Πολλά πολλά χρόνια πριν με θυμάμαι να κάθομαι οκλαδόν και προβληματισμένη στο άνετο κρεβάτι ενός πολυτελούς ξενοδοχείου, λίγα μέτρα μακριά από την Κόκκινη Πλατεία στη Μόσχα. Τη στιγμή που θεωρητικά έπρεπε να κάνω με περηφάνια «τικ» στο μποξάκι με τον τίτλο «Το ταξίδι που ονειρευόμουν να πραγματοποιήσω από τα 18 μου», εγώ βρισκόμουν κουρασμένη, κακόκεφη και μουδιασμένη να αναζητώ μια πολυδιαφημισμένη (στο μυαλό μου) ικανοποίηση που δεν υπήρχε πουθενά. Λίγους μήνες πρωτύτερα, είχα ξεκινήσει σε μια καινούρια δουλειά και η ανάγκη μου να δώσω τον καλύτερό μου εαυτό με είχε εξαντλήσει, η οργάνωση αυτού του μακρινού ταξιδιού με είχε αγχώσει υπερβολικά, ενώ η σκιά κάποιων προσωπικών προβλημάτων έκανε το κλίμα ακόμα πιο βαρύ. Το απόλαυσα εκείνο το ταξίδι, είδα όσα ήθελα να δω, γέμισα εμπειρίες και εικόνες, γνώρισα ανθρώπους… Ωστόσο, όταν γυρνάω το βλέμμα μου πίσω δεν εμφανίζεται καμία «μεγάλη στιγμή» του. Ως τέτοιες, μεγάλες, όρισα με το πέρασμα του χρόνου τις στιγμές που μπορεί επί της ουσίας να μην έχουν καμία ιδιαίτερη βαρύτητα ή σημαντικότητα, μπορεί να μη σου αλλάζουν ολοκληρωτικά τη ζωή ή να ταρακουνούν την ύπαρξή σου, αλλά έχουν τέτοια δυναμική, που ανασύρονται στη μνήμη ως ορόσημα. Από πού αντλούν τη δυναμική τους; Υποθέτω από το γεγονός ότι ήμασταν εκεί, πραγματικά παρόντες, και τις ζήσαμε στην ολότητά τους. Οι «μεγάλες στιγμές» έχουν άρωμα, έχουν γεύση, μπορείς να τις χαϊδέψεις, όταν τις σκέφτεσαι τις ξαναβλέπεις με το βλέμμα που είχες τότε, αισθάνεσαι τη δόνησή τους στο υπογάστριό σου, σε συγκινούν, σε ξυπνούν, έχουν το χρώμα της λιακάδας.
Τη Μόσχα και άλλα αντίστοιχα ταξίδια ή μεγαλόπνοα σχέδια και όνειρα, που όταν τα ολοκληρώσαμε ή τα εκπληρώσαμε δεν βιώσαμε τίποτα συγκλονιστικό, αλλά, αντιθέτως, συναντήσαμε μικρές απανωτές ματαιώσεις, τα σκέφτηκα με αφορμή το θέμα για μια νέα μορφή burnout που φιλοξενούμε σε αυτό το τεύχος. Το burnout, μετά τη δουλειά και τις προσωπικές σχέσεις, δυστυχώς πλέον εισέβαλε και στο μέχρι πρότινος άβατο των ταξιδιών μας. Βάλθηκε να αλώσει μια από τις λίγες εναπομείνασες απολαύσεις που θεωρούσαμε ότι θα έμεναν στο απυρόβλητο. Κι όμως, το άγχος της επιτυχίας τους και το στρες του προγραμματισμού τους, σε συνδυασμό με όλες τις υπόλοιπες υποχρεώσεις μας, μπορεί να τις διαλύσει και αυτές.
Πριν από λίγες μέρες βρέθηκα για ένα Σαββατοκύριακο σε μια παραθαλάσσια πόλη ελάχιστα χιλιόμετρα μακριά από την Αθήνα, σε ένα λιτό δωμάτιο ξενοδοχείου, χωρίς ιδιαίτερη θέα, με ωραία συμβατή παρέα, ένα έξυπνο βιβλίο, πολλή λιακάδα και πολύ χιούμορ. Το ταξίδι αυτό σαφώς και δεν ήταν όνειρο ζωής, προγραμματίστηκε από το πουθενά και στα γρήγορα, ωστόσο ήταν γεμάτο μικρές «μεγάλες στιγμές». Αυτές που δεν ξέρεις γιατί τις θυμάσαι και θα τις θυμάσαι και στο μέλλον, αλλά είναι ανάμεσα στις δέκα, είκοσι, τριάντα που, αν τις μοντάρεις, σου δίνουν το τρέιλερ όλης σου της ζωής.
Είναι ωραία τα φιλόδοξα και μεγαλόπνοα ταξίδια -εκτός και εντός εισαγωγικών- και ακόμα πιο ωραία είναι τα λεπτά που τα πραγματοποιείς. Αρκεί να έχεις την ψυχραιμία, τη διαύγεια και την ησυχία να αντιληφθείς αυτές τις «στιγμές» ως «μεγάλες», αρκεί να είσαι παρών σε αυτές και να τις ζήσεις στο έπακρο. Οι «μεγάλες στιγμές» συνήθως γεννιούνται από «μικρές» αφορμές και νομίζω ότι εμφανίζονται πιο συχνά καθώς τα χρόνια περνούν. Ίσως αυτό έχει να κάνει με την εμπειρία ή ακόμη και με τη συνειδητοποίηση ότι ο χρόνος δεν θα είναι άπλετος για πάντα. Κάτι ανάλογο αναφέρει ο Βρετανός συγγραφέας και δημοσιογράφος Oliver Burkeman σε άρθρο του στον Guardian για το πώς να ζει κανείς το τώρα με… φιλοσοφικό τρόπο: «Το να μεγαλώνεις είναι βοηθητικό, γιατί η συνειδητοποίηση ότι ο χρόνος τελειώνει κάνει τη σκέψη του να ζεις για το μέλλον όλο και πιο αβάσιμη. Στα 20 είναι εύκολο να φαντάζεσαι ότι η πραγματική ζωή δεν έχει ξεκινήσει ακόμα, στα 40 αυτή η σκέψη είναι παρατραβηγμένη, ενώ στα 60 εντελώς παράλογη. Και έτσι, γίνεται ακόμη πιο εύκολο να αντιληφθείς κάτι που ήταν η αλήθεια εξαρχής: ότι η πραγματική ζωή είναι αυτό που ζούμε τώρα».
Δύσκολο να ζεις το τώρα στο τώρα, περικυκλωμένος από προσωπικά προβλήματα, παγκόσμιες απειλές, ψηφιακό και αναλογικό άγχος. Και ουτοπικό να αναζητάς μεγάλες αφορμές για να ζήσεις αυτό το τώρα όσο πιο συνειδητά και… εντυπωσιακά γίνεται. Μπροστά στην κλισέ και ενίοτε εκνευριστική συμβουλή «ζήσε τη στιγμή», ο Βurkeman προτείνει: «Δεν είναι απαραίτητο να μυήσεις τον εαυτό σου σε μια μυστηριώδη κατάσταση ολοκληρωτικής παρουσίας ή συγκέντρωσης, αλλά απλώς να αναγνωρίσεις το γεγονός ότι το παρελθόν είναι παρελθόν, ότι σύντομα δεν θα υπάρχει πολύ μέλλον και, επομένως, πρέπει να βρίσκεσαι στο τώρα. Δεν είναι και τόσο κακό. Αντιθέτως, πολύ συχνά μπορεί να γίνει υπέροχο. Και όπως και να ‘χει, δεν θα μπορούσες, ούτως ή άλλως, να βρίσκεσαι κάπου αλλού».
Μαρία Πατούχα
mpatoucha@atticamedia.gr