Ο Τίμος (Φάνης Μουρατίδης) είναι τηλεοπτικός σταρ που ζει την κάθε του μέρα στα όρια. Ο Άκης (Σπύρος Παπαδόπουλος) αντίθετα, δουλεύει ταξί και πασχίζει να τα βγάλει πέρα με τα χρέη και τις απαιτήσεις της γυναίκας του (Νικολέτα Κοτσαηλίδου). Κάποια στιγμή όμως, η ζωή θα φροντίσει να τους φέρει κοντά μέσα από μια σειρά προβλημάτων, η οποία οδηγεί στον τόπο των πολύτιμων, παιδικών τους αναμνήσεων.
Ο ταξιδιάρικος τίτλος «Τζαμάικα» σηματοδοτεί για τους δύο ήρωες τον κοινό ασφαλή τόπο τους, κάτι ανάμεσα σε μια αγαπημένη παιδική ανάμνηση και την ρομαντική υπόσχεση πως αυτή δε θα ξεχαστεί, την ώρα που τα πραγματικά ζόρια της ζωής θα αναλάβουν να ξεσκαρτάρουν με τρόπο σχεδόν νομοτελειακό προτεραιότητες και σχέσεις. Σε αυτόν τον ριζικό επανακαθορισμό πορείας που τους προκύπτει, σημαντικό ρόλο θα παίξουν δύο γυναίκες: η Πόπη, σύζυγος του Άκη, και η Νίνα (Άννα-Μαρία Παπαχαραλάμπους), το «δεξί χέρι» του Τίμου.
Η «Τζαμάικα» είναι μια ταινία που επιχειρεί να προσεγγίσει σοβαρά καθημερινά προβλήματα (απώλεια, αρρώστια, χρέη, προβληματικές σχέσεις) με μια ανάλαφρη και συγκρατημένα κωμική ματιά, με σκοπό να αφήσει στο θεατή ένα απαλό μειδίαμα φεύγοντας από την αίθουσα. Προσπαθεί να αποφύγει τα μεγάλα δράματα, τουλάχιστον σε ό,τι αφορά τα ζητήματα ζωής και θανάτου, βρίσκοντας καταφύγιο σε ένα χιούμορ συναισθηματικό και ενίοτε εγκάρδιο, τέτοιο που να μη γίνεται διδακτικό αλλά να βγαίνει ει δυνατόν μέσα από το βαθύτερο «είναι» των πρωταγωνιστών.
Η «Τζαμάικα» επιχειρεί να προσεγγίσει σοβαρά καθημερινά προβλήματα με μια ανάλαφρη και συγκρατημένα κωμική ματιά, με σκοπό να αφήσει στο θεατή ένα απαλό μειδίαμα φεύγοντας από την αίθουσα.
Για μία ταινία χαρακτήρων όπως αυτή, τα καλά νέα είναι πως οι Μουρατίδης και Παπαδόπουλος «κουμπώνουν» στους συμβατικά αντιθετικούς ρόλους τους, σηκώνοντας και καλιμπράροντας μαζί το δραματικό με το κωμικό βάρος της όλης ιστορίας. Ενώ όμως η Παπαχαραλάμπους διεκδικεί πιο οργανικά το ζωτικό της χώρο στην «Τζαμάικα», τα πράγματα χαλάνε από τον υπερβολικό «θόρυβο» που προκαλεί ο χαρακτήρας που υποδύεται η Κοτσαηλίδου.
Πρόκειται για έναν παλιομοδίτικα γραμμένο χαρακτήρα, ο οποίος ενσαρκώνει σε ενοχλητικό βαθμό όλα εκείνα τα στερεότυπα που οι «παλαιοί» θα διέκριναν σε ένα «γύναιο». Και όσο κι αν τα στη βάση τους λαϊκά παιδιά (ο Τίμος και ο Άκης) επιχειρούν να αντιπαρέλθουν με χιούμορ τον σκόπελο ενός κακού γάμου, η Πόπη και η μητέρα της (ο ορισμός της κακής πεθεράς στο ρόλο που ενσαρκώνει η Μαίρη Ευαγγέλου) απαρτίζουν ένα δίδυμο που καταλήγει να τροφοδοτεί όλα εκείνα τα έμφυλα μικροαστικά κλισέ, η αναπαραγωγή των οποίων δυσκολεύομαι χαρακτηριστικά να βρω τι ρόλο βαράει σε μία ταινία σήμερα.
Στον (χαριτωμένο) αντίποδα πάντως, ο θεατής της «Τζαμάικα» θα δει και την πιο κατά λάθος τρολιά του «Στην Υγειά Μας Βρε Παιδιά» (the hospital edition), από τη στιγμή όπου κάνουν cameo μετά μουσικής οι Χρήστος Νικολόπουλος, Βίκυ Σταυροπούλου, Βασίλης Χαραλαμπόπουλος, Χρήστος Φερεντίνος κ.α. Άλλωστε η ταινία δεν έχει κανένα πρόβλημα να κρύψει τις τηλεοπτικές καταβολές των περισσοτέρων από τους άμεσα εμπλεκόμενους σε αυτή, με τον σκηνοθέτη της Ανδρέα Μορφονιό και τον σεναριογράφο Γιώργο Φειδά να έχουν γράψει «χιλιόμετρα» στην τηλεόραση, αλλά όχι στο σινεμά.
Ακόμα κι έτσι όμως, η αλήθεια είναι πως η ξεχωριστή αγάπη που επιφυλάσσουν οι δύο πρωταγωνιστές στην ταινία τους (με τον Μουρατίδη να έχει έναν λόγο παραπάνω λόγω της εμπλοκής του με την αληθινή ιστορία πίσω απ’ την «Τζαμάικα») δεν κρύβεται. Και σίγουρα, παίζει το ρόλο της στο όποιο γκελ μπορεί να κάνει στο κοινό της.