Δύο χρόνια μετά από μία υπερκόπωση, ο Ντιβάλ είναι ακόμα άνεργος. Όταν ένας αινιγματικός άνδρας επικοινωνεί μαζί του, θα του προσφέρει μία απλή, αλλά καλοπληρωμένη δουλειά: να απομαγνητοφωνεί τηλεφωνικές συνομιλίες από «κοριό». Καθαρά λόγω οικονομικών κινήτρων, ο Ντιβάλ συμφωνεί χωρίς να εξετάσει την πραγματική ταυτότητα της επιχείρησης. Ξαφνικά βρίσκεται μπλεγμένος στην «καρδιά» μίας πολιτικής συνωμοσίας, και αντιμέτωπος με τους βίαιους μηχανισμούς του σκοτεινού κόσμου των μυστικών υπηρεσιών.
Δουλεύοντας το σενάριο της πρώτης του μεγάλου μήκους ταινίας, ο Τομά Κρουιτόφ είχε ήδη αποφασίσει τη θεματική του, όπως και ότι ήθελε να την παρουσιάσει από μία διαφορετική οπτική: «Η πρώτη μου ιδέα ήταν να φτιάξω μία κατασκοπική ταινία, αλλά όχι από την οπτική ενός επαγγελματία, αλλά από αυτή ενός ξένου σε όλο αυτό το σύστημα, ενός ανθρώπου που αποτελεί το πιο χαμηλόβαθμο πιόνι στο πολιτικό παιχνίδι», αναφέρει ο σκηνοθέτης.
Από κει και πέρα, όλα πήραν το δρόμο τους: «Με τη σκέψη αυτή, βρήκα τον πρωταγωνιστή μου. Έναν καθημερινό άνθρωπο, που προσλαμβάνεται για να απομαγνητοφωνεί τηλεφωνικές συνομιλίες, με τη βοήθεια μίας παλιάς γραφομηχανής.».
Κι αν η γραφομηχανή φαίνεται αναχρονιστικός μηχανισμός, από τη στιγμή που το εν λόγω κατασκοπικό θρίλερ διαδραματίζεται στο παρόν, ήταν ωστόσο μία συνειδητή επιλογή του σκηνοθέτη: «Αποφάσισα να δουλέψω με γραφομηχανές, για να δώσω έμφαση στη σκιώδη μυστική οργάνωση που δεν εμπιστεύεται τη ραγδαία εξέλιξη της τεχνολογίας, όπου όλοι είναι συνδεδεμένοι σε κάποιο σύστημα υπολογιστών» σημειώνει ο σκηνοθέτης, που δηλώνει χαριτολογώντας: «Έγραψα το σενάριο πριν ξεσπάσει όλη η ιστορία με τον Έντουαρντ Σνόουντεν, οπότε φανταστείτε την έκπληξή μου όταν έμαθα πως η KGB αποφάσισε να κάνει το ίδιο ακριβώς πράγμα, για τους ίδιους λόγους: να γυρίσει στις γραφομηχανές!».
Ο Κρουιτόφ ναι μεν επηρεάστηκε από τα γεγονότα που έχουν συμβεί τα τελευταία χρόνια στη Γαλλία, παρ’ όλα αυτά όμως, τη σημαντικότερη θέση στην ταινία του έχει ο πρωταγωνιστής: «Για μένα, το θέμα της ταινίας αφορά ξεκάθαρα τον άνθρωπο που ανακαλύπτει μία πολιτική συνωμοσία, αλλά ταυτόχρονα αναζητάει την ταυτότητά του, τη θέση του στον κόσμο».
Φυσικά, για έναν τέτοιο ρόλο, που κρατά σύσσωμο το βάρος της ταινίας στις πλάτες του, χρειαζόταν ένας εγνωσμένης αξίας ηθοποιός. Αυτός, δεν είναι άλλος από τον Φρανσουά Κλιζέ, έναν ηθοποιό που μας έχει εντυπωσιάσει τόσο σε συγκινητικούς, δραματικούς ρόλους («Άθικτοι»), όσο και σε σπουδαία θρίλερ («Μην το Πεις σε Κανέναν»).