Έζησε εννιά μήνες περιμένοντας κάθε πρωί την εκτέλεσή του, η οποία τελικά δεν ήρθε ποτέ. Το διάστημα μέχρι και τον Αύγουστο του 1973 το πέρασε σε φυλακές και εξορίες (Μακρόνησος, Αϊ-Στράτης, Αβέρωφ κ.α.). Εκεί έμαθε γραφή και ανάγνωση, ενώ το 1985 εκδόθηκε το πρώτο του βιβλίο με τίτλο «Καλά, εσύ σκοτώθηκες νωρίς» (εκδ. Γράμματα), το οποίο από τους πρώτους κιόλας μήνες της κυκλοφορίας του τον καθιέρωσε στη συνείδηση των κριτικών και -το σπουδαιότερο- του κοινού. Ακολούθησαν το «Χαμογέλα, ρε… τι σου ζητάνε;» (εκδ. Γράμματα, 1988) και «Τα κεραμίδια στάζουν» (εκδ. Γράμματα, 1991).
Αφηγήσεις σε πρώτο πρόσωπο, γλυκόπικρες ιστορίες και άλλες που καθηλώνουν και σοκάρουν, για ανθρώπους που, ό,τι κι αν πέρασαν, στάθηκαν όρθιοι… Ένας άλλωστε από τους τόσο αληθινούς χαρακτήρες του ήταν και ο ίδιος. Ο Μίσσιος κατάφερε μέσα από τον αυθεντικό τρόπο γραφής του να αποτυπώσει μοναδικά την καθημερινότητα των ανθρώπων της μεταπολεμικής και μεταπολιτευτικής εποχής. Η κηδεία του θα γίνει αύριο, Τετάρτη, 21/11 στις 14:00 στο Μικροχώρι Καπανδριτίου.