Ένας Ξένος στην Πόλη

Ευχάριστη περιπέτεια με στοιχεία μαύρης κωμωδίας και αρκετό αίμα, το φιλμ του Νας Έτζερτον με τους Τζόελ Έτζερτον, Ντέιβιντ Ογέλοουο και Σαρλίζ Θερόν έχει περισσότερη πλάκα αν εστιάσει κανείς στους διασκεδαστικούς χαρακτήρες, παρά στην κάπως απλοϊκή του ιστορία.

Elle 14 Μαρ. 18
Ένας Ξένος στην Πόλη

Διεφθαρμένα στελέχη μιας ανερχόμενης φαρμακευτικής, μεξικανικά καρτέλ, μυστικοί πράκτορες του FBI, επαγγελματίες δολοφόνοι με ανθρωπιστική βιτρίνα και στη μέση ένας αφοσιωμένος υπάλληλος που από φιλήσυχος οικογενειάρχης καταλήγει καταζητούμενος. 

Ο πολυπράγμων Αυστραλός Νας Έτζερτον, με τη μακρά προϋπηρεσία ως κασκαντέρ αλλά και με διακεκριμένη καριέρα στη σκηνοθεσία μουσικών βίντεο και ταινιών μικρού μήκους, πολλές από τις οποίες μάλιστα έχουν προβληθεί στις Νύχτες Πρεμιέρας, αναλαμβάνει εδώ το μεγαλύτερο κινηματογραφικό πρότζεκτ της καριέρας του. Μια ματιά στο καστ άλλωστε επιβεβαιώνει τον ισχυρισμό, αφού στο «Gringo» σκηνοθετεί τον δημοφιλή αδερφό του, Τζόελ Έτζερτον («Midnight Special», «Το Κόκκινο Σπουργίτι»), παρέα με τους Σαρλίζ Θερόν, Ντέιβιντ Ογέλοουο, Αμάντα Σέιφριντ και Τάντι Νιούτον.

Το «Gringo» είναι μια καταρχήν ενδιαφέρουσα απόπειρα να στηθεί μια αιματηρή μαύρη κωμωδία με θέμα τη διαπλοκή αμερικανικών εταιρικών κολοσσών με τα μεξικανικά καρτέλ, ιδωμένη υπό το πρίσμα του φυλετικού ζητήματος και των πάντα περίπλοκων αμερικανο-μεξικανικών σχέσεων. «Γκρίνγκο» άλλωστε ο τίτλος, ο οποίος εν προκειμένω αποδίδεται ειρωνικά στον Χάρολντ Σογίνκα (Ογέλοουο), έναν φιλήσυχο οικογενειάρχη και αφοσιωμένο υπάλληλο μιας ανερχόμενης φαρμακευτικής που μαζί με τους προϊσταμένους/συνεργάτες του βρίσκεται σε επαγγελματικό ταξίδι στο Μεξικό. Και λέμε ειρωνικά, επειδή παρότι πρόκειται για Νιγηριανό μετανάστη που απλώς σπούδασε και έφτιαξε τη ζωή του στις ΗΠΑ, βρίσκεται ξαφνικά να «τρώει» έναν αρνητικά φορτισμένο χαρακτηρισμό που οι Μεξικανοί αποδίδουν ως επί το πλείστον στους Αμερικανούς. Όπως ακριβώς βρίσκεται από τη μία στιγμή στην άλλη με διαλυμένο γάμο (Θάντι Νιούτον), εκτεθειμένος από τα πισώπλατα μαχαιρώματα αδίστακτων αφεντικών (Σαρλίζ Θερόν, Τζόελ Έτζερτον) και κυνηγημένος από το καρτέλ, από τη στιγμή που το ταξίδι πάει κατά διαόλου.

Στο πλαίσιο της μαύρης κωμωδίας, το «Gringo» επιδιώκει να καταστεί ένα καυστικό σχόλιο πάνω στον μετα-αποικιοκρατικού χαρακτήρα επεκτατισμό των αμερικανικών εταιρειών προς τον νότο. Μόνο που μοιάζει να αφήνει την προσπάθεια στη μέση.

Η όλη λογική του «Gringo» επικεντρώνεται στο πώς ένας καλοπροαίρετος και ευσυνείδητος άνθρωπος μπορεί δει τη ζωή του να εξελίσσεται σε εφιάλτη. Ο Χάρολντ Σουγίνκα αντιπροσωπεύει το απόλυτο θύμα που καλείται να λερώσει τα χέρια του με αίμα, αν δε θέλει να πληρώσει με τη ζωή του το μόνο έγκλημα που πραγματικά έκανε: το να εμπιστευτεί τους λάθος ανθρώπους, αδυνατώντας να δει πέρα απ’ τη μύτη του. Ο δις υποψήφιος για Χρυσή Σφαίρα («Nightingale», «Selma») Ντέιβιντ Ογέλοουο αποδεικνύεται επαρκής ώστε να αποδώσει την κωμικοτραγική κατάσταση στην οποία έχει περιέλθει ο ήρωάς του, την ώρα που η Σαρλίζ Θερόν και ο Τζόελ Έτζερτον του προσφέρουν το κατάλληλο ανταγωνιστικό αντίβαρο.

Στο πλαίσιο της μαύρης κωμωδίας, το «Gringo» επιδιώκει να καταστεί ένα καυστικό σχόλιο πάνω στον μετα-αποικιοκρατικού χαρακτήρα επεκτατισμό των αμερικανικών εταιρειών προς τον νότο (η φαρμακευτική της ιστορίας μας έχει εργοστάσιο στο Μεξικό). Μόνο που μοιάζει να αφήνει την προσπάθεια στη μέση. Ωστόσο, ξέχωρα με το αν ο Νας Έτζερτον είχε όντως πρόθεση να δείξει τη χοντρή μπίζνα ως ένα κυνικό παιχνίδι παράπλευρων απωλειών, είτε το παίζει κάποιος με γραβάτα που στέλνει μέιλ είτε εκείνος με την καδένα που στέλνει κομμένα δάχτυλα, το «Gringo» καταλήγει να είναι μια αιματηρή περιπέτεια η οποία ανοίγει πιο πολλά μέτωπα απ’ όσα πραγματικά της χρειάζονται. Για παράδειγμα, η υποϊστορία του freelancer εκτελεστή (Σάρλτο Κόπλεϊ) που χρησιμοποιεί για βιτρίνα το ανθρωπιστικό του έργο (ΜΚΟ) απλώς «φορτώνει» μια ήδη γεμάτη πλοκή, ενώ εκείνη του νεαρού (Χάρι Τρεντγουέι) που βρίσκεται σε μυστική αποστολή προκειμένου να κλέψει μια πανάκριβη φαρμακευτική πατέντα δεν πείθει για την αναγκαιότητά της. Τα ανάλογα ισχύουν και για τη διπλή προδοσία που δέχεται ο Χάρολντ τόσο σε προσωπικό όσο και σε επαγγελματικό επίπεδο, η οποία λειτουργεί μονάχα ως μια συνθήκη υπερβολής που βαραίνει το δράμα του κεντρικού ήρωα.

Κοντολογίς, ο Νας Έτζερτον προσπαθεί να φτιάξει ένα ασφυκτικό πλέγμα γύρω από τον κεντρικό του ήρωα, τέτοιο που να λειτουργεί και ως μια χορταστική περιπέτεια αλλά και ως χιουμοριστικό σχόλιο πάνω στον βρώμικο εταιρικό ανταγωνισμό, τα στερεότυπα και το ζήτημα της ταυτότητας. Και το καταφέρνει ως ένα βαθμό, περισσότερο όμως σε ό,τι αφορά το πρώτο σκέλος παρά το δεύτερο, το οποίο κινείται αρκετά στη λογική του «προφανούς» και των εύκολων λύσεων. Κάτι που μάλλον συμβαίνει επειδή το σενάριο των Άντονι Μπακάκις και Μάθιου Στόουν («Αβάσταχτη Γοητεία») δείχνει να έχει σε προτεραιότητα το να χτίσει πρωταγωνιστές μέσα από καλές ατάκες, αντί να ασχοληθεί βαθύτερα με την ιστορία που πραγματεύεται και να μην αφήνει π.χ. την εξέλιξη της πλοκής να καθορίζεται τόσο πολύ από το βολικό «τυχαίο».

Ακολουθήστε το ELLE στο Google News και μάθετε πρώτοι όλα τα νέα!

Σχετικά θέματα:

MHT