Τρεις Πινακίδες Έξω από το Έμπινγκ, στο Μιζούρι

Ο Μάρτιν ΜακΝτόνα («Αποστολή στη Μπριζ») και τρεις σπουδαίοι ηθοποιοί αναρτούν «Τρεις Πινακίδες Έξω από το Έμπινγκ, στο Μιζούρι» και αναμένουν τις απαντήσεις σας. Και μερικά Όσκαρ!

Elle 17 Ιαν. 18
Τρεις Πινακίδες Έξω από το Έμπινγκ, στο Μιζούρι

Τους τελευταίους μήνες το «Τρεις Πινακίδες Έξω από το Έμπινγκ, στο Μιζούρι», έγινε το σιωπηλό αουτσάιντερ που ξεκίνησε φεστιβαλική καριέρα (Βενετία και Τορόντο), κι έφτασε να κερδίζει τις Χρυσές Σφαίρες, πλήθος υποψηφιοτήτων σε βραβεία Σωματείων και υψηλές θέσεις σε λίστες Ενώσεων Κριτικών. Με επόμενη στάση τα Όσκαρ, οι «Τρεις Πινακίδες» απευθύνουν τις ερωτήσεις τους δημόσια στις αίθουσες και είναι έτοιμες για διάλογο. 

Μήνες μετά την άγρια δολοφονία της κόρης της, που δεν έχει διαλευκανθεί, η Μίλντρεντ Χέιζ αποφασίζει να θέσει σε εφαρμογή ένα παράτολμο εγχείρημα. Νοικιάζει τρεις διαφημιστικές πινακίδες στην είσοδο του Έμπινγκ και με ένα γραπτό μήνυμα προκαλεί την τοπική αστυνομία. Σε μόνιμη, κοινή θέα, οι τρεις πινακίδες και το περιεχόμενό τους, θα προκαλέσουν αλυσιδωτές αντιδράσεις στην κωμόπολη.

Ο σκηνοθέτης και σεναριογράφος Μάρτιν ΜακΝτόνα της εξαιρετικής κινηματογραφικής «Αποστολής στη Μπριζ» (αλλά και του άνισου «Εφτά Ψυχοπαθείς») είναι αποδεδειγμένα ένας σαρδόνιος παρατηρητής της ανθρώπινης ψυχοσύνθεσης μέσα στα πιο σκοτεινά της πλαίσια. Προκλητικός, αθυρόστομος και ανατρεπτικός θεατρικός συγγραφέας με έφεση σε χαρακτήρες που βιώνουν «αποκλεισμούς», συνήθως σε επαρχιακές πόλεις, επιλέγει συχνά μία βίαιη κατακλείδα ως λύτρωση και έχει «οριοθετήσει» εδώ και είκοσι χρόνια την ταμπέλα του «κακού παιδιού» του θεάτρου με έργα όπως «Η Βασίλισσα της Ομορφιάς», ο πασίγνωστος «Πουπουλένιος» και το πιο πρόσφατο «Δήμιοι» (Hangmen). Διόλου τυχαία στη νέα, τρίτη ταινία του με τίτλο «Τρεις Πινακίδες Έξω Από το Έμπινγκ, στο Μιζούρι» τοποθετεί ως κύριο «πρωταγωνιστή» τρία πλαίσια που μέσα από την απλή τους γραφή, δρομολογούν τις εξελίξεις πέρα από αυτά. Πολυβραβευμένος συγγραφέας και σεναριογράφος που γνωρίζει καλά ποια στοιχεία πρέπει να τοποθετήσει στο κάδρο, έτσι ώστε να πυροδοτήσει σκέψεις, ιδέες και συζητήσεις έξω από αυτό, στις «Τρεις Πινακίδες» ο ΜακΝτόνα προκαλεί ευθέως τους πολίτες της (φανταστικής) πόλης του Έμπινγκ, αλλά και τους θεατές της ταινίας του.

Ο Μάρτιν ΜακΝτόνα δανείζεται ως πινακίδα το κινηματογραφικό κάδρο και με μία έξοχη κινηματογραφική ρητορική σας απευθύνει το λόγο. Σκεφτείτε καλά πριν απαντήσετε.

Ποια είναι τα όρια που περιχαρακώνουν την ανθρωπιά, τι βρίσκεται έξω από αυτά και οδηγεί στην κτηνωδία; Στις «Τρεις Πινακίδες», ο κυνισμός και η συμπάθεια εναλλάσσουν την κωμωδία και το δράμα με σεναριακή επιδεξιότητα (και επιδειξιομανία) που έχει στόχο να δώσει στο κοινό τις απαραίτητες πληροφορίες του δράματος, αλλά ταυτόχρονα να ανατρέψει τις προσδοκίες. Στην ταινία ο ΜακΝτόνα μέσα από τρεις πινακίδες και τρεις χαρακτήρες, εξετάζει την επιδραστική δύναμη του λόγου (οι λέξεις στις πινακίδες, αλλά και οι λέξεις ενός γράμματος στην ταινία είναι αφορμή για εξελίξεις) καθώς επίσης και το αν ένα μοιραίο γεγονός μπορεί να σταθεί δυνατός καταλύτης για να μεταλλάξει προς το καλύτερο ή το χειρότερο έναν άνθρωπο. Ο ίδιος δεν παίρνει θέση, αλλά προκαλεί τον θεατή. Όλοι οι βασικοί ήρωες του Έμπινγκ έχουν μία προσωπική και εσφαλμένη αίσθηση δικαίου και την εφαρμόζουν χωρίς να ενδιαφέρονται για τα ηθικά πλαίσια που διέπουν τους κοινωνικούς κανόνες.

Η Μίλντρεντ Χέιζ της Φράνσις ΜακΝτόρμαντ είναι μία «μάνα κουράγιο», αλλά και μία ετοιμοπόλεμη, πικρόχολη γυναίκα. Η Μίλντρεντ νιώθει πως τα λόγια και οι πράξεις της απαλλάσσονται από την κριτική και την κοινή λογική, γιατί το οικογενειακό της δράμα τη δικαιώνει. Ο ΜακΝτόνα τη ντύνει με στολή εργασίας-στολή πολέμου, έτσι ώστε να θυμίζει τα «We Can Do It!» προπαγανδιστικά πόστερ του 1943 που τη δεκαετία του ‘80 χρησιμοποιήθηκαν για την προώθηση του φεμινιστικού κινήματος. Στο ρόλο, η Φράνσις ΜακΝτόρμαντ, που κέρδισε πρόσφατα (και δίκαια) τη Χρυσή Σφαίρα Α’ Γυναικείου σε δραματική ταινία, είναι έτοιμη για το δεύτερο Όσκαρ της καριέρας της μετά το «Φάργκο». Σε κάθε σκηνή ενσαρκώνει την απελπισία, την οργή, την παράνοια του χαρακτήρα με απόλυτο σωματικό έλεγχο, φωνητική εκφραστικότητα και διακριτικές συσπάσεις του προσώπου. Το σενάριο όμως δεν της χαρίζεται. Μία πληροφορία είναι ικανή για να γκρεμίσει το οικοδόμημα της χαροκαμένης μάνας και να φέρει τον θεατή αντιμέτωπο με τις τύψεις μιας γυναίκας και των επιλογών της.

Στην ίδια θεματική που αναπτύσσει τις αμφισημίες, ο αρχηγός της αστυνομίας της περιοχής Ουίλιαμ Γουίλομπι (Γούντι Χάρελσον) και το δεξί του χέρι, ο αξιωματικός Ντίξον (Σαμ Ρόκγουελ), θα έρθουν αντιμέτωποι με τη μανία της Μίλντρεντ και τη δημόσια έκθεση των «Τριών Πινακίδων». Ο πρώτος ως εκπρόσωπος του δικαίου θα πρέπει να επανεξετάσει τις προτεραιότητές του, επαγγελματικές και οικογενειακές, ενώ ο δεύτερος, ένας προβληματικός, ρατσιστής αστυνομικός που θεωρεί πως έχει ικανή εξουσία για να επιβάλλεται με τη βία, είναι ένας συμπλεγματικός «μαμάκιας». Ο ΜακΝτόνα προκαλεί συνεχώς τους χαρακτήρες του εντός οθόνης, από σκηνή σε σκηνή. Δεν τους δικαιολογεί και δεν τους δίνει συγχωροχάρτι, αλλά εκθέτει τις κυριολεκτικές και μεταφορικές εκρήξεις τους στην κρίση των θεατών. Και ως δαιμόνιος δημιουργός για να δυσκολέψει περισσότερο το κοινό στα ηθικά διλήμματα της ταινίας, επιλέγει στο κάστινγκ δυο πολύ καλούς ηθοποιούς, στους οποίους οι θεατές είναι ήδη θετικά προσκείμενοι.

Σε έναν κόσμο που έχει μάθει πια να επικοινωνεί καθημερινά με γραπτά μηνύματα, στις «Τρεις Πινακίδες» το σπουδαιότερο, και πιο συναρπαστικό, θέμα είναι η δημόσια απεύθυνση των ερωτημάτων και οι απαντήσεις/αντιδράσεις που προκαλούν. Κάποια είναι επιφανή με πηχυαία γράμματα και έχουν αναρτηθεί σε πινακίδες. Κάποια είναι υποδόρια κι εκτός πλαισιού, αλλά εξίσου (αν όχι περισσότερο) σημαντικά. Για παράδειγμα είναι πιο σημαντικό το οικογενειακό δράμα της Μίλντρεντ (κυριάρχο γεγονός στην ταινία) ή τα βασανιστήρια του Ντίξον σε ένα μαύρο κρατούμενο (που μένουν εκτός κάδρου, αλλά επανέρχονται στο προσκήνιο ως πληροφορία); Οι άνθρωποι τελικά όντως αλλάζουν ή απλά ξεγελούν εαυτούς ως μεταμελημένοι; Η αυτοδικία είναι έκφραση δικαιοσύνης η παράνοιας; Ο Μάρτιν ΜακΝτόνα δανείζεται ως πινακίδα το κινηματογραφικό κάδρο και με μία έξοχη κινηματογραφική ρητορική σας απευθύνει το λόγο. Σκεφτείτε καλά γιατί οι ερωτήσεις είναι της ταινίας, αλλά οι απαντήσεις δικές σας.

Ακολουθήστε το ELLE στο Google News και μάθετε πρώτοι όλα τα νέα!

Σχετικά θέματα:

MHT