Το κείμενο του πρώτου βασίζεται στο βιβλίο Ρομπέρτο Τσούκο (1990) του Bernard-Marie Koltès, στο κέντρο του οποίου βρίσκεται ένας serial Killer, o Rob. Στη σκηνή της Στέγης κάθε βράδυ προς τιμή του στρώνεται ένα τραπέζι στο οποίο παίρνουν μέρος άνθρωποι που γνωρίζουν με διαφορετικό τρόπο τον νεκρό πια Rob. Ανάμεσα τους οι γονείς του, η αδερφή του, ένας τύπος που θέλει να του μοιάσει, ο δεσμοφύλακας του, το κορίτσι του. Ο καθένας αφηγείται μικρές ή μεγάλες, σημαντικές ή ασήμαντες ιστορίες για αυτόν. Μέσα από τις αφηγήσεις, τις γεμάτους ειρωνικές πινελιές επικήδειους, τις ερωτικές εξομολογήσεις, τις δηλώσεις θαυμασμού αντικατοπτρίζεται το πως μια κοινωνία έχει ανάγκη ένα ήρωα ή αντιήρωα για να ταυτιστεί, να τιμωρήσει, να αγαπήσει, να μισήσει, να θυματοποιήσει ή να τον βάλει στο κέντρο και να στροβιλίσει γύρω του όλες τις αναστολές και τις ενοχές του.
Πέρα όμως από αυτό, είναι εμφανές ότι στο πυρήνα του έργου βρίσκεται η αγάπη. Αυτή που δεν προσφέρεται, αυτή που προσφέρεται και αυτή που προσφέρεται με λάθος τρόπο. Υπάρχει άραγε όμως λάθος τρόπο να προσφέρεις την αγάπη; «Όταν αγαπάτε κάποιον να του το δείχνετε, γιατί αλλιώς μπορεί να νομίζει πως τον μισείτε και ο άνθρωπος τρελαίνεται όταν νομίζει πως τον μισούν» λέει ο Χρήστος Λούλης χαρακτηριστικά ως οικοδεσπότης αυτής της ανορθόδοξης λέσχης.
Αυτή η αγάπη μοιάζει να είναι η απάντηση. Το μόνο φίλτρο που έχουμε ανάγκη για να ακούσουμε όλα τα ερωτήματα που θέτουν με το δικό τους παράδοξο τρόπο ο καθένας από τους ήρωες του έργου: για τη βια, τα στερεότυπα, την εκπαίδευση, την οικογένεια, την μνήμη, την ταυτότητα, την κληρονομιά, τον προορισμό, τη συγχώρεση, τον έρωτα, το παράλογο, αλλά και το ίδιο το λογικό.
Μπορεί το κείμενο του Eυθύμη Φιλίππου να είναι κοντά σε αυτό το ύφος που έχουμε συνηθίσει μέσα από τα σενάρια και τις ιδέες τους στις ταινίες του Γιώργου Λάνθιμου, ωστόσο μπορούμε να το φανταστούμε επί σκηνής κενό χωρίς την πάντα αναζωογονητική σκηνοθετική ματιά του Δημήτρη Καραντζά, ο οποίος δημιουργεί έναν πολύχρωμο εν κινήσει πίνακα ζωγραφικής, εντυπωσιακής αισθητικής και φωτεινής ομορφιάς (ιδιαίτερη μνεία στα κοστούμια της Ιωάννας Τσάμη και τα σκηνικό της Κλειώς Μπομπότη).
Όλοι οι ηθοποιοί με αδιαμφισβήτητες ικανότητες δημιουργούν ένα δυνατό, ρυθμικό σύνολο που για δυο και πλέον ώρες ανάβουν μικρές φωτιές υποκριτικής δημιουργίας με σκοπό να κρατήσουν ζωντανή την πυρκαγιά που ακούει στο όνομα Rob.