Ο μεγιστάνας Όσκαρ Μαρτέλο, ένας κινηματογραφικός παραγωγός που ξεκίνησε από το μηδέν, βρίσκεται κοντά στο να κάνει πραγματικότητα το παιδικό του όνειρο, να κατακτήσει τη Τσινετσιτά. Συνοδοιπόροι του σ' αυτή την κούρσα ο καλύτερός του φίλος Αντρέα, σεναριογράφος, και η Γιακαράντα, ηθοποιός, όμορφη και απέραντα δυστυχισμένη, προορισμένη να κάνει το ένα λάθος μετά το άλλο.
Ο Μαρτέλο δεν διστάζει να χρησιμοποιήσει τους ανθρώπους γύρω του και μετά να τους πετάξει σαν σκουπίδια. Η καλλονή σύζυγός του τον μισεί, οι δύο κόρες τους είναι νευρωτικές. Άπληστος και κυνικός, ελίσσεται με άνεση και ταχύτητα σε έναν κόσμο φτιαγμένο από πολυτελείς βίλες σε ακριβές συνοικίες, ιδιωτικά σκάφη, κουβανέζικα πούρα, γρήγορα αυτοκίνητα, ναρκωτικά, ωραίες, μοιραίες αλλά και ανεγκέφαλες υπάρξεις. Είναι ένας κόσμος λαμπερός και αξιοζήλευτος φαινομενικά, αλλά στην πραγματικότητα αντίξοος για όσους δεν είναι αρκετά σκληρόπετσοι και αποκρουστικός σε εκείνους που δεν είναι αρκετά φιλοχρήματοι.
Ο Μαρτέλο είναι ο ήρωας του νέου μυθιστορήματος του Pino Corrias «Θα κοιμηθούμε όταν γεράσουμε», που έχει τιμηθεί με το βραβείο Ultima Frontiera Carlo Cassola και τώρα κυκλοφορεί μεταφρασμένο στα ελληνικά από τις εκδόσεις Κριτική. Ο κεντρικός χαρακτήρας και η Τσινετσιτά του βιβλίου είναι βασισμένοι στις προσωπικές εμπειρίες του συγγραφέα, ο οποίος ως χρονικογράφος, σεναριογράφος και παραγωγός ταινιών και τηλεοπτικών σειρών, ξέρει από πρώτο χέρι τις σόουμπιζ.
Είναι ένα ανάγνωσμα που αξίζει να ανακαλύψουμε γιατί ακόμα και αν δεν ταυτιζόμαστε με το πολυτελές λαϊφστάιλ των ηρώων του, το μήνυμά του είναι διαχρονικό. Μια ζωή χτισμένη γύρω από την απληστία «δεν είναι καθόλου γλυκιά», σύμφωνα με παρουσίαση του βιβλίου από τη Repubblica. Και έχει ημερομηνία λήξης. Το είδαμε άλλωστε να συμβαίνει στην Τσινετσιτά, την άλλοτε κραταιά βιομηχανία του κινηματογράφου, που όπως είπε χαρακτηριστικά ο Corrias σε συνέντευξή του στο Bookpress.gr, καταβροχθίστηκε από το χρήμα.