Γυναίκες-ερωμένες, γυναίκες-σύντροφοι και γυναίκες-μητέρες. Γυναίκες που αγαπούν. Γυναίκες που υπομένουν. Γυναίκες χτυπημένες από τη μοίρα και γυναίκες που δεν το βάζουν κάτω. Γυναίκες στο χείλος του γκρεμού και γυναίκες στο κατώφλι μιας νέας αρχής. Γυναίκες στωικές και γυναίκες εύθραυστες. Όλες αυτές οι διαφορετικές και αλληλοσυγκρουόμενες εκδοχές πάνω στην θηλυκότητα βρίσκουν σύνοψη και εφαρμογή στο πρόσωπο της νέας ηρωίδας του 66χρονου Αλμοδόβαρ.
Καθηγήτρια κλασικών σπουδών, η Χουλιέτα (την υποδύεται σε ώριμη ηλικία η Έμα Σουάρεζ και στα νιάτα της η πανέμορφη Αντριάνα Ουγκάρτε) έχει περάσει το καθοριστικό σύνορο των 50 ετών και θεωρητικά διάγει μια ήρεμη και τακτοποιημένη ζωή. Όταν όμως μια τυχαία συνάντηση, με μια παλιά της γνώριμο, θα συμβάλλει καταλυτικά ώστε να ξυπνήσουν τα για χρόνια κρυμμένα φαντάσματα του παρελθόντος της, η ηρωίδα θα επιβιβαστεί άμεσα σε ένα νοητό ταξίδι με προορισμό το χθες, ελπίζοντας ότι έτσι θα μπορέσει να βάλει σε τάξη αξεδιάλυτα μυστήρια, ανοιχτά τραύματα και εκκρεμείς υποθέσεις που αφορούν τον άντρα που αγάπησε, την κόρη που έφερε στη ζωή, τους δικούς της γονείς και τον ίδιο της τον εαυτό.
O Αλμοδόβαρ αφήνει για άλλη μια φορά μια γυναίκα να γίνει ο οδηγός και ο επιβάτης του δικού της αποκαλυπτικού ταξιδιού, όπως και ο νευρώδης ξεναγός σε μια από τις πολλοστές λαβυρινθώδεις αφηγήσεις του σκηνοθέτη
Διασκευάζοντας σε μια ενιαία πλοκή τρία διηγήματα της βραβευμένης με Νόμπελ Λογοτεχνίας, καναδικής καταγωγής συγγραφέα Άλις Μονρό, ο Αλμοδόβαρ αφήνει για άλλη μια φορά μια γυναίκα να γίνει ο οδηγός και ο επιβάτης του δικού της αποκαλυπτικού ταξιδιού, όπως και ο νευρώδης ξεναγός σε μια από τις πολλοστές λαβυρινθώδεις αφηγήσεις του σκηνοθέτη. Η «Julieta» ανακατεύει και πάλι την τράπουλα των θεματικών εμμονών του Ισπανού δημιουργού πάνω στις αναρίθμητες ειρωνείες και τραγωδίες της ανθρώπινης ζωής, τη χιμαιρική υφή της ευτυχίας, την πολυπλοκότητα των σχέσεων, το τίμημα των προσωπικών επιλογών και το γυναικείο ταμπεραμέντο ως πυξίδα στις μικρές και μεγάλες τρικυμίες της καθημερινότητας.
Παρών στην ταινία δίνουν επίσης και αρκετά ακόμη, ευκόλως αναγνωρίσιμα συστατικά του αλμοδοβαρικού έργου, από την ζωηρή χρωματική παλέτα της φωτογραφίας και τις λειτουργικές μουσικές του Αλμπέρτο Ινγκλέσιας μέχρι τις πάντα αξιομνημόνευτες γυναικείες ερμηνείες, το σχεδόν μόνιμο σκηνικό της Μαδρίτης και την επίσκεψη αγαπημένων προσώπων από το κινηματογραφικό παρελθόν του σκηνοθέτη, όπως συμβαίνει εδώ με την Ρόζι Ντε Πάλμα.
Αν κάτι απουσιάζει έντονα, εντούτοις, από το καινούργιο φιλμ του Αλμοδόβαρ, αυτό είναι το γνήσιο και δονούμενο πάθος που θα μπορούσε να ηλεκτρίσει μια καλογυαλισμένη και άψογα δουλεμένη δραματουργία την οποία ο Ισπανός καλλιτέχνης μοιάζει να προγραμματίζει εγκεφαλικά και όχι συναισθηματικά, σαν να τηρεί ηθελημένες αποστάσεις από την αφήγηση και τους χαρακτήρες του ή να αναπαύεται στο ρόλο του οξυδερκούς παρατηρητή. Αναμφίβολα ελκυστική, αν και μέσα στη σοβαρότητα και υπερβολική ευγένειά της, η «Julieta» προδίδει ότι ανήκει σε ένα βετεράνο πλέον δημιουργό ο οποίος δεν χρειάζεται να αποδείξει τίποτα περαιτέρω στο κοινό του. Μπορεί απλώς να επιστρέφει από καιρό σε καιρό στις προσφιλείς ιδεοληψίες και τις αισθητικές σταθερές του, επειδή αυτό αγαπά και γνωρίζει να κάνει καλύτερα. Ας είναι.