Ο 75χρονος Ιεζεκιήλ ζει σε οίκο ευγηρίας της Ιερουσαλήμ με τη γυναίκα του. Παρά το γεγονός ότι εκείνη υποφέρει από άνοια, η ζωή τους περιστοιχίζεται από παρέες και η καθημερινότητά τους κυλά εύθυμα. Όταν όμως ο Μαξ, επιστήθιος φίλος του Ιεζεκιήλ, αρρωσταίνει με ένα ανίατο νόσημα, ο Ιεζεκιήλ αποφασίζει να τον βοηθήσει να πεθάνει ήρεμος, και με αξιοπρέπεια.
Απευθύνεται στον Δρ. Ντάνιελ, έναν κτηνίατρο, και στον συνταξιοδοτημένο αστυνομικό Ράφι Σίγκαλ για να εκτελέσουν αυτή τη ζόρικη αποστολή, την οποία αντιμετωπίζουν με μεγάλες δόσεις μαύρου χιούμορ – η μόνη που εναντιώνεται ηθικά στη διαδικασία είναι η γυναίκα του Ιεζεκιήλ. Καθότι όμως την κρίσιμη στιγμή κανείς από την ομάδα δεν «τραβάει τη σκανδάλη», ο Ιεζεκιήλ – ως πρώην μηχανικός και εφευρέτης – φτιάχνει μία μηχανή αυτό-ευθανασίας για χατίρι του φίλου του. Καθώς οι φήμες για την εφεύρεση πυκνώνουν, οι εκκλήσεις για βοήθεια, καθώς και τα ευτράπελα, πολλαπλασιάζονται.
Εν τω μεταξύ, ο ίδιος ο Ιεζεκιήλ αρνείται να αποδεχτεί το γεγονός ότι η κατάσταση της γυναίκας του χειροτερεύει από μέρα σε μέρα. Τα ηθικά διλήμματα είναι πολλά και αναπάντητα.
Ειλικρινές δράμα για την τρίτη ηλικία και το δικαίωμα στον αξιοπρεπή θάνατο, σκηνοθετημένο σαν ένα μελαγχολικό αντίο στη ζωή. Οι πινελιές μαύρου χιούμορ συγκρατούν το φιλμ από το να κατρακυλήσει στη θλίψη ή το μελό.