Το «Μάθημα» είναι ένα κοινωνικό δράμα που μιλάει για την εποχή μας, και το κάνει με τρόπο ανεπιτήδευτο, ρεαλιστικό, σκληρό και διαπεραστικά ειλικρινή. Η οδύσσεια μιας εκπαιδευτικού που προσπαθεί να επιβιώσει και να ζήσει και την οικογένειά της (είναι παντρεμένη με έναν ανεύθυνο άντρα, πρώην αλκοολικό που ξοδεύει τα λεφτά για τις δόσεις του στεγαστικού δανείου με σκοπό να αγοράσει καινούργια μηχανή για ένα τροχόσπιτο, ενώ έχει και μια τετράχρονη κόρη), αντικατοπτρίζει επώδυνα το οικουμενικό δράμα της μεσαίας τάξης που ο καπιταλισμός οδηγεί πλέον, με μαθηματική ακρίβεια, στην εξαθλίωση.
Οι σκηνοθέτες, Κριστίνα Γκροζέβα και Πέταρ Βαλχάνοφ, που συνυπογράφουν και το σενάριο, επιστρατεύουν τον ωμό νατουραλισμό των αδερφών Νταρντέν, τόσο σε επίπεδο αφηγηματικού ύφους (η κάμερα ακολουθεί κατά πόδας την πρωταγωνίστρια στο τρεχαλητό της καθημερινής, εναγώνιας προσπάθειάς της να εξασφαλίσει τις προϋποθέσεις μιας αξιοπρεπούς διαβίωσης), όσο και σε επίπεδο περιεχομένου, κάνοντας το «Μάθημα» να θυμίζει σε σημεία μια βαλκανική παραλλαγή του «Δυο Μέρες, Μια Νύχτα». Σε εκείνη την ταινία, η Μαριόν Κοτιγιάρ είχε δύο μέρες για να πείσει τους συναδέλφους της να απαρνηθούν ένα μπόνους στον μισθό τους για να μη χάσει τη δουλειά της, στο φιλμ των Γκροζέβα και Βαλχάνοφ, η πρωταγωνίστρια Μαργκίτα Γκοσέβα διαθέτει το ίδιο περίπου χρονικό διάστημα για να σώσει το σπίτι της από τον πλειστηριασμό.
Ενσαρκώνοντας μια γυναίκα δυνατή, τίμια και με μεγάλα αποθέματα κουράγιου, που δεν θα διστάσει να στραφεί για βοήθεια σε τοκογλύφους του υποκόσμου προκειμένου να μην δανειστεί χρήματα από τον πλούσιο αλλά αδιάφορο πατέρα της, η εξαιρετική Γκοσέβα αποτυπώνει στο βλέμμα της ωκεάνια συναισθήματα πίκρας, ματαίωσης αλλά και περήφανης απαντοχής. Παίζοντας μετρημένα, εσωτερικά, ήπια –συχνά προσδίδοντας σε ένα θυμωμένο βλεφάρισμα διαστάσεις υπαρξιακής διαμαρτυρίας- καταφέρνει να μετατραπεί σε σύμβολο του αδιάλειπτα βαλλόμενου σύγχρονου ανθρώπου, που συνθλίβεται από την αναλγησία του νόμου και τις, στυγνά κυνικές, κερδοσκοπικές προθέσεις των τραπεζών.
Σε μια συγκλονιστική σκηνή, υπέροχου ρυθμού και θριλερικής αγωνίας, που εκθέτει τον απάνθρωπο παραλογισμό του συστήματος (όταν την ενημερώνουν ότι για δύο Λέβα διαφορά στην κατάθεση της δόσης, το δικαστήριο θα προχωρήσει στην κατάσχεση), εξαιτίας μιας απίστευτης αναποδιάς που θα την φέρει μέχρι την τράπεζα με άδειο πορτοφόλι, η καθηγήτρια θα φτάσει στο σημείο να ζητιανέψει προκειμένου να εξασφαλίσει το ασήμαντο ποσό, απ’ την καταβολή του οποίου εξαρτάται η διατήρηση του σπιτιού της. Είχαμε καιρό να δούμε σεκάνς ανάλογης έντασης στο σινεμά, και τα συναισθήματα οργής και θλίψης που προκαλούν αυτά τα καταιγιστικά λεπτά, λένε πολλά περισσότερα για τη σύγχρονη κατάστασή μας, από οποιαδήποτε οικονομική ή πολιτική ανάλυση.
Το «Μάθημα», μπορεί να μην είναι τέλειο (υπάρχουν στιγμές που η συσσώρευση των ατυχιών, δεν δείχνει και τόσο αληθοφανής, ενώ δεν αποφεύγονται και κάποιες δραματουργικές ευκολίες), αλλά ισοδυναμεί με φιλμική γροθιά στο στομάχι που δεν μπορεί παρά να σε στοιχειώσει για αρκετή ώρα αφότου θα έχουν πέσει οι τίτλοι τέλους. Ένα πολύ αξιόλογο, κρίσιμο έργο για τους δύσκολους καιρούς μας, και παράλληλα στενάχωρο όσο κι αυτοί.