Oι καλοκαιρινές µίνι αποδράσεις ήταν από την πρώτη µου, χειραφετηµένη νιότη το ευαίσθητο σηµείο µου! Νιώθοντας προνοµιούχα από νωρίς, αφού λόγω της επαγγελµατικής µου ιδιότητας είχα γυρίσει πολλά µέρη σε Ελλάδα και εξωτερικό κάνοντας ατελείωτa repérages για τις φωτογραφίσεις µόδας, οι προσωπικές καλοκαιρινές αποδράσεις αποκτούσαν ιερή διάσταση. Νέα µέρη, αποµακρυσµένες περιοχές, νησάκια µε γραφικά λιµάνια και παραλίες που τις προσεγγίζεις µόνο µε φουσκωτό ήταν στην πρώτη θέση των προτιµήσεών µου.
Με το πέρασµα του χρόνου και λόγω της δικής µου ωριµότητας, αφού σταµάτησα να κάνω τον Ιντιάνα Τζόουνς και ήρθαν τα µωρά µου στη ζωή µου, έµαθα από την καλή και από την ανάποδη τι σηµαίνει διακοπές µε µικρά παιδιά. Ό,τι σχολίαζα για άλλους το λούστηκα, ενώ οι κραυγές απόγνωσης της µάνας µου «µην αποµακρύνεσαι, να σε βλέπω, έχεις φάει τώρα, µη βουτάς» επανέρχονταν στην καθηµερινότητά µου ως τιµωρία για το ατίθασο παρελθόν µου. Για αρκετά χρόνια, οι προτεραιότητες άλλαξαν στην επιλογή του τόπου διακοπών και η λέξη «οικογενειακές» κόλλησε στενά µε τη λέξη «διακοπές». Έπρεπε να είναι ένα ασφαλές µέρος όπου θα υπάρχουν γιατροί για τυχόν παιδικά ατυχήµατα, καθώς και κινητά και ασύρµατοι που θα λειτουργούν ανά πάσα στιγµή. Στη συνέχεια, στην προτίµησή µας προστέθηκαν και τα µεγάλα, αχανή ξενοδοχεία για την κουζίνα τους που έχει τα πάντα, από το γάλα των µωρών µέχρι το βραδινό τους. Ήρθαν και τα ενοικιαζόµενα σπίτια, ήρθε και το πολυπόθητο εξοχικό όπου δηµιουργήσαµε τις οµορφότερες παιδικές τους αναµνήσεις. Τα χρόνια πέρασαν, τα παιδιά έγιναν άντρες και γυναίκες, πολλές φορές πλέον βγαίνουµε όλοι µαζί και διασκεδάζουµε στα ίδια µέρη διακοπών.
Δεν µπορώ όµως να µην παραδεχτώ πόσο, µα πόσο δραµατικά άλλαξαν όλα στη Μύκονο, στο νησί που έτυχε να ριζώσω από µικρή, καθώς ήταν πάντα το αγαπηµένο του άντρα µου, και έφτασα να αισθάνοµαι Μυκονιάτισσα χειµώνα καλοκαίρι. Πρόκειται για τον ίδιο τόπο που ερωτεύτηκα πίσω στα ‘80s; Δυστυχώς όχι, όπως διαπιστώνω κάθε µέρα που περνάω εκεί. Λυπάµαι που αυτό το νησί, στη συνείδηση του περισσότερου κόσµου έχει χρεωθεί τον κοσµικό χαρακτήρα, τον κραυγαλέο τρόπο διασκέδασης και τον φρενήρη ρυθµό µε τον οποίο αναπτύσσεται τουριστικά. Η Μύκονος όµως δεν είναι µόνο αυτό. Έχει µοναδική οµορφιά και 80 υπέροχες παραλίες που δεν συναντάς σε κανένα άλλο µέρος της Μεσογείου. «Αναπτύσσεται» είπα παραπάνω; Μάλλον παραµορφώνεται πλέον από τα άπειρα κλαµπ που το έχουν βουλιάξει, από τον περίεργο κόσµο, που προφανώς κάνει αιµατηρές οικονοµίες για να ξοδέψει µια περιουσία σε πέντε µόλις µέρες, ή από κάποιους international νεόπλουτους τουρίστες, που δεν έχουν µέτρο σύγκρισης µε κανέναν και µε τίποτα. Το νησί µου, γιατί έτσι νιώθω πλέον έπειτα από 35 χρόνια τη Μύκονο, καθώς δραστηριοποιήθηκα και επαγγελµατικά εκεί, ολοένα και αποµακρύνεται από εµένα, αφού δεν είµαι πια τουρίστρια και δεν µπορώ να διαθέσω ούτε τα ελάχιστα από αυτά που ξοδεύει ένας εύπορος επισκέπτης καθηµερινά εκεί. Το «κρατίδιο» της Μυκόνου έχει άλλους νόµους, άλλη οικονοµία και δεν αγαπά πια τους Έλληνες. Λατρεύει µόνο τους φέροντες παχυλό συνάλλαγµα από άλλες χώρες. Ανθρώπους που ξοδεύουν αστρονοµικά ποσά σε αλκοόλ, αφού πίνουν όλο το 24ωρο και µεθούν µε τα καλύτερα και ακριβότερα και τρώνε στα «καλύτερα» και ακριβότερα.
Γιατί αυτό είναι κάτι που επίσης πρέπει να το αναφέρω: η ποιότητα των τουριστικών παροχών σε ξενοδοχεία, ρεστοράν, beach bars, boutiques για ατέρµονο shopping, οι απίστευτες παραλίες και τα night clubs δεν υπάρχουν πουθενά αλλού σε τόσα λίγα τετραγωνικά χιλιόµετρα. Ναι, Μύκονος δεν υπάρχει σε κανένα άλλο µέρος του κόσµου και, πιστέψτε µε, έχω πάει σε πολλά. Ωστόσο, το νησί µου αλλάζει φυσιογνωµία, ψυχή, καρδιά. Βρωµίζεται σε τέτοιο κακουργηµατικό βαθµό από το τεράστιο πλήθος ανθρώπων από όλη τη Γη που το επισκέπτονται, τη στιγµή που δεν διαθέτει την τεχνική και επιστηµονικά στελεχωµένη υποδοµή για να παραµένει καθαρό και περιποιηµένο. Τα σκουπίδια µαζεύονται στις 11 π.µ. και σε µία ώρα έχουν προλάβει να γίνουν τρεις φορές πιο πολλά και πιο ατάκτως ερριµµένα, λες και πέρασαν οι στρατιές του Game of Thrones και τα σκόρπισαν παντού. Η κίνηση στα στενά του δροµάκια θυµίζει πλέον Κάιρο, ενώ βλέπεις τραγελαφικά µποτιλιαρίσµατα παντού. Τεράστια πούλµαν, φορτηγά, θηριώδεις νταλίκες ανάµεσα σε «γουρούνες» µε ασκεπείς, µεθυσµένους καβαλάρηδες που ουρλιάζουν, µηχανάκια µε ντελιβεράδες και εκατοντάδες µαύρα βαν limo, που συνοδεύονται από µπράβους και «φουσκωτούς» και µεταφέρουν vip τουρίστες όλο το 24ωρο, σχηµατίζουν πένθιµα κοµβόι στις λιγοστές κεντρικές αρτηρίες. Τα monster size κρουαζιερόπλοια µπαίνουν στο λιµάνι αφήνοντας ασύλληπτες ποσότητες καπνού και ρύπων για τις λιγοστές ώρες που τουρίστες µέτριας κατανάλωσης θα οργώσουν το νησί – για σουβλάκι κυρίως ή για κάποιο, µαζικό, προπληρωµένο lunch και για την αγορά µερικών πάµφθηνων αναµνηστικών. Και όλοι, φυσικά, είναι happy στον βωµό του χρήµατος. Θόρυβος, ηχορύπανση, εγκληµατικότητα, αγορανοµικά όργια, φοροδιαφυγή και ένα είδος νυχτερινής διασκέδασης που σε κάνει να παρατηρείς στωικά συνηθισµένους ανθρώπους να µεταµορφώνονται έπειτα από κάποιες µέρες που περνούν στο νησί σε έρµαια των παθών τους, αφού το τερµατίζουν από τις καταχρήσεις.
Εγώ προσωπικά µε τον σύντροφό µου κλείνοµαι σπίτι, διαβάζω απίστευτο αριθµό βιβλίων, πηγαίνω σε ερηµικές ή οικογενειακές παραλίες µε µαµάδες που κυνηγούν τα παιδιά τους -ναι, υπάρχουν ακόµη δυο τρεις (δεν χρειάζεται να αναφέρω ποιες)- που µου θυµίζουν την Ελλάδα που µεγάλωσα. Εκεί δεν χρειάζεται να δίνω καθηµερινά έναν ολόκληρο βασικό µισθό για δύο οµπρέλες και για να φάω µεσηµέρι βράδυ. Για εµένα είµαι σηµαντική από µόνη µου, δεν χρειάζεται να παίζω τον ρόλο του vip τουρίστα. Εδώ και καιρό, έπειτα από αυτό τον µυκονιάτικο Αρµαγεδώνα των τελευταίων δέκα ετών, διαχώρισα τον εαυτό µου από τον ανυπόµονο τουρίστα που ήρθε µε τον κουµπαρά ενός χρόνου για να τον ξοδέψει σε µία εβδοµάδα. Άλλωστε ζω το νησί και τον χειµώνα, αφού το προτιµώ συνειδητά πολύ περισσότερο λόγω της γαλήνης που επικρατεί. Εξάλλου η θάλασσα είναι πάντα εκεί και µε περιµένει, ανεξαρτήτως της θερµοκρασίας της. Υπάρχουν κάποιες, αλλά λιγοστές επιλογές για αγνή µυκονιάτικη, κυκλαδίτικη οµορφιά, αλλά θα τις βρεις αν ψάξεις. Αυτές εγώ τις διαφυλάττω ως πολύτιµο µυστικό, αλλά πολύ φοβάµαι πως σε αυτό το νησί οι Έλληνες πλέον είναι σχεδόν ανεπιθύµητοι.
«It’s all about money λοιπόν;» αναρωτιέµαι φωναχτά. Ευτυχώς υπάρχουν ακόµη κάποιοι άνθρωποι που σκέφτονται αγνά, αρκούνται σε ένα νορµάλ κέρδος και θέλουν να αφήσουν κάποιες γωνιές αυτού του µαγικού τόπου αµόλυντες, για να τις κληροδοτήσουν στους επόµενους. Κανένας δεν θέλει ένα κυκλαδίτικο Dubai, γιατί το Dubai είναι αυτό που είναι και καλά κάνει. Πρέπει οι ίδιοι οι Μυκονιάτες να κοιτάξουν το µόρφωµα που δηµιούργησαν τα τελευταία χρόνια και να αφήσουν να αναβλύσει ξανά µέσα τους η πρωταρχική αγάπη για την προγονική τους γη και η ανάγκη περιφρούρησής της από τον βιασµό και τη λεηλασία.
Εκείνοι οι πανέξυπνοι Έλληνες που αντιλήφθηκαν πρώτοι από όλους την έννοια του τουρισµού και ευνόησαν πριν από πολλά πολλά χρόνια το νησί τους κάνοντάς το ξακουστό σε όλο τον πλανήτη, αυτοί οι ίδιοι τώρα πρέπει να πατήσουν το φρένο και το κουµπί του restart.
Ε.Μ.
elenamakri@alphamag.gr