Ένα αυτοκίνητο διασχίζει τους δρόμους της Τεχεράνης. Ο μεσήλικας οδηγός κάνει παζάρια με την Παρί, μια νεαρή γυναίκα που βρίσκεται στο κάθισμα του συνοδηγού ενώ ο μικρός της γιος κάθεται στο πίσω κάθισμα. Όταν η συναλλαγή ολοκληρώνεται, η Παρί σκύβει ανάμεσα στα πόδια του οδηγού προσφέροντάς του στοματικό έρωτα, αδιαφορώντας για τον μικρό ο οποίος συνεχίζει απερίσκεπτος να παίζει με τα παιχνίδια του. Το αυτοκίνητο συνεχίζει κανονικά την πορεία του, όταν ξαφνικά ο οδηγός βγαίνει εκτός εαυτού καθώς εντοπίζει την δική του κόρη να περπατάει στο πεζοδρόμιο πιασμένη χέρι χέρι με κάποιον νεαρό. Ακόμα όμως και οι κατάρες που εκτοξεύει για το παιδί του δεν θα καταφέρουν να επισκιάσουν τον επικείμενο οργασμό του.
Αυτή είναι η εισαγωγική σκηνή που μας μυεί στα «Μυστικά της Τεχεράνης», καλογραμμένη, άμεση και επιδραστική σε σημείο που καταφέρνει να σε αρπάξει από τον γιακά, σχολιάζοντας καίρια και ευρηματικά τις αντιφάσεις και την υποκρισία της κοινωνίας και του καθεστώτος στο σύγχρονο Ιράν. Εκτός από την ζωή της Παρί, η οποία εργάζεται ως ιερόδουλη για να μεγαλώσει τον ανήλικο γιο της, στα «Μυστικά της Τεχεράνης» διαπλέκονται ακόμη δύο ιστορίες: αυτή της Σάρα, μιας εγκύου που βλέπει τα όνειρά της για επαγγελματική εξέλιξη να θρυμματίζονται από ένα μέλλον που την θέλει εγκλωβισμένη στο σπίτι και αυτή του Μπαμπάκ, ενός νεαρού μουσικού ο οποίος μετά από μια νύχτα εφήμερου σεξ με την Ντόνια, βρίσκεται να αναζητεί εναγωνίως χρήματα για να πληρώσει το ράψιμο του παρθενικού της υμένα, καθώς η κοπέλα του αποκαλύπτει πως πρόκειται άμεσα να παντρευτεί.
Όλα τα δεδομένα του σεναρίου καθώς και όλα τα γεγονότα που δοκιμάζουν τους ήρωες της ταινίας μοιάζουν εκβιαστικά τοποθετημένα…
Στο κομμάτι της φόρμας, ο Ιρανός αλλά κάτοικος Γερμανίας Αλί Σουζαντέχ, εμπιστεύεται την τεχνική της ροτοσκόπησης, η οποία θέλει αρχικά την βιντεοσκόπηση ζωντανών ηθοποιών οι οποίοι στην συνέχεια επανασχεδιάζονται στον υπολογιστή. Το αποτέλεσμα είναι εντυπωσιακό, ειδικά στο κομμάτι της λεπτομερούς απεικόνισης των προσώπων και των εκφράσεών τους, προικίζοντας τα «Μυστικά της Τεχεράνης» με μια έξτρα δόση αυθεντικότητας.
Απ’ την άλλη πλευρά, στο κομμάτι της αφήγησης το σκηνοθετικό ντεμπούτο του Ιρανού δημιουργού δεν καταφέρνει να διατηρήσει την ένταση και την φρεσκάδα της πρώτης σκηνής και παρά τις προσδοκίες που αρχικά γεννά, αναλώνεται σε μια αναμενόμενη και επιτηδευμένη ανάπτυξη της πλοκής. Όλα τα δεδομένα του σεναρίου καθώς και όλα τα γεγονότα που δοκιμάζουν τους ήρωες της ταινίας μοιάζουν εκβιαστικά τοποθετημένα, ώστε να προετοιμάσουν το έδαφος για το εκάστοτε πολιτικοκοινωνικό σχόλιο του σκηνοθέτη. Είναι γεγονός πως κάτω από το αυστηρό, θρησκευτικό προσωπείο του καθεστώτος, τα ναρκωτικά, η σεξιστική βία, οι διακρίσεις και η διαφθορά αποτελούν αδιαμφισβήτητο κομμάτι της καθημερινότητας στο Ιράν. Δυστυχώς, όμως, ο Σουζαντέχ στην προσπάθειά του να υπογραμμίσει τις παθογένειες μιας ολόκληρης χώρας, καταφεύγει σε κλισέ και διδακτικά ευρήματα, τα οποία εν τέλει αφαιρούν από την ταινία του αρκετή από την ισχύ της.