Ψυχρός Πόλεμος

Η θυελλώδης σχέση ενός μαέστρου και μιας νεαρής ερμηνεύτριας δοκιμάζεται, περιπλανώμενη στην Ευρώπη των πρώτων ψυχροπολεμικών χρόνων. Στην αδιαπραγμάτευτα ρομαντική ταινία του βραβευμένου με Όσκαρ Πάβελ Παβλικόφσκι («Ida»), ο έρωτας είναι ένας πόλεμος ψυχρός, η έκβαση του οποίου κρίνεται στα πάσης φύσεως σύνορα, πραγματικά και συμβολικά. Βραβείο σκηνοθεσίας στο Φεστιβάλ Καννών για μία από τις καλύτερες ταινίες της χρονιάς.

Elle 24 Οκτ. 18
Ψυχρός Πόλεμος

Ο «Ψυχρός Πόλεμος» του Πάβελ Παβλικόφσκι ανήκει σε αυτή την ξεχωριστή κατηγορία ταινιών που μεγαλώνουν μέσα σου καθώς περνούν οι μέρες από τη στιγμή που τις είδες. Στο νέο του φιλμ, ο πολυβραβευμένος Πολωνός δημιουργός του «Ida» στρέφεται ξανά στο παρελθόν της πατρίδας του για να μας βυθίσει απολαυστικά στον αδιέξοδο έρωτα ενός μαέστρου και μιας νεαρής τραγουδίστριας, με φόντο τη μεταπολεμική Ευρώπη του μεγάλου διχασμού.

Αν ψάξει κανείς για επιμέρους αρετές, στον «Ψυχρό Πόλεμο» θα βρει πολλές. Πανέμορφο, ασπρόμαυρο τετράγωνο κάδρο, εκθαμβωτική φωτογραφία με φωτισμούς για σεμινάριο, αφοπλιστικά μυσταγωγικό πρώτο μέρος, μια φανταστική Τζοάνα Κούλιγκ στον πρωταγωνιστικό πλάι στον επίσης εξαιρετικό Τόμας Κοτ, καθώς επίσης η απολύτως οργανική ένταξη της μουσικής στο σώμα της ταινίας, συνοψίζουν σε αδρές γραμμές τις κυριότερες από αυτές. Αν όμως κάτι ανεβάζει το φιλμ αυτό πάνω από το επίπεδο ενός τεχνικά άρτιου πονήματος, για να το πάει εκεί που πραγματικά ανήκει, στις κορυφαίες ταινίες της σεζόν, είναι ότι έχει μέσα του ψυχή. Μια ψυχή που είναι εκεί για να τη νιώσεις, σχεδόν σε κάθε σκηνή, σε κάθε βλέμμα, σε κάθε μελωδία.

Ο Παβλικόφσκι παντρεύει μουσική και πλοκή με τρόπο απόλυτα οργανικό, σχεδόν μεταφυσικό, δένοντάς τες άρρηκτα με τη διαδρομή ενός μεγάλου κινηματογραφικού έρωτα.

Όλα ξεκινούν στην Πολωνία του 1949, σαν ντοκιμαντέρ, με καθημερινούς ανθρώπους να τραγουδούν μπροστά από ένα μαγνητόφωνο λαϊκούς σκοπούς που υμνούν τους καημούς του έρωτα. Την καταγραφή κάνει μια επιτροπή που αναζητά αυθεντικές μελωδίες και ταλέντα για τη σύσταση ενός φιλόδοξου μουσικού ομίλου. Εκεί, στις οντισιόν, ο μαέστρος Βίκτορ (Τομάς Κοτ) θα γνωρίσει και θα ερωτευτεί τη νεαρή Ζούλα (Τζοάνα Κούλιγκ). Ο έρωτάς τους θα περάσει από τη Βαρσοβία, το Βερολίνο, το Παρίσι και τη Γιουγκοσλαβία, θα γνωρίσει ματαιώσεις, αναβολές, συμβιβασμούς, παραιτήσεις και αναζωπυρώσεις, θα βρεθεί αντιμέτωπος με διλήμματα και αντιζηλίες και θα γυρέψει την τύχη του στη Δύση, πριν αναζητήσει με ρίσκο την επιστροφή του πίσω στην Πολωνία. Στο οδοιπορικό αυτό, τα όσα μοιράζονται ο Βίκτορ και η Ζούλα αποτυπώνονται στη μουσική που οι δύο εραστές επιλέγουν κάθε φορά να υπηρετήσουν.

Σε αυτή την αδιαπραγμάτευτα ρομαντική δημιουργία που άνοιξε την αυλαία των 24ων Νυχτών Πρεμιέρας, ο έρωτας είναι ένας πόλεμος ψυχρός, η έκβαση του οποίου κρίνεται στα πάσης φύσεως σύνορα: τα πραγματικά, εκείνα της καρδιάς και των αντοχών του εγωισμού, των προσδοκιών, των ωριμάνσεων και των αλλαγών που βιώνει ο κάθε άνθρωπος ξεχωριστά, αλλά και πλάι στον αγαπημένο του. Δεν είναι τυχαίο εκείνο το κάλεσμα της Ζούλα στον Βίκτορ για το καθοριστικό πέρασμα «στην άλλη πλευρά», με ό,τι κι αν αυτό σημαίνει. Πριν από αυτό, ο Παβλικόφσκι έχει κατορθώσει να παντρέψει μουσική και πλοκή με τρόπο απόλυτα οργανικό, σχεδόν μεταφυσικό, δένοντάς τες άρρηκτα με τη διαδρομή ενός μεγάλου κινηματογραφικού έρωτα, τον οποίο αφιερώνει στους γονείς του.

Η αλήθεια είναι ότι δύσκολα θα μπορούσε να υπάρξει καταλληλότερο όχημα να μεταφέρει στην οθόνη το ηχόχρωμα και τις παραφωνίες αυτής της σχέσης από ένα λαϊκό ερωτικό τραγούδι και τις παραλλαγές που αυτό γνωρίζει στη διάρκεια της ταινίας. Αν το ζητούμενο είναι η κατάλληλη νοηματοδότηση, ο Παβλικόφσκι στο σημείο αυτό θριαμβεύει, χρωματίζοντας όλο το φάσμα της διαδρομής του Βίκτορ και της Ζούλα, τα πάνω και τα κάτω της, μέσα από τη διαδικασία της μουσικής διασκευής ενός και μόνο άσματος, το οποίο περνά από το ορμητικό φολκλόρ στη χορωδιακή αρμονία, έπειτα στην ακανόνιστη γοητεία της τζαζ και τελικά στη θλιμμένη ραθυμία των μπλουζ. Αν για παράδειγμα το κεφάλαιο του Παρισιού μοιάζει αφηγηματικά να «κρεμάει», είναι επειδή ο Παβλικόφσκι έχει προηγουμένως συντονίσει ύφος και μελωδίες στο τέμπο με το οποίο πορεύονται οι δύο εραστές. Υπό μία έννοια, αποτελεί συνειδητή αισθητική επιλογή από μεριάς του ο «Ψυχρός Πόλεμος» να μην αφηγείται απλά έναν έρωτα, αλλά να γίνει ο έρωτας αυτός, να ταυτιστεί ως δομή μαζί του.

Παράλληλα με το αισθηματικό κομμάτι του δράματος ωστόσο, ο 60χρονος Πολωνός δημιουργός βρίσκει χώρο να δώσει το πολιτικό στίγμα μιας εποχής εξαιρετικά φορτισμένης. Αρχικά, εγκαθιδρύει το πλησίασμα δύο πολύ διαφορετικών μεταξύ τους ανθρώπων, την ώρα που η προσωπική και επαγγελματική τους σχέση συμπορεύεται με τις φολκλόρ μελωδίες του τόπου τους, οι οποίες γνωρίζουν μεγάλη απήχηση στο κοινό. Όταν ύστερα έρθουν οι «προτροπές» από το Κόμμα για να στραφούν προς ένα ρεπερτόριο που θα υμνεί τον Στάλιν και την αγροτική μεταρρύθμιση, οι δυο τους θα κληθούν να αναζητήσουν την τύχη τους εκτός Σοβιετικής Ένωσης.

Εκεί ωστόσο καραδοκεί ένας άλλου τύπου κομφορμισμός, που μαζί με την καπιταλιστική εκδοχή της ελευθερίας, την τζαζ και το ροκ εν ρολ, φέρνει στην επιφάνεια και τη συνειδητοποίηση πως το «ανήκειν» δεν συντονίζεται αυτόματα με την απόκτηση ενός νέου διαβατηρίου ή την επαγγελματική καταξίωση. Με άλλα λόγια, ο Παβλικόφσκι φαίνεται να υπογραμμίζει ότι σπίτι μας είναι εκεί που βρίσκεται η καρδιά, με τη διαφορά πως και αυτή ακόμα δεν είναι αταλάντευτη μπροστά στον πόλεμο των προσδοκιών, των θέλω ή των ευρύτερων κοινωνικών επιταγών.

Ίσως τελικά, ο «Ψυχρός Πόλεμός» του να μην απέχει πολύ από μία διαρκή μάχη με το χρόνο, τον εαυτό μας, τη φθορά και τη ματαίωση. Ή ακόμα και με αυτό που ένας γραφειοκράτης αναγκάζεται να παραδεχτεί αμέσως μετά από μία επιτυχημένη παράσταση τη νεοσύστατου ακόμα μουσικού ομίλου: «ποτέ δεν περίμενα να με συγκινήσουν αυτά τα φολκλόρ τραγούδια, όμως εσείς το καταφέρατε». Κι αν είναι απίθανο πράγμα τελικά ο έρωτας, ή ακόμα κι αν η κινηματογραφική του αποτύπωση αποδεικνύεται τις περισσότερες φορές μια φόρμα ξεπερασμένη, υπάρχει πάντα ένας Παβλικόφσκι για να προσφέρει ζωτικό χώρο στο αφηγηματικά σπάνιο.

Ακολουθήστε το ELLE στο Google News και μάθετε πρώτοι όλα τα νέα!

Σχετικά θέματα:

MHT