Ο Κρίστοφερ Ρόμπιν έχει εγκαταλείψει το Δάσος των Γαλάζιων Ονείρων και το ανέμελο παιχνίδι των παιδικών χρόνων έχει δώσει τη θέση του σε σε ενήλικες υποχρεώσεις. Το νεαρό αγόρι είναι πια πατέρας και ο ρομαντισμός της παιδικής ηλικίας είναι μία μακρινή ανάμνηση. Όπως και οι πιστοί λούτρινοι φίλοι του. Μία μέρα, όταν ο Γουίνι το αρκουδάκι ανακαλύπτει πως ο Τίγρης, ο Γκαρής, το Γουρουνάκι, ο Λαγός και η υπόλοιπη παρέα έχουν εξαφανιστεί, αποφασίζει να ζητήσει τη βοήθεια του Κρίστοφερ Ρόμπιν, του «παιδιού» που όλοι θυμούνται, αλλά ο ίδιος έχει ξεχάσει.
Η απλότητα και η ευγενική αφέλεια των χαρακτήρων της λογοτεχνικής σειράς του ‘Αλαν Αλεξάντερ Μιλν, έχει εξοικειώσει με τον πιο τρυφερό τρόπο το ανήλικο αναγνωστικό κοινό με την γλυκόπικρη ενήλικη ζωή. Από τα πρώτα ποιήματα του 1924 μέχρι και σήμερα, οι ιστορίες του Κρίστοφερ, του Γουίνι και της παρέας του Δάσους, συνεχίζουν να λειτουργούν ως ένα προπαρασκευαστικό στάδιο για τους αναπόφευκτους αποχαιρετισμούς, υπενθυμίζοντας παράλληλα πως ο ρομαντισμός της παιδικής ηλικίας είναι ο καταλύτης μιας καλής ζωής. Και αν κάποιος ξεχάσει αυτό το μυστικό, αυτή είναι και η μεγαλύτερη απώλεια.
Λιτό και σαφές στο μήνυμά του, το «Κρίστοφερ & Γουίνι» πλησιάζει αρκετά την ποιητική διάθεση του συμπονετικού, λούτρινου πρωταγωνιστή του: μικρού μυαλού, μα μεγάλης καρδιάς
Στην παράδοση της «Μέρι Πόπινς» που έρχεται ουρανοκατέβατη να προσέχει τα παιδιά, αλλά ουσιαστικά «σώζει» τον πατέρα Κο Μπανκς, ή του σπιλμπεργκικού «Κάπτεν Χουκ», στο οποίο ο Πίτερ Παν ξέχασε πως είναι το αιώνιο παιδί και σταμάτησε να απογειώνεται, το «Κρίστοφερ & Ρόμπιν» θέλει να είναι αντίστοιχα ένα γλυκό (σαν το μέλι, που τόσο λαχταρά μόνιμα ο Γουίνι) γράμμα στην ανάλαφρη ευθυμία του παιχνιδιού και τις ξέγνοιαστες μέρες της νιότης.
Ο αταξινόμητος σκηνοθέτης Μαρκ Φόρστερ, με μία φιλμογραφία που δειγματοληπτικά διατρέχει από το «Χορό των Τεράτων» μέχρι Τζέιμς Μποντ και από τα ζόμπι του «Παγκόσμιος Πόλεμος Ζ» ως το σεναριακό σουρεαλισμό του «Πιο Παράξενο κι από Παράξενο!», αφηγείται ξανά ένα ενήλικο παραμύθι, όπως είχε κάνει στο «Ψάχνοντας τη Χώρα του Ποτέ», και προσπαθεί μέσα στο Δάσος να ανακαλύψει εκ νέου τον ανήλικο εαυτό μας. Μόνο που η ταινία, πρόδηλα καλών προθέσεων και εξαιρετικής τεχνικής, στήνει ένα μόνιμα μουντό περιβάλλον που δεν εκμεταλλεύεται τις αντιθέσεις της ζωής του ανήλικου Κρίστοφερ – ενήλικου Ρόμπιν. Ως αποτέλεσμα, και ειδικά αν το συγκρίνει κανείς με τις δυο ταινίες του «Πάντινγκτον», το «Κρίστοφερ & Γουίνι» προκύπτει αρκετά μελαγχολικό για τα ανήλικα μάτια, και ταυτόχρονα απλοϊκό για τους ενήλικες.
Ξεφυλλίζοντας τις νέες περιπέτειες του «Γουίνι», ο Γιούαν ΜακΓκρέγκορ είναι ιδανικός Κρίστοφερ, μιας και φυσιογνωμικά παραμένει ο αειθαλής έφηβος που όταν χαμογελά σε πείθει με ευκολία πως ξαναγίνεται παιδί, η ομάδα των ειδικών εφέ μεταμορφώνει με κάθε σεβασμό στις λιτές γραμμές των σκίτσων του Έρνεστ Χάουαρντ Σέπραντ τα ζώα του Δάσους σε ολοζώντανους, τρισδιάστατους χαρακτήρες, και η καλλιτεχνική διεύθυνση ανασυστήνει με επιτυχία τον κόσμο των βιβλίων.
Λιτό και σαφές στο μήνυμά του, που σχετίζεται με την επαναξιολόγηση του χρόνου μας και τη διάθεση προσφοράς, το «Κρίστοφερ & Γουίνι» πλησιάζει αρκετά την ποιητική διάθεση του συμπονετικού, λούτρινου πρωταγωνιστή του: μικρού μυαλού, μα μεγάλης καρδιάς.