Η Αλίκη (Μία Βασικόφσκα) επιστρέφει έξι χρόνια μετά το πρώτο της ταξίδι στην Χώρα των Θαυμάτων για μία νέα περιπέτεια στην Κατωχώρα. Αυτή τη φορά η οικονομική δυσχέρεια της οικογένειάς της, την φέρνει αντιμέτωπη με ένα τεράστιο δίλημμα, ενώ παράλληλα ταξιδεύοντας «μέσα από τον καθρέφτη» στη Χώρα των Θαυμάτων, ανακαλύπτει πως ο Τρελοκαπελάς (Τζόνι Ντεπ) κινδυνεύει να πεθάνει από κατάθλιψη και αποφασίζει να τον βοηθήσει. Μοναδική λύση; Να βρει τον ίδιο τον Χρόνο (Σάσα Μπάρον Κοέν) και να αλλάξει το παρελθόν.
Με έμπνευση τα επιδραστικά, λογοτεχνικά ταξίδια στην παραισθησιογόνα Χώρα των Θαυμάτων του Λιούις Κάρολ, η κινηματογραφική συνέχεια της «Αλίκης» σε σκηνοθεσία Τζέιμς Μπόμπιν αποτελεί μία αναβάθμιση από την πρώτη ταινία του Τιμ Μπάρτον. Με ένα συνεκτικό σενάριο που βασίζεται στην αλληγορική σάτιρα του αυθεντικού υλικού και στην πυκνότητα των συμβολισμών του, η Λίντα Γούλβερτον (υπεύθυνη και για το σενάριο της «Αλίκης» του 2010) παραδίδει μία μετα-φεμινιστική ιστορία γυναικείας χειραφέτησης και ένα σχόλιο στην παραδοξότητα του Χρόνου.
Η «Αλίκη» διασχίζει ωκεανούς χρόνου (στην κυριολεξία) μέσα από το φαντασμαγορικό 3D και παρέχει αρκετά ενδιαφέροντα, οπτικά ευρήματα. Αυτό δε σημαίνει βέβαια, πως το στούντιο αφήνεται στο γοητευτικό, παράλογο σύμπαν του Κάρολ ολοσχερώς, μιας και ο διδακτικός τόνος που «οφείλει» να έχει μία οικογενειακή ταινία (και δη της Ντίσνεϊ) στρογγυλεύει τις προθέσεις και τιθασεύει τις τολμηρές ιδέες, για χάρη ενός ασφαλούς μηνύματος ανήλικης απεύθυνσης.
Ωστόσο, η εικαστική επιμέλεια της Κατωχώρας, τα εκθαμβωτικά κοστούμια της (τρεις φορές βραβευμένης με Όσκαρ) Κόλιν Άτγουντ και οι συμπαθητικές ερμηνείες ενός all-star καστ, περιβάλλουν με φροντίδα την παραγωγή. Στόχος άλλωστε και του Κάρολ ήταν να αναδημιουργήσει έναν κόσμο παιδικής ηλικίας. Αυτά που το ενήλικο μάτι αντιλαμβάνεται ως παράλογα ή συμβολικά, αποτελούν φυσιολογικές σκέψεις ή εικόνες ενός παιδιού, που συγγενεύουν με την ανεξέλεγκτη φαντασία του.
Σε μία σκηνή στο «Η Αλίκη Μέσα από τον Καθρέφτη», η ηρωίδα ξυπνά σε ένα ψυχιατρείο. Τα ταξίδια στη Χώρα των Θαυμάτων και ειδικά η πεποίθηση πως είναι πραγματικότητα, αποτελούν πειστήρια ιατρικής γνωμάτευσης που καταδικάζουν τη φαντασιόπληκτη νεαρή ως…υστερική. Ο αντικομφορμισμός της δυναμικής Αλίκης και η εκκεντρικότητά της «χρωματίζουν» επικίνδυνα το γκρίζο του βικτωριανού Λονδίνου, και η Ντίσνεϊ μπορεί να μην εμβαθύνει μέσα από την ταινία στον μετεφηβικό ψυχισμό, παρέχει όμως την ευκαιρία ενός πρώτου αντικατοπτρισμού.