Το καλοκαίρι του 2015, το «Μικρό Νησί» του Αλμπέρτο Ροντρίγκεζ διατάραζε την ραστώνη μιας κατεξοχήν άνυδρης κινηματογραφικά περιόδου μόνο για να εξελιχθεί (κυρίως από στόμα σε στόμα) στο εμπορικό αλλά και καλλιτεχνικό χιτ των θερινών της Αθήνας. Η πρώτη σεζόν του «True Detective» ήταν ακόμη νωπή στην μνήμη του κοινού και αυτή η ισπανική ταινία, με τα 10 Γκόγια στις αποσκευές της, υπήρξε το ιδανικό υποκατάστατο για τους λάτρεις του καλού αστυνομικού νουάρ. Ο «Άνθρωπος με τα Χίλια Πρόσωπα» σηματοδοτεί την σκηνοθετική επιστροφή του Ροντρίγκεζ με ένα ακόμη αστυνομικό θρίλερ, πιο μεγαλεπήβολο και φιλόδοξο από το προκάτοχό του, το οποίο εμπνέεται από την πολυτάραχη ζωή του Ισπανού μυστικού πράκτορα Φρανσίσκο «Πάκο» Παέζα.
Σε αυτό, ο Παέζα μετά την πολύτιμη συνεισφορά του στην σημαντικότερη επιχείρηση των ισπανικών δυνάμεων ενάντια στην Βασκική οργάνωση ΕΤΑ, δεν εισπράττει ποτέ την προβλεπόμενη αμοιβή του και καθώς βρίσκεται παγιδευμένος από την κυβέρνηση αναγκάζεται τελικά να εγκαταλείψει την οικογένεια και την χώρα του. Μετά από ένα πολύκροτο σκάνδαλο διαφθοράς, ο πρώην επικεφαλής της Ισπανικής Αστυνομίας και πλέον καταζητούμενος, Λουίς Ρολντάν, προσφέρει στον Πάκο ένα σημαντικό ποσό προκειμένου να τον φυγαδεύσει και να ξεπλύνει το ένα δις πεσέτες που βρίσκονται στον λογαριασμό του. Χωρίς χρήματα και εξόριστος από την χώρα του, ο πρώην κατάσκοπος βλέπει στην υπόθεση του Ρολντάν την μεγάλη του ευκαιρία να εκδικηθεί το κράτος για τα δεινά του παρελθόντος και καταστρώνει ένα σχέδιο, φιλοδοξώντας να εξαπατήσει τους πάντες και να ανακτήσει την χαμένη του αίγλη.
Αν θα μπορούσαμε να παρομοιάσουμε το «Μικρό Νησί» με αγώνα μεγάλων αποστάσεων τότε ο «Άνθρωπος με τα Χίλια Πρόσωπα» θα ήταν σίγουρα μια κούρσα ταχύτητας. Και αυτό γιατί παρά την ίδια σχεδόν διάρκειά τους, στο «Μικρό Νησί» ο Ροντρίγκεζ διατηρεί έναν εσωτερικό ρυθμό που του επιτρέπει να εμβαθύνει στους χαρακτήρες του, να μεταδώσει την αβεβαιότητα της μεταβατικής μετά-Φράνκο περιόδου στην Ισπανία και εν τέλει να χτίσει την επιβλητική ατμόσφαιρα που περιβάλει το χρονικό ενός ανθρωποκυνηγητού μέχρι και την κορύφωση του αποκαλυπτικού φινάλε. Αντίθετα, εδώ, ο ρυθμός είναι καταιγιστικός, αδιάκοπος και συχνά κουραστικός. Μιλάμε για έναν πραγματικό βομβαρδισμό πληροφοριών και εικόνων καθώς η βασική πλοκή και οι παράλληλες ιστορίες της διαπερνούν τα ισπανικά 90s σαν ρόλερ κόστερ που δεν σε αφήνει να πάρεις ανάσα.
Έχοντας ως αφετηρία και σαφές σημείο αναφοράς την «Συμμορία των Έντεκα» αλλά χωρίς τις κωμικές πινελιές της ταινίας του Σόντεμπεργκ, η αφήγηση ξετυλίγεται μέσα από τα λόγια του πιλότου και στενού συνεργάτη του Πάκο, Χεσούς Καμόες, του -ίσως- πιο αδιάφορου και περιττού χαρακτήρα της ταινίας. Αυτός είναι μάλλον και ο βασικός λόγος που ενώ αυτά που συμβαίνουν στις ζωές των ηρώων είναι συναρπαστικά, στην πραγματικότητα δεν νιώθεις την παραμικρή έλξη για κανέναν από αυτούς. Οι καθηλωτικές εικόνες και οι σκούροι τόνοι της φωτογραφίας του «Μικρού Νησιού» έχουν δώσει την θέση τους σε καλογυαλισμένα και στιλιζαρισμένα κάδρα που δεν υποστηρίζουν δραματουργικά την εξορισμού αινιγματική φιγούρα του κατασκόπου Παέζα και τις διαδρομές του μέσα απ’ τις παρακρατικές σκιές. Άνευρος και άτολμος, ο «Άνθρωπος με τα Χίλια Πρόσωπα» σε καμιά περίπτωση δεν συναντά τις υψηλές προσδοκίες που μας είχε καλλιεργήσει με την προηγούμενη ταινία του ο Ισπανός δημιουργός.