Venom

Ο Τομ Χάρντι προσπαθεί να συμβιώσει με εξωγήινο οργανισμό αλλά και με τους αυστηρούς κανόνες που ορίζει η ανάγκη για τη δημιουργία ενός νέου κινηματογραφικού σύμπαντος, το οποίο φιλοδοξεί να μεγαλώσει  γρήγορα και απότομα, μικραίνοντας την ίδια την ταινία.  

Elle 03 Οκτ. 18
Venom

Πέρα από τη λογική του «ακόμη ένας χαρακτήρας, ακόμη μια ταινία» που επικρατεί εδώ και χρόνια στις μεγάλες παραγωγές, και όχι απαραίτητα μόνο αυτές που προέρχονται από τα κόμικς, το πέρασμα στη μεγάλη οθόνη του Venom φαίνεται να λειτουργεί ως αντίβαρο στην αυξημένη παιδικότητα του καινούριου Spider-Man. Χωρίς να ξεφεύγει από το ηλικιακό εύρος λόγω συγκεκριμένων σκηνών (άλλωστε, PG-13 είναι κι αυτό), θα λειτουργούσε θεωρητικά με μια αυξημένη χαλαρότητα, καθώς εδώ η Sony είναι μόνη της χωρίς τις υποχρεώσεις του MCU, αλλά και με βάση μια σειρά από συγκεκριμένους κανόνες που χρησιμοποιήθηκαν σε origin stories τα τελευταία χρόνια. Και βέβαια με την ελπίδα πως και μόνο η παρουσία του Τομ Χάρντι σε έναν τέτοιο κόσμο αρκεί.

Το τελευταίο φαίνεται να ισχύει, καθώς την περισσότερη ώρα, το «Venom» μοιάζει με one-man-show. Ο Χάρντι υποδύεται τον δημοσιογράφο Έντι Μπροκ που οσμίζεται τις βρωμοδουλειές ενός νεαρού μεγιστάνα και δε διστάζει να τις ξεσκεπάσει μετά από συνέντευξη που του παραχωρεί ο τελευταίος. Η αλήθεια όχι απλά δεν βγαίνει προς τα έξω, αλλά ο Μπροκ χάνει τη δουλειά του, περιφέρεται άσκοπα στον Σαν Φρανσίσκο, μέχρι που γίνεται συμπτωματικά γίνεται θύμα των πειραμάτων που προσπάθησε να ξεσκεπάσει. Μια άμορφη εξωγήινη μάζα βρίσκει στο σώμα του τον ιδανικό ξενιστή και αυτό που προκύπτει είναι 2 οργανισμοί να συμβιώνουν στο ίδιο σώμα, με αποτελέσματα που αρχικά τουλάχιστον είναι κυρίως κωμικά. 

Ο Χάρντι παίζει πολύ χιουμοριστικά με τη φιγούρα του ταλαίπωρου και στραπατσαρισμένου, περπατώντας μονίμως σκυφτά, μέχρι τη στιγμή της απρόοπτης συμβίωσης καθώς από εκεί και έπειτα δεν φαίνεται να παίρνει καμία οδηγία προς την ισορροπία χιούμορ και δράματος, αν και βγάζει μερικές από τις καλύτερες σκηνές του φιλμ όταν βρίσκεται εκτός ελέγχου. Απέναντί του έχει έναν villain-καρικατούρα, αφού ο νεαρός αμοραλιστής Κάρλτον Ντρέικ (τον υποδύεται ο συνήθως κωμικός Ριζ Αχμέντ) δεν έχει κανένα ειδικό βάρος, πετώντας απλά ανέπνευστες ατάκες περί της αδυναμίας των ανθρώπων να δουν το όραμά του. Όταν κάποια στιγμή μεταμορφώνεται και αυτός, η συνύπαρξη 2  (ας τα πούμε) τεράτων φέρνει κάποιες αναφορές προς την ιστορία του είδους (δηλαδή τα «King Kong» και «Godzilla»), όμως η δυσμορφία τους δίνει κυρίως μια σειρά από χαοτικές, φασαριόζικες και αντιαισθητικές μάχες. Ο σκηνοθέτης Ρούμπεν Φλέισερ, φαίνεται να έχει στο μυαλό του το τελευταίο, και γι' αυτό δίνει όση περισσότερη ώρα μπορεί στα πρόσωπα, ρίχνοντας λίγο τους τρελούς ρυθμούς που αποκτά η ταινία, όταν η προσωπικότητα του Venom κυριαρχεί. 

Το θεμελιώδες όμως πρόβλημα της ταινίας είναι η υπερβολική προσήλωση της δημιουργικής ομάδας στη «μεγαλύτερη εικόνα» που φιλοδοξεί να φτιάξει. Το «Venom» αν και περήφανα δηλώνει ανεξάρτητη ταινία και όχι μέλος μιας μεγάλης σειράς, μόνο τέτοια δεν είναι, λειτουργώντας σχεδόν αποκλειστικά για χάρη μιας πιθανής συνέχειας και ενός νέου σύμπαντος που φιλοδοξεί να φτιάξει η Sony με βάση χαρακτήρες από το Spider-Man. Σαν ένας πιλότος τηλεοπτικής σειράς, είναι δεδομένο πως παρουσιάζει κάτι ανολοκλήρωτο και βιαστικό (και δυστυχώς συχνά κακογραμμένο), ελπίζοντας να κάνει κλικ στο κοινό για να μπει στο κυρίως γεύμα. Οι επιθετικές κριτικές που έλαβε αυτές τις μέρες είναι μάλλον υπερβολικές για μια ταινία μικρού βεληνεκούς που κερδίζει από την πηγαία ανορθόδοξη γοητεία του πρωταγωνιστή της, χάνει όμως από την αυστηρά by the book δομή της.

Ακολουθήστε το ELLE στο Google News και μάθετε πρώτοι όλα τα νέα!

Σχετικά θέματα:

MHT