Τα επίθετο «βρώμικος» (όπως «πρόστυχος») του ξένου τίτλου προσδιορίζει ακριβέστερα τον πρωταγωνιστικό παππού, πρώην στρατιωτικό που, αμέσως μετά τον θάνατο της επί μισό σχεδόν αιώνα συζύγου του, πειθαναγκάζει τον 25άρη εγγονό του, έναν μελλόνυμφο δικηγόρο, να τον πάει με το αμάξι στη Φλόριντα για «χαλάρωση».
Ακολουθώντας παρέα νέων που γνώρισαν στο δρόμο, οι δυο τους καταλήγουν στην Ντεϊτόνα Μπιτς, όπου, φυσικά, ο πορνοπαππούς θα παρασύρει τον τσιτωμένο νέο στην ακολασία και, σιγά-σιγά, στον επαναπροσδιορισμό των προτεραιοτήτων του, ερωτικών τε και επαγγελματικών.
Δυστυχώς, όσο ευπρόσδεκτη ακούγεται η πρόθεση των συντελεστών να πλήξουν την ψευτοευπρέπεια, τόσο αστόχαστη και δωρεάν αποδείχνεται η ίδια η επίθεση.
Το φιλμ, ξεδιπλωμένο σαν συρραφή από ομογενοποιημένα σεξοανέκδοτα σχολικού επιπέδου που τελικά ούτε την κυρίαρχη ανδρική συμπεριφορά καταφέρνουν να στιγματίσουν ούτε και την πολιτική ορθότητα, κάνει το «βρώμικο» που λέγαμε αυτοσκοπό, λογική με την οποία ευθυγραμμίζεται πλήρως και ο Ντε Νίρο, σε μια εμφάνιση που εύλογα χαρακτηρίστηκε από την ξένη κριτική ως ρόλος ντροπής.