Me, Myself & I: Η μοναχικότητα ως επιλογή

Η εικόνα ανθρώπων που πίνουν μόνοι τους σε ένα μπαρ -ειδικά μιας γυναίκας- ακολουθείται ακόμα από ένα στίγμα που οφείλουμε να απαλύνουμε, ιδιαίτερα τώρα που γίνεται όλο και πιο συνηθισμένη. Ας καλωσορίσουμε αυτό το νέο είδος μοναξιάς που επιβεβαιώνει τη συντροφικότητα με τον ίδιο μας τον εαυτό.

Φωτεινή Σίμου 14 Φεβ. 23
Me, Myself & I: Η μοναχικότητα ως επιλογή

Τo καλοκαίρι που μας πέρασε πήγα μόνη μου διακοπές, έπειτα από ένα επαγγελματικό ταξίδι στο εξωτερικό -το πρώτο μετά τα σκληρά lockdown- στο οποίο έπρεπε έτσι κι αλλιώς να πάω μόνη μου. Όταν τέλειωναν οι συναντήσεις, έκανα βόλτες στην πόλη, περπατούσα δεκάδες χιλιόμετρα και τέλειωσα και ένα ολόκληρο βιβλίο στο αεροπλάνο. Αφού γύρισα, έπιανα τον εαυτό μου να αναπολώ αυτό το ταξίδι και συνειδητοποίησα ότι δεν ήταν ο προορισμός. Δεν ήταν ούτε ότι επρόκειτο για το πρώτο ταξίδι εκτός συνόρων μετά τους περιορισμούς. Δεν ήταν καν το ότι ήταν πληρωμένα όλα τα έξοδα από τη δουλειά μου. Αυτό που είχα απολαύσει περισσότερο από όλα ήταν ότι ήμουν μόνη μου.

Η συνειδητοποίηση αυτή στην αρχή με φόβισε. Άρχισα να σκέφτομαι: “Απομονώθηκα. Ξέχασα πώς να κάνω παρέα με ανθρώπους. Γίνομαι ιδιότροπη και στρυφνή”. Στο τέλος όμως νίκησε η σκέψη “πρέπει να επαναλάβω αυτή την απόλαυση που βρήκα σε εκείνο το solo ταξίδι”. Και κάπως έτσι, κανόνισα το καλοκαίρι να πάω μόνη μου κάποιες ημέρες διακοπές σε ένα ελληνικό νησί. Ξέρετε τι ανακάλυψα; Ότι το κάνουν κι άλλοι. Όχι για τους ίδιους λόγους, αλλά το κάνουν», λέει η Κατερίνα, η ιστορία της οποίας αποτέλεσε την αφορμή γι’ αυτό το θέμα. Ήταν αυτή που μας οδήγησε σε ανθρώπους που κάνουν την ίδια επιλογή. Να προτιμούν, δηλαδή, να κάνουν πράγματα μόνοι τους. Άνθρωποι που έχουν δημιουργήσει τη δική τους «μοναχική» φυλή που, αν κοιτάξουμε καλύτερα, γίνεται όλο και πιο ορατή πλέον στα σινεμά, στα μπαρ, στα θέατρα, στα café της Αθήνας. Πρόκειται για τη φυλή του «περνώ και μόνος ή μόνη μου καλά, αλλά όχι απαραίτητα στον καναπέ μου». Μια φυλή που, για όποια αιτία και αν κάνει αυτή την επιλογή, είναι χρήσιμο να την ακούσουμε και να την παρατηρήσουμε για διάφορους λόγους. Κυρίως για να δημιουργήσουμε γύρω τους ένα ασφαλές περιβάλλον, μακριά από τα στερεότυπα που μπορεί να φέρει αυτή η επιλογή, ιδιαίτερα για μια γυναίκα.

ΝΕΑ ΓΥΝΑΙΚΑ ΜΟΝΗ… ΔΕΝ ΨΑΧΝΕΙ

«Έχω φίλους και είχα συντρόφους που δεν ήθελαν να δουν τις ταινίες που ήθελα εγώ. Οπότε γιατί να συμβιβαστώ με κάτι άλλο και γιατί να δει κάποιος κάτι που δεν θα του άρεσε; Επίσης, απολαμβάνω ιδιαίτερα το ότι μπορώ να παρακολουθώ ακριβώς το σινεμά που μου αρέσει χωρίς αντιπερισπασμούς και ψιθυριστά σχόλια», αναφέρει η Ματίνα και συνεχίζει: «Δεν θα άντεχα να μην κάνω κάτι μόνο και μόνο επειδή φοβάμαι να το κάνω μόνη μου ή επειδή δεν έχω παρέα ή επειδή ντρέπομαι γι’ αυτό. Θυμάμαι την πρώτη φορά που πήγα μόνη μου σινεμά. Ήθελα να δω μια ταινία του Aki Kaurismäki. Είχαμε κανονίσει με μια φίλη μου να το δούμε μαζί, αλλά τελευταία στιγμή το ακύρωσε. Ήμουν ήδη στον δρόμο, οπότε πήγα μόνη μου. Έτσι έγινε, δεν το σκέφτηκα πολύ, και έκτοτε το ότι κανείς δεν ήθελε να δει την ταινία που ήθελα εγώ, ποτέ δεν αποτέλεσε εμπόδιο για να μην πάω. Πολλές φορές, μάλιστα, δεν το προτείνω σε κανέναν. Απλώς πάω μόνη μου. Έχω ακούσει “καλά δεν ντρέπεσαι να πας μόνη σου; Δεν νιώθεις άσχημα; Δεν νιώθεις ότι σε κοιτάνε όλοι;”. Τίποτα από όλα αυτά. Μου αρέσει που μετά την προβολή είμαι ελεύθερη να σκεφτώ κάτι μόνη μου. Μου αρέσει να περπατάω μόνη μου προς το σπίτι. Δεν με ενοχλεί να είμαι μόνη μου. Αν κάτι με ενοχλεί είναι ότι το να περπατάω μόνη μου, πολλές φορές δεν είναι ασφαλές. Ας λύσουμε αυτό και ας κάνουμε μόνες μας οι γυναίκες ό,τι θέλουμε», καταλήγει.

Πολλοί παρατηρούν ότι το να μας αρέσει να κάνουμε πράγματα μόνοι μας έγινε πιο έντονο μετά τα απανωτά lockdown, την επιβεβλημένη μοναχικότητα και την παρατήρηση ότι, τελικά, δεν είναι τόσο φοβερό να μένουμε μόνοι με τον εαυτό μας. «Μέσα στην πανδημία, που την πέρασα με τα παιδιά και τον σύντροφό μου στο σπίτι μας κοντά στο λόφο του Φιλοπάππου, άρχισα να κάνω βόλτες μόνη μου, κάτι που είχε συμβεί πολύ λίγες φορές πριν. Όταν φέρνω στον νου μου εκείνες τις βόλτες στον λόφο, αφήνοντας τα παιδιά με τον μπαμπά τους, συνειδητοποιώ ότι έσωσαν το μυαλό και το σώμα μου. Πλέον δεν το κάνω κάθε μέρα, αλλά πολύ συχνά αφήνω τα παιδιά στην παιδική χαρά με τον σύντροφό μου και ξεκλέβω χρόνο για να φτάσω στην κορυφή του λόφου και να δω την πόλη από ψηλά να φτάνει μέχρι τη θάλασσα», λέει η Γιασεμή. Εξομολογείται ότι παλιότερα δεν μπορούσε να φανταστεί ότι θα της άρεσε να περπατά μόνη της. Θυμάται, μάλιστα, να της μιλάει για την απόλαυση της μοναχικότητας η φίλη της η Αγγελική, η οποία δεν περίμενε την πανδημία και τα lockdown για να συνειδητοποιήσει τη χαρά του να κάνει πράγματα και μόνη της. «Δεν βρίσκω κανένα δράμα πίσω από την απόφαση μιας γυναίκας να παρευρίσκεται σε κοινωνικές εκδηλώσεις και δημόσια περιβάλλοντα μόνη της. Είναι απλώς μια επιλογή ή κάτι που μπορεί να συμβεί. Έχει χρειαστεί πολλές φορές να επιχειρηματολογήσω γι’ αυτό. Το ότι επιλέγω να πιω ένα ποτό μόνη σε ένα μπαρ δεν σημαίνει ότι ψάχνω απαραίτητα για παρέα και δη αντρική», λέει με ένταση και συνεχίζει: «Αλλά και να ψάχνω, πού είναι το πρόβλημα; Δεν καταλαβαίνω γιατί η εικόνα ενός άντρα σε μια μπάρα να πίνει το ποτό του παραπέμπει σε έναν μυστήριο, γοητευτικό τύπο, ενώ μια γυναίκα στην ίδια ακριβώς θέση φαντάζει μέχρι και απελπισμένη, στην καλύτερη περίπτωση. Κάποιες φορές υπάρχουν βλέμματα που πέφτουν πάνω μου, τα νιώθω. Τους απαντάω με δικά μου βλέμματα και άλλες φορές απλώς αδιαφορώ. Συνεχίζω ανέμελη το ποτό μου. Εγώ νιώθω πολύ κουλ που το κάνω. Οπότε δεν με νοιάζει τι βλέπουν οι άλλοι σε αυτό», καταλήγει.

Η Κατερίνα, που πλέον κάνει όλο και περισσότερα πράγματα μόνη της, λέει: «Ξέρετε τι άλλο βρήκα ενδιαφέρον; Ότι κάνοντας πράγματα μόνη μου, ήμουν πολύ καλύτερη όταν βρισκόμουν με παρέα. Σαν να απέκτησα ένα διαφορετικό κριτήριο για το ποιες παρέες θέλω να έχω. Δεν ήμουν κάπου απλώς για να είμαι. Το να μην είμαι μόνη μου αλλά με κάποιους άλλους ήταν μια απόφαση. Αν δεν είναι αυτό οινωνική ενηλικίωση τότε τι είναι;», αναρωτιέται και συνεχίζει: «Το να βγω μόνη, παλιότερα μου φαινόταν από φοβιστικό μέχρι αξιολύπητο. Σήμερα, το να κάνω κάτι μόνη μου για εμένα έχει μια διαφορετική αίσθηση απόδρασης και απελευθέρωσης. Ακόμα και έτσι, όμως, δεν μου ήταν πολύ εύκολο να πω ότι έχω πάει μόνη μου διακοπές και πλέον αυτό ισχύει και για άλλους λόγους. Δεν είναι πάντα εύκολο να ταξιδέψεις, για παράδειγμα, αν δεν μοιραστείς κάποια έξοδα, όπως τη διαμονή ή τα καύσιμα στο αυτοκίνητο». 

ΤΟ ΕΜΦΥΛΟ ΣΤΙΓΜΑ ΤΗΣ ΜΟΝΑΞΙΑΣ

Η μοναχική κοινωνική δραστηριότητα μιας γυναίκας ή το γεγονός ότι είναι single ή μη μέλος μιας στερεοτυπικά πατριαρχικής οικογένειας κουβαλά ακόμα ένα στίγμα από το οποίο χρειάζεται να απαλλαγούμε. Κι αυτό δεν θα γίνει αν παριστάνουμε ότι δεν υπάρχουν γυναίκες που μπορούν, θέλουν ή έτσι τους τα έχει φέρει η ζωή, να ζουν, να βγαίνουν, να ταξιδεύουν και μόνες τους εκεί έξω. Από την άλλη, το να θεωρείται ΟΚ ένα κορίτσι να πιει ένα ποτό μόνο του σε ένα μπαρ ή να προβεί σε οποιαδήποτε άλλη δραστηριότητα μοιάζει πολυτέλεια μπροστά σε άλλες εκφάνσεις αυτής της μοναχικότητας, όπως, για παράδειγμα, να νοικιάσει μόνη της ένα διαμέρισμα. Πρόσφατα, μια φίλη μου χρειάστηκε να αλλάξει σπίτι. Μια διαδικασία έτσι κι αλλιώς όλο και πιο δύσκολη τον τελευταίο καιρό. Ένας από τους μεσίτες που συνάντησε τη ρώτησε γιατί μένει μόνη της και, επιπλέον, θεώρησε ότι τη συμβούλεψε λέγοντάς της ότι το γεγονός ότι μένει μόνη της, δεν την κάνει φερέγγυα επιλογή για ένα διαμέρισμα στον τρίτο όροφο μιας πολυκατοικίας και ότι είχε να της προτείνει ένα ισόγειο. Μάλιστα της είπε χαρακτηριστικά: «Είναι και πιο φτηνό, ώστε να έχεις να παίρνεις και τα φουστάνια σου». Ακούγοντάς το σκέφτηκα ότι στο ισόγειο της δικής μου πολυκατοικίας μένουν μόνες τους δύο γυναίκες, η κυρία Χριστίνα και η κυρία Γιώτα. Απομονώνουμε, άραγε, τις μόνες γυναίκες στους κάτω ορόφους της κοινωνικής διαστρωμάτωσης με ό,τι αυτό συνεπάγεται;

Η ΘΕΡΑΠΕΥΤΙΚΗ ΙΔΙΟΤΗΤΑ ΤΟΥ SOLO

Η εικόνα μιας γυναίκας μόνης σε οποιαδήποτε συνθήκη κινητοποιεί έναν κοινωνικό αυτοματισμό που φτάνει μέχρι τη λύπηση. Θεωρείται μόνη με την έννοια της μοναξιάς και όχι της μοναχικότητας. Η διαφορά είναι ότι ως μοναξιά ορίζεται η «κατάσταση του να νιώθεις μόνος και να είσαι λυπημένος γι’ αυτό», σύμφωνα με την ψυχολόγο δρ Audrey Tang. «Όμως η μοναχικότητα δεν φέρνει τα ίδια συναισθήματα με τη μοναξιά. Θα ήθελα η μοναχικότητα να έχει τον σεβασμό που της αξίζει, καθώς σου δίνει το χρόνο να ανακαλύψεις ξανά ποιος είσαι. Να ανακαλύψεις ακριβώς τι σου αρέσει», καταλήγει η Tang. Όλα τα παραπάνω δεν σημαίνουν πως παραγνωρίζουμε ότι η μοναξιά ως κοινωνικό φαινόμενο αυξάνεται επικίνδυνα. Μην ξεχνάμε ότι, πίσω στο 2018, η κυβέρνηση του Ηνωμένου Βασιλείου, αναγνωρίζοντας την αυξητική της πορεία, διόρισε «υπουργό Μοναξιάς» με σκοπό να βοηθήσει στην αντιμετώπισή της. Οι ειδικοί έχουν προειδοποιήσει ότι η πανδημία, το άγχος, η κλιματική κρίση, ο πόλεμος στην Ουκρανία, η ενεργειακή, κοινωνική και οικονομική κρίση και οι επιπτώσεις τους στον ψυχισμό των ανθρώπων δημιουργούν εύφορο έδαφος για επιπλέον θλίψη, για άγχος που μπορεί να οδηγήσει σε επιλογές μοναξιάς και απομόνωσης. Είναι οι ίδιοι, όμως, που συμφωνούν ότι η εκδήλωση της μοναξιάς μέσα από τη μοναχικότητα μπορεί να είναι ένας τρόπος να απαλύνουμε την πρώτη.

«Η δημόσια εκδήλωση της μοναχικότητας θα μπορούσε να λειτουργήσει θεραπευτικά σε ένα τραύμα, τόσο συλλογικό όσο και ατομικό», λέει η Tang. Πριν από κάποια χρόνια, λίγες ημέρες έπειτα από έναν δύσκολο, επίπονο χωρισμό και από μια παρατεταμένη κρίση διαγνωσμένης κατάθλιψης, είδα το line up του μουσικού φεστιβάλ Primavera στη Βαρκελώνη. Έβγαλα εισιτήρια και πήγα μόνη μου. Βρέθηκα σε ένα πάρκο μαζί με χιλιάδες κόσμου που χόρευε το Hold Tight του Jamie XX μπροστά σε μια τεράστια σκηνή, στην οποία στεκόταν μόνος του, ολομόναχος, ένας μουσικός. Ένας μόνο άνθρωπος έκανε χιλιάδες άλλους να χορεύουν. Εκεί, για μερικά λεπτά, συντονιστήκαμε όλοι μαζί. Εκείνη τη στιγμή, όχι μόνο δεν ήμουν μόνη, αλλά έζησα μία από τις πιο συλλογικές εμπειρίες της ζωής μου, ούσα πρακτικά μόνη μου. Μπορεί να ακούγεται χαζό, αλλά εμένα μου έκανε καλό τότε αυτό το solo ταξίδι. Σε αυτή τη μνήμη και το συμπέρασμα φαίνεται να συμφωνεί και η Tang.

«Η κοινωνικοποίηση είναι μια μέθοδος αυτοκαταπράυνσης. Δεν θα σταματήσει από μόνη της τα αρνητικά συναισθήματα, όπως τη θλίψη και την απογοήτευση, αλλά βοηθάει στη γνώση ότι πρόκειται απλώς για συναισθήματα που έρχονται και φεύγουν. Επιπλέον, μια επιλογή εκδήλωσης της μοναχικότητας μας φέρνει αντιμέτωπους με ερωτήματα, όπως: Με ποιον πραγματικά θέλω να περάσω τον χρόνο μου; Ποιες σχέσεις είναι αμφίδρομες; Τι μου κάνει καλό; Πόσο αυτάρκης είμαι; Και κυρίως με τις απαντήσεις τους», αναφέρει η ειδικός και συνεχίζει: «Μένοντας και εξασκώντας την ικανότητα να μένουμε περισσότερο εμείς και ο εαυτός μας, φτάνουμε πιο γρήγορα στο να μας γνωρίσουμε καλύτερα, σταματώντας να υιοθετούμε απλώς τις ταμπέλες που μας βάζουν οι άλλοι: της μαμάς, της οργανωτικής φίλης, της μοναχικής, της στριμμένης. Επανεφευρίσκουμε με έναν τρόπο τον εαυτό μας». Με άλλα λόγια, αυτός που βγαίνει μόνος δεν είναι απαραίτητα μόνος, αλλά και να είναι και να μην έχει φίλους, δεν σημαίνει ότι δεν πρέπει να εξασφαλίσουμε ένα ασφαλές μέρος εκεί έξω για εκείνον. Την ίδια στιγμή, ωστόσο, πρέπει να έχουμε στο μυαλό μας τους ανθρώπους που υποφέρουν από μοναξιά, που χρειάζονται παρέα, ανεξαρτήτως φύλου, ηλικίας, καταγωγής, κοινωνικής τάξης ή άλλης διάκρισης.

Το ότι κάποιοι έχουν το προνόμιο της επιλογής στη μοναχικότητα δεν αναιρεί το γεγονός ότι άλλοι υποφέρουν από έλλειψη συντροφιάς. Την ίδια στιγμή που θα δημιουργούμε ένα ασφαλές περιβάλλον για τους μοναχικούς και γι’ αυτούς που περνούν και μόνοι τους καλά, να έχουμε πάντα στο μυαλό μας εκείνους που αισθάνονται μόνοι, ξεριζωμένοι και απομονωμένοι. Ας στρέψουμε το βλέμμα μας προς αυτούς και ας αφήσουμε όσους και όσες πίνουμε, χορεύουμε, ταξιδεύουμε ή πάμε σινεμά μόνοι μας να το απολαμβάνουμε

Κεντρική φωτογραφία:Γιώργος Κατσανάκης

Ακολουθήστε το ELLE στο Google News και μάθετε πρώτοι όλα τα νέα!

Σχετικά θέματα:

MHT