Ποιες είναι οι γκρίζες ζώνες της συναίνεσης που μένουν στο σκοτάδι;

Ρίχνουμε φως στα σκοτεινά σημεία της συγκατάθεσης στο σεξ με αφορμή ένα επίκαιρο φιλμ που διατηρεί ζωντανή τη συζήτηση γύρω από την κουλτούρα του βιασμού.

Φωτεινή Σίμου 04 Νοε. 23
Ποιες είναι οι γκρίζες ζώνες της συναίνεσης που μένουν στο σκοτάδι;

Η ταινία How to Have Sex της Molly Manning Walker (στις αίθουσες από 2/11 από το Cinobo) συγκέντρωσε μεγάλο ενδιαφέρον στις Κάννες όπου προβλήθηκε για πρώτη φορά αποσπώντας, μάλιστα, το Μεγάλο Βραβείο του τμήματος Ένα Κάποιο Βλέμμα. Το ίδιο συμβαίνει όπου και αν προβάλλεται. Έτσι έγινε και στο πρόσφατο Φεστιβάλ Κινηματογράφου της Αθήνας. Εκτός από την καλλιτεχνική αξία της, φέρνει στο φως ένα θέμα που οφείλουμε όλοι, όλες και όλα να συζητάμε και να διατηρούμε στην ημερήσια διάταξη. Ο λόγος για τη συναίνεση στο σεξ, την κουλτούρα του βιασμού, αλλά και και τη σημασία της οπτικοποίησης όλων των παραπάνω, μιας και η συναίνεση είναι πολύ πιο πολύπλοκη από το «ναι» ή το «όχι» που μπορεί να ακουστεί ή να μην ακουστεί πριν από τη σεξουαλική πράξη.

Η ταινία της Molly Manning Walker μας συστήνει μια παρέα κοριτσιών λίγο πριν μάθουν τα αποτελέσματα για τις εισαγωγικές εξετάσεις τους στο πανεπιστήμιο, και οι οποίες, προερχόμενες από την εργατική τάξη της Αγγλίας, φτάνουν στα Μάλια της Κρήτης -ναι, η ταινία γυρίστηκε στην Ελλάδα- για να περάσουν το καλύτερο καλοκαίρι της μέχρι τότε ζωής τους. Θέλουν να διασκεδάσουν, να φορέσουν τα πιο σέξυ ρούχα τους, να πιουν, να χορέψουν, να φλερτάρουν, να κάνουν σεξ. Παρακολουθούμε κυρίως την Τάρα, την κεντρική ηρωίδα και τη διαδρομή της προς την πρώτη της σεξουαλική εμπειρία, αλλά και την ωρίμανσή της
σχετικά με τη συνειδητότητα ως προς την έννοια της συναίνεσης. Η σκηνοθέτρια καταφέρνει με ώριμο τρόπο να πλέξει γύρω από εκείνη και την παρέα της όλων των ειδών τις πιέσεις που μπορεί να δέχεται σήμερα μια νέα γυναίκα (την τοξική αρρενωπότητα, την οικογένεια, το σχολείο, το περιβάλλον και όλη την κοινωνία που περιμένει από αυτές να τα καταφέρουν), την ίδια στιγμή που καλείται να ανακαλύψει τη σεξουαλικότητά της, να κερδίσει την αυτοδιάθεση του σώματός της, τον έλεγχο των συναισθημάτων και της ψυχολογίας της. Το πιο σημαντικό, όμως, που καταφέρνει η Manning Walker είναι να ρίξει με φροντιστικό τρόπο ένα διακριτικό φως στις γκρίζες ζώνες γύρω από το «ναι» ή το «όχι». Τις οπτικοποιεί, μάλιστα, με τέτοια προσοχή και ενσυναίσθηση, χωρίς πολλά λόγια, χωρίς διδακτισμό και επικρίσεις, και τόσο απελευθερωτικά, ώστε να προκύψει κυρίως ένας διάλογος γύρω από τη συναίνεση στο σεξ, που συνεχίζει να παραμένει στις σκιές ως μια έννοια νωπή και αναφομοίωτη ακόμα. Το αποτέλεσμα; Να νικιέται ακόμα από την κουλτούρα του βιασμού. «Δεν ήθελα να κρίνω τίποτα. Ήθελα κυρίως να παρατηρήσουμε τι μπορεί να συμβαίνει. Για να συναντηθούμε ειλικρινά με τη συναίνεση θα πρέπει να δούμε τη σεξουαλική εμπειρία συνολικά. Υπάρχει η λεκτική συναίνεση, το “ναι“ ή το “όχι“, αλλά και ένα σωρό παράμετροι που την κάνουν μια πιο πολύπλοκη διαδικασία. Θα ήθελα αυτή η ταινία να ανοίξει τη συζήτηση γύρω από αυτό το θέμα ώστε να διεκδικήσουμε ισότιμες και υγιείς σεξουαλικές εμπειρίες», λέει η σκηνοθέτρια μιλώντας αποκλειστικά στο ELLE. Με αυτή την ταινία ως αφορμή, θελήσαμε να ψάξουμε και εμείς τις γκρίζες αυτές ζώνες που μένουν στο σκοτάδι γύρω από τη συναίνεση στο σεξ.

συναίνεση

Σκηνή από την ταινία “How to Have Sex”

Συναίνεση εναντίον έμφυλης βίας

Η συναίνεση θεωρείται μια λέξη ακόμα καινούρια στον δημόσιο διάλογο γύρω από τη σεξουαλική παρενόχληση, τις υγιείς σεξουαλικές σχέσεις και την έμφυλη βία. Μια λέξη-κλειδί, όμως, που ακόμα πολλοί, πολλές και πολλά δεν στεκόμαστε συνειδητά απέναντί της. Ωστόσο, η κατάκτηση της κουλτούρας της συναίνεσης είναι ένα από τα ζητούμενα της σημερινής εποχής και ίσως ένα από τα σημαντικά εργαλεία για την αντιμετώπιση της έμφυλης βίας, της κακοποίησης και την εξάλειψη της κουλτούρας του βιασμού. Η ανάγκη να παραμείνει στο προσκήνιο ο διάλογος γύρω από τη συναίνεση είναι επιτακτική. Φτάνει να αναρωτηθούμε αν έχουμε συναινέσει όλες κάθε φορά πριν από μια σεξουαλική επαφή. Πόσο συνειδητή μάς είναι ως έννοια; Πόσο μολυσμένη είναι από την πατριαρχία και τους ρόλους που παραμένουν τυλιγμένοι στα σεντόνια των έμφυλων στερεοτύπων; Πόσο, ακόμη και σήμερα, οι έμφυλες πειθαρχήσεις μάς χαϊδεύουν ύπουλα -έστω και χωρίς να το αντιλαμβανόμαστε- αφήνοντάς μας ένα σωρό αυτοματισμούς που μας φέρνουν αντιμέτωπες με μη υγιείς σεξουαλικές σχέσεις ή τραυματικές σεξουαλικές εμπειρίες; «Όσο πιο πολύ μιλάμε για την κουλτούρα της συναίνεσης, όσο πιο πολύ αναστοχαζόμαστε γύρω από αυτήν, τόσο πιο πολύ μπορούμε να αποσαφηνίσουμε τι είναι και τι δεν είναι συναίνεση. Ένα από τα θετικά αυτής της περιόδου είναι ότι έχει ανοίξει αυτή η συζήτηση. Σε αυτό σημαντικό ρόλο έπαιξε τόσο η αλλαγή της νομοθεσίας το 2019 όσο και το #metoo», λέει η Νατάσα Κεφαλληνού, υπεύθυνη επικοινωνίας του Κέντρου Διοτίμα, και συνεχίζει: «Η τροποποίηση του άρθρου 336 του Ποινικού Κώδικα το 2019 κατοχύρωσε ότι βιασμός δεν είναι μόνο η σεξουαλική πράξη που εμπεριέχει σωματική βία. Αναγνωρίζεται πλέον ότι βιασμός είναι και κάθε γενετήσια πράξη που τελείται απουσία συναίνεσης. Τότε η Ελλάδα ήταν μόλις η ένατη χώρα στην ΕΕ που αναγνώριζε ότι το σεξ χωρίς συναίνεση είναι βιασμός. Ωστόσο, αυτό το νέο νομικό πλαίσιο είχε κενά. Το Κέντρο Διοτίμα είχε επισημάνει από τότε ότι η τροποποίηση ανέφερε μια στενή έννοια της σεξουαλικής πράξης, τη γενετήσια, κάτι που είναι προβληματικό, καθώς μια σειρά από σεξουαλικές μη συναινετικές πράξεις δεν αναγνωρίζονται ως βιασμός. Επίσης, έχει σημασία να δούμε και πώς εξειδικεύεται η συναίνεση νομικά. Φυσικά, όταν υπάρχει ανηλικότητα δεν νοείται συναίνεση, αλλά και όταν μια γυναίκα βρίσκεται σε κατάσταση μέθης ή έχει κάνει χρήση ουσιών, πώς μπορεί να συναινέσει; Η νομοθεσία είναι σημαντικό εργαλείο, αλλά δεν αλλάζει αυτοστιγμί την κουλτούρα του βιασμού, που είναι πραγματικά εμπεδωμένη. Μπορεί όμως να λειτουργήσει ως εκκίνηση για αλλαγή των νοοτροπιών και των κοινωνικών πρακτικών, ενώ δύναται και να δημιουργήσει ένα πλαίσιο μεγαλύτερης δικαιοσύνης για τα θύματα», καταλήγει η κα Κεφαλληνού.

Όχι άλλοι ψίθυροι και σκιές

Τα κορίτσια στο How To Have Sex κρύβουν τις ανησυχίες τους για το σεξ πίσω από κλειστές πόρτες και σταματούν τις κουβέντες όταν πλησιάζουν τα αγόρια. Η αλήθεια είναι ότι έχουμε περάσει οι γυναίκες πολλά χρόνια προσπαθώντας να υποβιβάσουμε νύχτες μη συναινετικού σεξ σε άβολο ή κακό σεξ, για να μπορέσουμε να το διαχειριστούμε. «Υπάρχει ακόμα πολύ σκοτάδι γύρω από τη γυναικεία σεξουαλικότητα και απόλαυση. Υπάρχει επίσης η παρανόηση ότι μιλάμε οι γυναίκες μεταξύ μας για όλα αυτά, αλλά πολύ συχνά λέμε ψέματα ή ωραιοποιούμε τις καταστάσεις. Πολλές φορές το κάνουμε ακόμη και σε εμάς τις ίδιες. Η γυναικεία ευχαρίστηση παραμένει στο σκοτάδι. Της ανάβουμε πού και πού κάποιο φως, αλλά γενικά μένει εκεί και αποκτά μέχρι και μυθικές διαστάσεις. Γι’ αυτό πολλές από εμάς δεν τη διεκδικούμε, την αποσιωπούμε ή την υποβιβάζουμε στην ιεραρχία σε σχέση με αυτή των αντρών. Η γυναικεία ευχαρίστηση στο σεξ τυλίγεται από ένα πέπλο μυστηρίου. Κάπως έτσι φτάνουμε να λέμε ψέματα η μία στην άλλη και δεν έχουμε όλα τα κομμάτια της αλήθειας μαζί ενωμένα», λέει η σκηνοθέτρια της ταινίας. Σε αυτό συμφωνεί και η Νατάσα Κεφαλληνού: «Είκοσι χρόνια πριν, όλες αυτές οι κουβέντες γίνονταν ψιθυριστά. Μόνο όταν προέκυπτε κάποιο περιστατικό βίας και παρενόχλησης μπορεί να μιλούσαμε σε έμπιστους ανθρώπους, ενώ συχνά αναρωτιόμασταν αν φταίξαμε σε κάτι. Πλέον μιλάμε πιο ανοιχτά και δημιουργούνται σκέψεις και διερωτήσεις, τόσο στους άντρες όσο και στις γυναίκες σχετικά με τα υγιή όρια στις διαπροσωπικές σχέσεις και το πώς μπορούν να γίνουν σεβαστά, τόσο από το άτομο που τα βάζει όσο και από εκείν@ που καλείται να τα αποδεχτεί», καταλήγει.

Τα μη συναινετικά “ναι”

Στην ταινία υπάρχει σκηνή που το «ναι» ακούγεται, αλλά τίθεται ξεκάθαρα το ερώτημα κατά πόσο είναι συναινετικό. Η Δέσποινα είναι 23 ετών: «Έχω ερωτηθεί και έχω πει “ναι“, αλλά ένιωθα ότι πίεζα το σώμα μου. Δεν ήξερα τι θα μπορούσε να συμβεί αν εκείνη τη δεδομένη στιγμή ζητούσα να σταματήσουμε», δηλώνει. Η Αλίκη, από τη μεριά της, παραδέχεται: «Χρειάστηκε διάβασμα και μπόλικη φεμινιστική αφύπνιση για να μιλήσουμε με τις φίλες μου για τις μη συναινετικές εμπειρίες μας. Για τις φορές που, ας μη γελιόμαστε, έχουμε βιαστεί». Η Δήμητρα, 19 ετών, είδε επίσης την ταινία: «Δεν ξέρω αν μπορώ να πείσω κάποιον ότι δεν μπορούσα να πω “όχι“. Αλλά ναι, έχουν υπάρξει φορές που δεν μπόρεσα». Οφείλουμε να ακούσουμε αυτές τις φωνές, αυτές τις γυναίκες που έχουν βιώσει αυτή την αίσθηση ανελευθερίας να σταματήσουν μια σεξουαλική πράξη για οποιονδήποτε λόγο ή βρέθηκαν σε μια συνθήκη τόσο ασφυκτική, ώστε να αναγκαστούν να δώσουν ακόμη και λεκτική συναίνεση. «Έχει μεγάλη σημασία να ακούγονται αυτά τα βιώματα σε σημαντικούς άλλους. Μια ενήλικη γυναίκα, ακόμη και σε μια συντροφική σχέση, μπορεί να πιέζεται να κάνει σεξ. Όταν αρχίσουμε να το λέμε, ίσως βρεθεί μια αντίστοιχη περίπτωση και να πει μια γυναίκα “εγώ σε μια τέτοια συνθήκη έκανα αυτό“. Μπορούμε να μαθαίνουμε μέσα από τις εμπειρίες των άλλων. Ο διάλογος πάντα βοηθάει. Μέσα από το μοίρασμα των εμπειριών μπορεί να κάνουμε συλλογή “εργαλείων“ για να αντιμετωπίσουμε έναν βιασμό. Γιατί βιασμός είναι οποιαδήποτε σεξουαλική επαφή χωρίς συναίνεση. Και αυτό χρειάζεται να είναι ξεκάθαρο», λέει η Σοφία Κωνσταντοπούλου, υπεύθυνη ανάπτυξης και επικοινωνίας του Genderhood, μιας οργάνωσης που ειδικεύεται σε θέματα πρόληψης της έμφυλης βίας μέσα από την εκπαίδευση.

Η Βάλια είναι 29 ετών, είδε την ταινία και είχε να αφηγηθεί περισσότερα από ένα περιστατικά μη συναινετικού σεξ, το οποίο ξεκίνησε ως συναινετικό, αλλά στην πορεία σταμάτησε να είναι. Η φίλη της Ιωάννα, 23 ετών, ξέρει περιπτώσεις φιλενάδων της που της έχουν εμπιστευτεί ότι ξεκίνησαν να κάνουν σεξ, αλλά
στην πορεία το αγόρι αποφάσισε να βγάλει το προφυλακτικό. Άλλη μια περίπτωση που το σεξ παύει να είναι συναινετικό. «Η συναίνεση είναι μια πολυπρισματική και διαβαθμισμένη διαδικασία και θα πρέπει να το ξέρουν και οι δύο πλευρές ότι είναι αναστρέψιμη. Η συναίνεση θα πρέπει να είναι ελεύθερη. Να είμαι σε μια συνθήκη που να μη φοβάμαι ότι το άλλο άτομο θα μου κάνει αντίποινα, θα μου ασκήσει βία, ότι θα με ζορίσει ψυχολογικά. Πρέπει να είμαι ελεύθερη να μπορώ να πω “όχι“οποιαδήποτε στιγμή. Επίσης, ένα “ναι“ μπορεί να είναι πράγματι προϊόν πίεσης, εξαναγκασμού και απειλής. Αυτό το “ναι“ δεν μπορεί να είναι συναινετικό», λέει ξεκάθαρα η κα Κεφαλληνού.

συναίνεση

Σκηνή από την ταινία “How to Have Sex”.

Όχι στην πατριαρχία

Φυσικά, δεν μπορούμε να μη φέρουμε στον διάλογο το πατριαρχικό φάντασμα που πλανάται γύρω από την κουλτούρα του βιασμού, που στοιχειώνει την ελευθερία μας γύρω από τη συναίνεση. «Έχουμε ζήσει και ζούμε οι γυναίκες σε πατριαρχικά περιβάλλοντα, μέσα στα οποία καλούμαστε να είμαστε ευγενικές, φροντιστικές, διαθέσιμες, χαμογελαστές σε όλους τους ρόλους της κοινωνικής μας ζωής, πολλώ δε μάλλον στις διαπροσωπικές μας σχέσεις. Πόσο εύκολο είναι μέσα σε αυτό το πλαίσιο να πούμε “όχι“; Μην ξεχνάμε ότι τα έμφυλα στερεότυπα αφορούν και τους άντρες, επιτάσσοντάς τους να είναι κυριαρχικοί, βίαιοι, επιθετικοί, κυνηγοί. Συχνά δε, όταν δεν επιτελούμε τα έμφυλα στερεότυπα, κατακρινόμαστε ότι απομακρυνόμαστε από τη “φύση“μας», λέει η κα Κεφαλληνού. Όλες αυτές οι έμφυλες πειθαρχήσεις συχνά μας ωθούν τις γυναίκες να δυσκολευόμαστε να συνειδητοποιήσουμε γνωσιακά, ψυχολογικά, συναισθηματικά, ποιο είναι το «ναι» ή το «όχι» μας. Η αποδοχή αυτής της δυσκολίας είναι το κλειδί της επίτευξης μιας πλήρους συνειδητότητας απέναντι σε αυτό που θέλουμε κάθε φορά. Να παρατηρούμε: Όταν λέμε «ναι», υπάρχει εκεί κάποιος δισταγμός; Κάποια αναρώτηση; Κάτι μέσα μας που δεν νιώθει άνετα μ’ αυτό; Χρειάζεται να παρατηρούμε όχι μόνο τη συνειδητή μας πρόθεση, αλλά και άλλα σινιάλα, τα οποία μπορεί να μη μας είναι και τόσο συνειδητά, για παράδειγμα μηνύματα που έρχονται από το σώμα μας ή τις αισθήσεις μας. Αναρωτιόμαστε αν λέμε «ναι» γιατί θέλουμε ή επειδή φοβόμαστε ή ντρεπόμαστε. Χρειάζεται να πάρουμε χρόνο για να δούμε τι θέλουμε; Τότε ας πάρουμε χρόνο. Επίσης, παρατηρούμε αν είπαμε «ναι» γιατί θέλουμε ή επειδή δεν επιτρέπεται να πούμε «όχι», λόγω κάποιας καταπιεστικής ή εξαναγκαστικής συνθήκης.

Το μέλλον της συγκατάθεσης

Στόχος είναι οι επόμενες γενιές να μεγαλώσουν μέσα σε ένα περιβάλλον όπου η κουλτούρα της συναίνεσης θα είναι κυρίαρχη και δεν θα υπάρχει σύγχυση γύρω από αυτή. «Έχουμε καταλάβει ότι μόνο η σεξουαλική διαπαιδαγώγηση είναι η μέθοδος για να μην έχουμε τόσα περιστατικά έμφυλης βίας στην έφηβη ηλικία είτε μετά, στην ενήλικη ζωή», λέει η Σοφία Κωνσταντοπούλου και συνεχίζει: «Για εμάς είναι βασικό το κάθε άτομο, είτε είναι παιδί είτε ενήλικας, να έρθει σε επαφή με το συναίσθημά του. Να μπορεί, δηλαδή, να συνειδητοποιεί ανά πάσα στιγμή αν είναι κάτι που θέλει να κάνει ή όχι, προκειμένου να αποκτήσει μετά τα εργαλεία να το λεκτικοποιήσει ή να το επικοινωνήσει. Να έχει τη δυνατότητα να βάζει τα όριά του και έπειτα να μπορεί να πει ένα ισχυρό “όχι“ ή ένα ενθουσιώδες “ναι“. Εμείς στα παιδιά λέμε ότι η συναίνεση είναι η ελευθερία του ατόμου να κάνει ό,τι το ίδιο επιθυμεί, είτε με τον εαυτό του είτε με ένα άλλο άτομο είτε με μια άλλη ομάδα ατόμων. Απαιτείται από μικρή ηλικία η ανάπτυξη της κριτικής σκέψης και της συναισθηματικής αγωγής. Επίσης, πολύ σημαντικό είναι να αρχίσουμε να λέμε “όχι“ και στο πλαίσιο πολλών ιεραρχικών σχέσεων. Και πρέπει να το εξασκούμε σε όλα τα περιβάλλοντα, όπως είναι το σχολείο, το σπίτι, το πάρκο», συμπληρώνει η κα Κωνσταντοπούλου. Συμφωνεί και η κα Κεφαλληνού: «Η κουλτούρα της συναίνεσης δεν έχει να κάνει μόνο με τη σεξουαλική πράξη. Ακόμη και το να στείλεις μια φωτογραφία με γυμνό περιεχόμενο ή να ξεκινήσεις sexting, χωρίς να έχεις ρωτήσει το άλλο άτομο, είναι παραβιαστικό. Χρειάζεται πάντα να ζητάμε τη συναίνεση και να μη θεωρούμε αυτονόητη τη συγκατάθεση του άλλου. Π.χ. το ότι φλερτάρω μαζί σου δεν σημαίνει αυτονόητα ότι θέλω να κάνουμε σεξ, το ότι έχουμε κάνει σεξ δεν σημαίνει ότι σήμερα θέλω να ξανακάνουμε», καταλήγει η ίδια.

Αυτό το άρθρο είναι αφιερωμένο στις γυναίκες, αλλά δεν αφορά κυρίως και μόνο αυτές. «Πολλές φορές δίνεται έμφαση στη γυναικεία εμπειρία και στο πώς θα ενδυναμωθούμε εμείς να λέμε “όχι“. Είναι πολύ σημαντικό να γίνεται μια ολιστική προσέγγιση στο πώς θα εκπαιδευτούν οι αρρενωπότητες να ακούνε τα “όχι“ και τα “ναι“και στο πώς θα τα δέχονται ή θα τα αντιλαμβάνονται», εξηγεί η κα Κωνσταντοπούλου και συνεχίζει: «Οι άντρες πρέπει να αντιλαμβάνονται τα σινιάλα. Το “ναι“ ή το “όχι“, ακόμη και αν η επικοινωνία δεν είναι λεκτική. Χρειάζεται ενεργητική ακρόαση. Ενσυναίσθηση. Ανάγνωση της έκφρασης. Επικοινωνία. Πρέπει και εκείνοι να μπορούν να εκφράζουν τα συναισθήματά τους και να αναμετρηθούν με την έννοια της συναίνεσης. Θα νιώσουν και εκείνοι καλύτερα και πιο ελεύθεροι. Αν έχουν την πρόθεση», λέει η υπεύθυνη ανάπτυξης και επικοινωνίας του Genderhood. «Αν ένας άντρας, πάνω στο φλερτ, βλέπει ότι μια γυναίκα είναι ανήσυχη, μη ομιλητική, έχει νευρικότητα, να ξέρει ότι η επιμονή και η φορτικότητά του δεν θα της αλλάξουν γνώμη, αντίθετα θα τη φέρουν σε ακόμη πιο δύσκολη θέση», προσθέτει η κα Κεφαλληνού.

Για να επικρατήσει η κουλτούρα της συναίνεσης χρειάζεται να πέσει άπλετο φως στις γκρίζες ζώνες της. Πρέπει να παραμείνει ο δημόσιος διάλογος ζωντανός και ανοιχτός. Χρειάζεται συντονισμένη προσπάθεια επικοινωνίας με εμάς τις ίδιες και τα όριά μας και εξίσου άμεση επικοινωνία με τους ερωτικούς μας συντρόφους, από τους οποίους απαιτείται το ίδιο. Χρειάζεται σεξουαλική αγωγή, ώστε όλα τα φύλα να εκπαιδευτούν να επιλέγουν τα «όχι» και τα «ναι» τους, αλλά και να μπορούν να τα αναγνωρίζουν στους άλλους, στις άλλες και στα άλλα και να τα δέχονται. Χρειάζεται να αποδεσμευτούμε από τους έμφυλους ρόλους μας. Χρειάζεται σεβασμός και κοινή αποδοχή ότι η απόλαυση και η σεξουαλική επιθυμία μάς αφορούν όλους και έχουν να κάνουν με την ελευθερία μας ανά πάσα στιγμή. Γι’ αυτή την ελευθερία πρέπει να συνεχίσουμε να μιλάμε μέχρι να την κατακτήσουμε. Μέχρι τα «όχι» μας να είναι ηχηρά και τα «ναι» μας ενθουσιώδη. Για όλα τα παραπάνω, δείτε την ταινία How to Have Sex με τις φίλες σας, τις κόρες σας, τους φίλους σας. Συζητήστε τη. Μοιραστείτε εμπειρίες ανοιχτά. Μοιραστείτε τα «όχι» και τα «ναι» σας.

ΦΩΤΟΓΡΑΦΟΣ: WANGLEI&JIANGKUN

STYLING/EDITING: LVLU

Ακολουθήστε το ELLE στο Google News και μάθετε πρώτοι όλα τα νέα!
MHT