της Νάνσυ Καλλικλή
Συνήθειες που μας έδεναν μπήκαν στον πάγο, παρασέρνοντας μαζί και σχέσεις για τις οποίες ανακαλύψαμε με έκπληξη ότι δεν μας έλειψαν καθόλου. Προσωπικές επιλογές, που ποτέ πριν δεν είχε χρειαστεί να κάνουμε ή να συζητήσουμε, μας έφεραν σε ρήξη με ανθρώπους με τους οποίους θεωρούσαμε ότι μοιραζόμασταν τις ίδιες αξίες. Αμέτρητα πλάνα ανατράπηκαν αποκαλύπτοντας πτυχές του χαρακτήρα μας που δεν είχαν βγει ποτέ στην επιφάνεια. Από την πρώτη καραντίνα μέχρι σήμερα, η Covid-19 έχει αφήσει το αποτύπωμά της και στις φιλίες μας. Για όλα όσα αφορούν αυτή την πανδημία, δεν υπάρχει κανόνας: κάθε μέρα είναι διαφορετική, κάθε άνθρωπος και κάθε σχέση επηρεάζονται αλλιώς. Για όλους μας όμως ισχύει ότι, άλλοι σε μικρότερο και άλλοι σε μεγαλύτερο βαθμό, αναθεωρήσαμε πολλά από αυτά που παίρναμε ως δεδομένα για τη φιλία. Εκτός από το ότι χωρίς αυτήν η ζωή είναι λιγότερο όμορφη.
Τόσο μακριά, τόσο κοντά
«Όταν έκλεισαν τα γυμναστήρια τότε, στην πρώτη καραντίνα», θυμάται η Μάνια, «συνειδητοποίησα ότι πέρα από την προπόνηση, ακόμη περισσότερο μου έλειψε η κοπέλα που είχα γνωρίσει στο μάθημα και με την οποία, τέσσερις φορές την εβδομάδα, πίναμε ένα smoothie στο juice bar απέναντι, πριν επιστρέψει η καθεμία στο σπίτι της. Σ’ εκείνο το μισάωρο άλλοτε γελάγαμε,
άλλοτε η ατμόσφαιρα ήταν πιο βαριά, αν κάποια από τις δύο είχε περάσει δύσκολη μέρα στη δουλειά, άλλοτε απλώς χαζεύαμε ή ανταλλάζαμε μουσικές playlists. Αλλά πάντα, όταν έπαιρνα τον δρόμο για το σπίτι, ένιωθα καλύτερα και όχι μόνο χάρη στις ενδορφίνες της άσκησης. Στις πρώτες μέρες εκείνου του εγκλεισμού, αποφασίσαμε μιλώντας στο what’s up ότι τέσσερις φορές την εβδομάδα, όπως πριν, θα περνούσαμε από το μαγαζί να πάρουμε το smoothie μας και θα το πίναμε στη βόλτα για περπάτημα. Το καλοκαίρι πήγαμε μαζί διακοπές με μία ακόμη φίλη, όταν στην πρώτη δόση του εμβολίου ήμουν χάλια μού έφερε φαγητό και, φυσικά, συνεχίζουμε πλέον τις προπονήσεις μας στο γυμναστήριο».
Η Δέσποινα, από την άλλη, πέρασε τελείως διαφορετικά αυτά τα δύο χρόνια. Με το πρώτο lockdown, αποφάσισε με άλλες τρεις φίλες, που γνωρίζονταν από το πανεπιστήμιο, κάθε Παρασκευή στις 8 να σβήνουν τις καρτέλες του υπολογιστή που αφορούσαν τη δουλειά, να βάζουν το κρασί της η καθεμία και να συνδέονται μέσω Ζoom. «Κάποιες φορές το κατάφερα, αλλά συχνά είτε είχα ακόμα πολλή δουλειά και τους έγραφα ένα μήνυμα στα γρήγορα να τις ενημερώσω ότι δεν θα συνδεθώ είτε ήμουν πολύ κουρασμένη και προτιμούσα να χαλαρώσω βλέποντας Netflix. Το άγχος μου είχε χτυπήσει κόκκινο, είχα ξεκινήσει συνεδρίες με ψυχολόγο, αλλά κάποια πράγματα δεν λέγονται μπροστά σε μια οθόνη.
Έπειτα, όποτε βρισκόμασταν ξανά έξω, ένιωθα αποκομμένη και, τελικά, δεν συζήτησα ποτέ μαζί τους για το πώς ένιωθα εκείνο τον καιρό. Όταν κανονίσαμε μέσα στις γιορτές να βγούμε για ποτό, δεν συμμερίστηκαν την ανησυχία μου για τα κρούσματα ή για την άρνηση της μίας από εμάς να κάνει το εμβόλιο. Τελικά πέρασα για ένα ποτό και έφυγα νωρίς, αλλά με μια αίσθηση πως ο κύκλος αυτής της παρέας μάλλον έχει κλείσει για εμένα». Όλον αυτό τον καιρό, άλλες φιλίες αντέχουν, εξελίσσονται, δυναμώνουν και περνούν σε άλλο επίπεδο, ενώ άλλες καταρρέουν όταν μέρα με τη μέρα εγκλεισμού, περιορισμών αλλά και επανένταξης στην κανονικότητα βλέπουμε τα νέα δεδομένα να ροκανίζουν τα θεμέλιά τους. Το σίγουρο είναι πως η πανδημία έβαλε σε δοκιμασία τη φιλία. Η πολυεθνική εταιρεία ερευνών YouGov δημοσίευσε στο τέλος του 2021 μια έρευνα για την επίδραση της Covid-19 στη φιλία στη Μεγάλη Βρετανία. Αυτή έδειξε ότι το 11% των Βρετανών είδε τις φιλίες του να ενισχύονται, το 23% βίωσε μια απομάκρυνση από τον φιλικό κύκλο, ενώ σχεδόν οι μισοί από τους συμμετέχοντες (47%) δήλωσαν πως με κάποιους φίλους απομακρύνθηκαν ενώ με άλλους ήρθαν πιο κοντά.
Tic tic, boom!
Η ίδια έρευνα αποκάλυψε ότι η πανδημία του κορονοϊού άλλαξε και το πόσο σημαντική θέση έχει η φιλία στη ζωή μας. Το 1/3 των συμμετεχόντων ανέφερε πως πλέον εκτιμά περισσότερο από πριν τις φιλίες του και, μάλιστα, με τις γυναίκες να το υποστηρίζουν σε μεγαλύτερο ποσοστό από τους άντρες: ενώ το 29% των αντρών συμφωνεί με αυτή τη δήλωση, το αντίστοιχο ποσοστό για τις γυναίκες αγγίζει το 40%. Άλλωστε, όπως επισημαίνει η δρ Σοφία Καρούτζου, κλινική ψυχολόγος και ψυχοθεραπεύτρια, «η digital επικοινωνία εκείνων των μηνών μάς διευκόλυνε μεν, αλλά από την άλλη πολλοί συνειδητοποιήσαμε ότι είναι αδύνατο να αντικαταστήσει τη ζεστασιά και τη ζωντάνια που εισπράττουμε από έναν φίλο όταν βρισκόμαστε από κοντά. Η σύνδεση έχει πολλά επίπεδα, όχι μόνο το λεκτικό».
Τι συμβαίνει, λοιπόν, και, ενώ επανεκτιμήσαμε τους ανθρώπους που έχουμε δίπλα μας, ειδικά τον τελευταίο καιρό, η ατμόσφαιρα σε πολλές συναντήσεις φίλων μυρίζει μπαρούτι; Για πολλούς από εμάς οι βραδιές των πρόσφατων γιορτών ήταν γεμάτες αντιπαραθέσεις, θυμό, διαφωνίες και αμήχανες σιωπές. Πολλοί περιμέναμε τα πράγματα να εξελιχθούν προς μία κατεύθυνση, αλλά στην πορεία οι προσδοκίες μας δεν επιβεβαιώθηκαν. Και αυτό αφορά από τα πιο απλά θέματα (περιμέναμε πώς και πώς να αλλάξουμε χρονιά χορεύοντας, αλλά για ακόμη μια φορά νιώσαμε απογοήτευση και ματαίωση.
Ακόμη και η ενθουσιώδης φίλη μας πλέον είναι συγκρατημένη και φοβισμένη…) έως τα πιο σύνθετα, όπως οι αξίες του καθενός: «Με τα παιδιά που μένουν στο διαμέρισμα του επάνω ορόφου δεθήκαμε πολύ κατά την καραντίνα», λέει η Αλεξάνδρα. «Προσέχαμε όλοι, δεν βρισκόμασταν με άλλο κόσμο, βλέπαμε σειρές, μαγειρεύαμε μαζί… Όταν όμως άρχισε ο εμβολιασμός, το έκαναν σαφές ότι δεν θα εμβολιαστούν ούτε οι ίδιοι ούτε τα παιδιά τους, που κάνουν καθημερινά παρέα με τα δικά μας. Ενώ όμως εκείνων τα παιδιά τα φροντίζει μια νέα κοπέλα μέχρι να γυρίσουν από τη δουλειά, εμάς τα κρατάνε οι γονείς μας. Δεν συγκρίνεται ο κίνδυνος στον οποίο υποβάλλουν με αυτή την απόφασή τους τη δική μας οικογένεια. Δεν το περίμενε κανείς μας, αλλά είναι ξεκάθαρο πλέον ότι ενώ μοιραζόμαστε πολλά κοινά ως ζευγάρια και ως οικογένειες, σε τέτοια σημαντικά θέματα είμαστε ασύμβατοι».
All too well;
Για το ότι βλέπουμε κάποιες από τις παλιές μας φιλίες να αποδυναμώνονται ή και να διαλύονται, φταίνε άραγε μόνο οι συνθήκες γύρω μας, που εδώ και σχεδόν δύο χρόνια αλλάζουν από τη μία μέρα στην άλλη, αναστατώνοντας ολόκληρη τη ζωή μας και παρασέρνοντας μαζί και τις κοινωνικές μας σχέσεις; Μάλλον η φιλία μπήκε σε δοκιμασία κυρίως λόγω μιας άλλης, εσωτερικής αλλαγής την οποία βιώσαμε όλοι, καθένας σε διαφορετικό βαθμό, είτε το συνειδητοποιούμε είτε όχι.
«Όλοι μας αλλάξαμε από το ξέσπασμα της πανδημίας», τονίζει η δρ Καρούτζου. «Άλλοι απομονώθηκαν περισσότερο, είτε λόγω συνθηκών είτε λόγω ιδιοσυγκρασίας, ενώ άλλοι μοιράστηκαν σκέψεις, ανησυχίες και φόβους, έμαθαν περισσότερα ο ένας για τον άλλο και συνδέθηκαν πιο βαθιά μαζί τους. Για τους περισσότερους από εμάς ισχύει το ότι ήρθαμε σε στενότερη επαφή με τα συναισθήματά μας. Πολλούς τους έφερε πιο κοντά το αλληλομοίρασμα της ευαλωτότητας.
Ο φόβος για την ύπαρξή μας μας ώθησε να αναθεωρήσουμε σχέσεις και πρόσωπα», καταλήγει.
Ενδεχομένως ποτέ πριν δεν είχε χρειαστεί να μιλήσουμε με τους φίλους μας για τόσο προσωπικές πεποιθήσεις και έγνοιες, πόσο μάλλον να έρθουμε σε αντιπαράθεση μαζί τους γι’ αυτά. Ο κορονοϊός εγκαινίασε ένα πεδίο όπου κληθήκαμε να ανοιχτούμε, εκθέτοντας την προσωπική μας στάση απέναντι στον θάνατο και τη ζωή, τα προσωπικά όρια και την κοινωνική ευθύνη, τις αξίες μας… Παλιότερα τέτοιες συζητήσεις ίσως τις κάναμε έπειτα από μια θεατρική παράσταση ή μια έκθεση τέχνης, μα πλέον οι συνθήκες μάς τράβηξαν από την πλατεία του θεάτρου και μας ανέβασαν στη σκηνή.
Μέσα σε αυτό το πλαίσιο, με κάποιους συμφωνούμε, με άλλους διαφωνούμε και με ορισμένους συμφωνούμε ότι διαφωνούμε. Άνθρωποι που νομίζαμε ότι βρίσκονταν στο ίδιο μήκος κύματος μ’ εμάς, τελικά αποδείχθηκε ότι βλέπουν τα πράγματα πολύ διαφορετικά. Και με κάποιους από αυτούς η απομάκρυνση ήταν φυσική εξέλιξη. Με κάποιους άλλους φίλους, όμως, ακόμη και αν διαφωνήσαμε ή συνεχίζουμε να διαφωνούμε, η σχέση μας έγινε πιο βαθιά και ουσιαστική. Επικοινωνήσαμε μαζί τους την αλήθεια μας και μοιραστήκαμε και τη δική τους. «Σε συνδυασμό με το ότι αναγνωρίσαμε περισσότερο την ανάγκη της σύνδεσής μας με τους άλλους, οι σχέσεις πλέον απέκτησαν περισσότερο νόημα και πρόθεση», καταλήγει η δρ Καρούτζου.
«Αριθμός του Ντάνμπαρ» VS social media
Ίσως, λοιπόν, ο κορονοϊός να δημιούργησε μία ακόμη κρίση που αφορά τη φιλία, ίσως όμως και απλώς να έβαλε τα πράγματα στη θέση τους, στην αληθινή τους διάσταση και σε πιο γερές βάσεις. Τη δεκαετία του 1990, ο εξελικτικός ψυχολόγος και ανθρωπολόγος δρ Robin Dunbar διατύπωσε μια θεωρία, σύμφωνα με την οποία ο μέγιστος αριθμός των ανθρώπων με τους οποίους καθένας μας μπορεί να διατηρήσει σταθερές κοινωνικές σχέσεις, έτσι ώστε ο εγκέφαλός μας να μπορεί να διαχειρίζεται τις πληροφορίες που αφορούν τους ίδιους και τη σχέση μας μαζί τους, είναι μόλις 150. Πάνω, μάλιστα, από τις 250 επαφές, λέει ο καθηγητής από την έδρα του στο Πανεπιστήμιο της Οξφόρδης, ο εγκέφαλός μας απλώς δεν μπορεί να τις επεξεργαστεί. Τριάντα χρόνια μετά, όταν οι περισσότεροι αριθμούμε χιλιάδες φίλους συνολικά στους λογαριασμούς μας στα μέσα κοινωνικής δικτύωσης, αυτός ο αριθμός φαντάζει αφελής. Ή τουλάχιστον έτσι φάνταζε μέχρι το ξέσπασμα της πανδημίας. Βλέποντας τις φιλίες μας πλέον μέσα από ένα νέο πρίσμα, αντί για αφελής, ο «αριθμός του Ντάμπαρ», όπως ονομάστηκε, αρχίζει να μοιάζει πιο ρεαλιστικός, πιο κοντά στην πραγματικότητα.
Όταν ο Wolfgang Krüger, Γερμανός ψυχοθεραπευτής και συγγραφέας του βιβλίου Freundschaft, ρωτήθηκε σε συνέντευξή του αν καταστρέφει η πανδημία τις φιλίες μας, εκείνος απάντησε «και ναι και όχι», τονίζοντας τη διαφοροποίηση που ειδικά οι νεότεροι ίσως είχαμε ξεχάσει τα τελευταία χρόνια με την έκρηξη των social media και τους ξέφρενους ρυθμούς της καθημερινότητας. Σε αντίθεση με τις περιστασιακές φιλίες και τις παρέες, «αληθινή, βαθιά φιλία συνήθως έχουμε το πολύ με τρεις ανθρώπους» στη ζωή μας. Είναι εκείνοι οι άνθρωποι που μπροστά τους δεν φοβόμαστε να ξεγυμνώσουμε την αλήθεια της ψυχής μας ούτε να αντιπαραθέσουμε την άποψή μας στη δική τους.