία στιβαρή αφήγηση από μαρτυρίες που τέμνουν τη γραμμική ροή της ταινίας και εξετάζει τη σχέση εξάρτησης που αναπτύσσουν οι έχοντες εξουσία οποιασδήποτε μορφής.
Ένας πράκτορας (Έντζερτον), ένας δολοφόνος (Ντεπ) και ένας πολιτικός (Κάμπερμπατς), δημιουργούν ένα τρίπτυχο του καλού, του κακού και του…αδιάφορου, που καθόρισε την επιβολή της τάξης και του νόμου σε μία πόλη, θολώνοντας τα όρια της ηθικής και καθοδηγούμενο από το αμοιβαίο παιχνίδι της ανθρώπινης φιλοδοξίας. Με άξιο ιστορικό στη διεύθυνση των ηθοποιών του, ο Κούπερ (ο Τζεφ Μπρίτζες του χρωστά το όσκαρ Α’ αντρικού ρόλου για το «Crazy Heart» και ο Κρίστιαν Μπέιλ μία από τις καλύτερες εμφανίσεις του στη «Σκουριασμένη Πόλη»), αποσπά δύο σπουδαίες ερμηνείες από τους πρωταγωνιστές του.
Βαρυφορτωμένος από το μακιγιάζ και τη στιλιζαρισμένη εκκεντρικότητα των ρόλων του στις ταινίες του Τιμ Μπάρτον (αλλά και ως αλαφροϊσκιωτος Τζακ Σπάροου) ο Τζόνι Ντεπ είχε επαναπαυθεί τα τελευταία χρόνια στην εικονική κι επομένως επιφανειακή προσέγγιση ενός χαρακτήρα. Στην «Ανίερη Συμμαχία» κάτω από το μακιγιάζ (και το ομολογουμένως γυάλινο βλέμμα που αποσπά την προσοχή), ο Ντεπ βρίσκει το μέτρο και χρησιμοποιεί τη μεταμόρφωση ως εργαλείο και όχι ως βιτρίνα. Αποτέλεσμα μία από τις πιο ανατριχιαστικές, κινηματογραφικές παρουσίες της φετινής χρονιάς, που σκορπά τον τρόμο άμα τη εμφανίσει, δίχως υπερβολές και υποκριτικές ευκολίες. Ο Ντεπ προς τιμήν του δεν ενσαρκώνει τον «Γουάιτι» Μπάλτζερ κραυγαλέα και υπενθυμίζει έτσι πως είναι ένας χαρισματικός ηθοποιός.
Μαζί του ο Τζόελ Έντζερτον στο ρόλο του φιλόδοξου πράκτορα που προσπαθεί να αναρριχηθεί πάση θυσία στις τάξεις του FBI, παραδίδει μία νευρώδη ερμηνεία που σιγοντάρει αποτελεσματικά τον Ντεπ. Χωρίς να έχει το πλεονέκτημα της μεταμόρφωσης, κερδίζει σε σημεία τις εντυπώσεις και δημιουργεί έναν άξιο δευτεραγωνιστή (αν και ο χρόνος του επί της οθόνης είναι μεγαλύτερος) από αυτούς που συμπληρώνουν αγαστά την πεντάδα των Β’ αντρικών ρόλων στα βραβεία της Ακαδημίας.
Δημιουργώντας αντιπαραθέσεις και αντιστίξεις, ο Κούπερ αφιερώνει τους εξωτερικούς χώρους της Βοστόνης στον Ντεπ (σαν ένα ελεύθερο πεδίο ανηλεούς δράσης) και τους εσωτερικούς χώρους των γραφείων και σπιτιών στους υπόλοιπους χαρακτήρες. Παράλληλα διατρέχει με λεπτομέρεια τις αισθητικές αλλαγές των δεκαετιών σε βάθος χρόνου, ενώ ο διευθυντής φωτογραφίας Μασανόμπου Τακαγιανάγκι αποχρωματίζει τα πλάνα με πένθιμο μπλε και ο Τομ Χόλκενμποργκ στη μουσική υπερθεματίζει το ύφος με τσέλο και εκκλησιαστικό όργανο.
Η «Ανίερη Συμμαχία» μπορεί να χρωστά πολλά στο σινεμά του Σκορσέζε, διερευνά όμως με κινηματογραφική ακεραιότητα μία υπόθεση ατιμίας. Με κέντρο βάρους το ρίσκο της ανθρώπινης ματαιοδοξίας αντικατοπτρίζει τα δυσδιάκριτα όρια των ηθικών κανόνων και αφηγείται μία συναρπαστική αληθινή ιστορία με αρωγό δυο εξαιρετικές ερμηνείες, πληρώντας όλα τα εχέγγυα για μία «συμμαχία» με τους θεατές.