Οι συλλαβές του καλοκαιριού είναι καθαρές και φωτεινές. Ορθάνοιχτες και γεμάτες. Σχηματίζονται από θαλασσινά φωνήεντα και ηλιοκαμένα σύμφωνα. Το στόμα απελευθερώνεται καθώς τις προφέρει, ο νους απλώνει για να τις χωρέσει, το σώμα ανοίγει για να τις υποδεχτεί. Το καλοκαίρι είναι τέσσερις συλλαβές που ξεμακραίνουν η μία από την άλλη, διαλύουν τη λέξη και μετά επανενώνονται σε διαφορετικούς συνδυασμούς για να γίνουν νέες αρχές, βαθιές ανάσες, ανακουφιστικοί μέσα στην προσωρινότητά τους στόχοι.
Το καλοκαίρι δεν έχει βαρύγδουπα πλάνα, γι’ αυτό οι συλλαβές του είναι ανάλαφρες. Μέσα στην αφόρητη ζέστη, ο χρόνος παγώνει και το μόνο που (πρέπει να) έχει πραγματική αξία είναι οι μικρές, δίχως κόστος επιλογές που καθορίζουν την πορεία κάθε μέρας. Οι επιλογές της ασφάλειας, αυτές που έκαναν άλλοι για εμάς όταν ήμασταν παιδιά, αλλά όσο μεγαλώνουμε όχι μόνο δεν τις βαριόμαστε, αλλά κάθε χρόνο μάς φαίνονται όλο και πιο μαγικές, όλο και πιο δυνατές, όλο και πιο σωστές. Το μόνο που αλλάζει είναι τα μέρη και οι άνθρωποι – ή μπορεί και όχι.Το ελληνικό καλοκαίρι μας, ως συναίσθημα και ως ουσία, είναι πάντα το ίδιο. Είναι η ασφάλειά μας, το καταφύγιό μας, η σεροτονίνη μας. Είναι οι εικόνες και οι αισθήσεις που πλέον «κυλούν» στο DNA μας: Είναι το χέρι που κολλάει πάνω στην αλμυρή κουπαστή του πλοίου, αυτή η πρώτη εξαγνιστική βουτιά πριν ακόμα ο ήλιος φτάσει στο πιο ψηλό σημείο, είναι το ζουμί από τα ώριμα φρούτα που κυλάει στα μάγουλα και κάποτε βάφει και το λευκό Τ-shirt -αλλά ποιος νοιάζεται στ’ αλήθεια-, είναι οι πληθωρικές ντοματοσαλάτες αργά το απόγευμα στον κήπο, είναι η συνωμοτική ικανοποίηση του πλήθους που αποχωρεί από τη βραδινή προβολή του θερινού σινεμά στην πόλη, είναι οι αγκαλιές της συνάντησης και εκείνες του αποχωρισμού, είναι τα καλαμπόκια που τρίζουν καθώς ψήνονται πάνω στα κάρβουνα, είναι το κάψιμο από τον ήλιο στην πλάτη που πονάει και λυτρώνει ταυτόχρονα, είναι το σώμα που γέρνει και τα μάτια που κλείνουν παραδομένα στη ζέστη του μεσημεριού, είναι οι σελίδες των βιβλίων που ανακατεύονται από τον αέρα και γεμίζουν στάμπες από το νερό της θάλασσας, είναι οι χαμηλές πτήσεις των γλάρων, είναι οι κυριακάτικες λειτουργίες στα ορεινά ξωκλήσια, είναι το άδειο κέντρο της Αθήνας, γεμάτο νέες αποκαλύψεις, είναι το ηλιοβασίλεμα που λες και το βλέπεις πρώτη φορά, είναι ο ήχος των τζιτζικιών που πάντα έχει στο background μυρωδιά από θυμάρι και ρίγανη, είναι ο πονοκέφαλος από τις χθεσινές μπίρες, είναι οι βρεγμένες πετσέτες που δεν στεγνώνουν ποτέ, είναι ο ορίζοντας όταν χαράζει, είναι το ανάμεικτο παγωτό μηχανής που λιώνει με το που θα το αγοράσεις, είναι οι χωματόδρομοι, οι ξύλινες καρέκλες, τα μελτέμια, τα βότσαλα, η καυτή άσφαλτος, οι αχινοί, το ξημέρωμα, ο έρωτας, ο Δεκαπενταύγουστος, το λιμάνι, το μπλε, τα πλατάνια, ο διπλός ελληνικός, το λευκό, οι καλαμιές, οι φίλοι, οι ελιές, η προσδοκία, η βραδύτητα, η νοσταλγία, η επιστροφή, το «εις το επανιδείν», οι αναμνήσεις, η ανεμελιά, το τώρα, η ζωή.
Το καλοκαίρι μας είναι ένα από τα λίγα δεδομένα της ζωής μας, η πυξίδα και η αναφορά μας. Ό,τι και να γίνει, θα έρθει πάντα για να μας ξαλαφρώσει, να μας εξιλεώσει και να μας αναγεννήσει, χαρίζοντάς μας την
πιο παρηγορητική πεποίθηση: Κάτω από το δυνατό φως του, λίγα πράγματα μπορούν να πάνε στραβά. Αλλά και να πάνε, κάπως θα τα φτιάξουμε.
Αυτό το καλοκαίρι προφέρετέ το όπως θέλετε εσείς. Προσθέστε και αφαιρέστε φωνήεντα και σύμφωνα, αλλάξτε τη σειρά των γραμμάτων, υπογραμμίστε εκείνα που θέλετε, παίξτε με τα κεφαλαία και τα πεζά, αυτοσχεδιάστε, νιώστε ελεύθεροι. Δεν θα το χαλάσετε. Θα το κάνετε δικό σας.
Καλό Αύγουστο!
Μαρία Πατούχα
mpatoucha@atticamedia.gr