από την Νάνση Καλλικλή.
Cover Photo: Margarita Salleras.
Πότε είναι προτιμότερο να ακολουθούμε τη διαίσθησή μας και πότε είναι καλύτερο να βάζουμε μπροστά τη λογική, όταν παίρνουμε αποφάσεις; Υπάρχει, άραγε, τρόπος να διασφαλίσουμε ότι θα καταλήξουμε στο καλύτερο συμπέρασμα όταν καλούμαστε να αποφασίσουμε αν θα μείνουμε σε μια σχέση ή αν θα φύγουμε από αυτή; Αν θα προτιμήσουμε να σπουδάσουμε οικονομικά αντί για αρχιτεκτονική; Αν θα επιλέξουμε να παραμείνουμε στη μικρή εταιρεία με το φιλικό κλίμα και την καλή συνεργασία ή θα κάνουμε το επόμενο επαγγελματικό μας βήμα σε μια πολυεθνική με καλύτερες προοπτικές, αλλά και χαμηλότερες αποδοχές; Ακριβώς επειδή εδώ και αιώνες η λήψη αποφάσεων έχει απασχολήσει από φιλοσόφους και συγγραφείς μέχρι CEOs και HR managers, οι ψυχολόγοι τις τελευταίες δεκαετίες έχουν βάλει στο μικροσκόπιο των μελετών τους το πώς κάνουμε τις επιλογές μας. Το «άγιο δισκοπότηρο» που αναζητούν όλοι αυτοί οι ερευνητές είναι ο τρόπος ώστε να κάνουμε τις καλύτερες δυνατές.
Αστυνομικές σειρές vs αληθινοί ερευνητές: 0-1
Ο διακεκριμένος ψυχολόγος Daniel Kahneman, ο οποίος το 2002 βραβεύτηκε με το Νόμπελ Οικονομικών Επιστημών για την πολυετή του μελέτη στα Συμπεριφορικά Οικονομικά (τον κλάδο που συνδυάζει την Οικονομική Επιστήμη με την Ψυχολογία) και στον τρόπο που λειτουργούμε οι άνθρωποι, φαίνεται να έχει φτάσει πολύ κοντά στο ιερό Γκράαλ. Στο τελευταίο του βιβλίο καταλήγει πως, μολονότι κανείς δεν μπορεί ποτέ να μας εγγυηθεί αν μια απόφασή μας είναι η σωστή, το σίγουρο είναι ότι κάθε μας επιλογή επηρεάζεται από προκαταλήψεις και σφάλματα τα οποία ούτε καν συνειδητοποιούμε. Εντοπίζοντας, λοιπόν, αυτά τα σφάλματα, ελαχιστοποιούμε τον «θόρυβο» -όπως τον ονομάζει στο ομότιτλο βιβλίο του Noise: A Flaw in Human Judgment (Θόρυβος: Ένα ελάττωμα της ανθρώπινης κρίσης, εκδ. William Collins)- που θολώνει τα νερά της σωστής μας κρίσης. Με παραδείγματα από την Ιατρική, την Εγκληματολογία και το δικαστικό σύστημα, τομείς δηλαδή που τα λάθος συμπεράσματα μπορεί να έχουν ολέθριες συνέπειες, ο Kahneman αποκαλύπτει τις διάφορες πηγές… θορύβου και προτείνει τρόπους ώστε να καταλήγουμε στις ιδανικές αποφάσεις.
Μακάρι, λέει ο συγγραφέας, να παίρναμε τις αποφάσεις μας βασισμένοι στα στοιχεία που έχουμε κάθε φορά διαθέσιμα, να τα αναλύαμε με αντικειμενικότητα και μεθοδικότητα και να καταλήγαμε στα καλύτερα συμπεράσματα. Αλλά δυστυχώς, οι πηγές θορύβου και τα σφάλματα στον ανθρώπινο τρόπο σκέψης είναι τόσο πολλά και τόσο καλά κρυμμένα, ώστε ακόμη και αν πιστεύουμε ότι η θέση μας είναι απολύτως αμερόληπτη, πάντοτε η κρίση μας είναι θολή. Ένα από τα πολλά παραδείγματα που χρησιμοποιεί ο Kahneman για να εξηγήσει ότι ποτέ η ανθρώπινη κρίση δεν είναι απαλλαγμένη από σφάλματα και θόρυβο είναι τα δακτυλικά αποτυπώματα. Αυτά τα στοιχεία στην Εγκληματολογία έμοιαζαν μέχρι πρόσφατα ακλόνητα: οι καταθέσεις από αυτόπτες μάρτυρες μιας σκηνής εγκλήματος μπορεί πάντα να αποδειχθούν αντικρουόμενες, ένα άλλοθι υπάρχει πάντα η πιθανότητα να είναι ψεύτικο, αλλά αν ένα δακτυλικό αποτύπωμα βρεθεί εκεί, τότε ο άνθρωπος στον οποίο ανήκει τοποθετείται και εκείνος στη σκηνή, χωρίς καμία αμφιβολία.
Και όμως, ένα περιστατικό στην Ισπανία το 2004 έδειξε για πρώτη φορά ότι ακόμη και στην ταυτοποίηση των δακτυλικών αποτυπωμάτων ενδέχεται να προκύψει σφάλμα ανθρώπινης κρίσης. Έπειτα από τη βομβιστική επίθεση εκείνης της χρονιάς στη Μαδρίτη, οι ειδικοί της σήμανσης συνέλεξαν ένα αποτύπωμα το οποίο το FBI ταυτοποίησε πως ανήκε στον Αμερικανό Brandon Meyfield. Ο Meyfield ήταν πιθανός ύποπτος αν και δεν είχε βγει εκτός ΗΠΑ τα τελευταία δέκα χρόνια, ήταν πρώην αξιωματικός του αμερικανικού στρατού και παντρεμένος με μια Αιγύπτια που είχε ασπαστεί τον Ισλαμισμό, ενώ ως δικηγόρος είχε υπερασπιστεί έναν άντρα που είχε καταδικαστεί έχοντας προσπαθήσει να ταξιδέψει στο Αφγανιστάν για να ενταχθεί σε ομάδα Ταλιμπάν. Έπειτα από τέσσερις εβδομάδες κατά τις οποίες οι αμερικανικές αρχές τον είχαν υπό κράτηση, οι ισπανικές ταυτοποίησαν το αποτύπωμα με άλλον ύποπτο. Η αμερικανική κυβέρνηση ζήτησε δημόσια συγγνώμη, έδωσε στον Meyfield αποζημίωση δύο εκατομμυρίων δολαρίων και το FBI δήλωσε πως επρόκειτο για «ανθρώπινο λάθος». «Ευτυχώς τέτοια λάθη είναι σπάνια», λέει ο Kahneman, «αλλά παρ’ όλα αυτά , χρήσιμα για να καταλάβουμε τι συμβαίνει με την ανθρώπινη κρίση. Πώς γίνεται οι καλύτεροι ερευνητές των ΗΠΑ να έκαναν λάθος και να επιβεβαίωσαν πως το δακτυλικό αποτύπωμα ανήκε σε έναν άνθρωπο που δεν είχε πλησιάσει καν τη σκηνή της βομβιστικής επίθεσης;».
Οι μελέτες του νευροεπιστήμονα dr Itiel Dror από το University College του Λονδίνου έδειξαν ότι ακόμη και σε έναν τομέα που, όπως προβάλλεται σε δημοφιλείς σειρές σαν το CSI, δεν υπάρχει χώρος για θόρυβο και σφάλματα, τελικά υπάρχουν και τα δύο και μάλιστα οδηγούν σε λάθος αποφάσεις και συμπεράσματα. Ο Dror διεξήγαγε μια σειρά πειράματα κατά τα οποία οι ίδιοι ερευνητές είχαν να εξετάσουν τα ίδια δακτυλικά αποτυπώματα. Κατά τη διάρκεια ενός από αυτά, χώρισε τους ερευνητές των εγκληματολογικών εργαστηρίων σε δύο ομάδες οι οποίες έπρεπε να ταυτοποιήσουν ένα αποτύπωμα. Σε πρώτη φάση όλοι έκαναν μια πρώτη αυτοποίηση. Έπειτα από μήνες, ώστε να έχουν ξεχάσει την υπόθεση, δόθηκαν επιπλέον πληροφορίες για το θέμα σε όλους και τους ζητήθηκε να εξετάσουν το ίδιο αποτύπωμα. Στους μεν είπαν ότι ο ύποπτος έχει άλλοθι ή καθόλου ίχνη πυριτίου στα χέρια, ενώ στους δε ότι τον αναγνώρισε αυτόπτης μάρτυρας ή πως ο ίδιος είχε παραδεχτεί την ενοχή του. Ένας στους έξι ερευνητές άλλαξε το συμπέρασμά του σε σχέση με την πρώτη φορά, εξαιτίας των πληροφοριών που ασυνείδητα άφησε να επηρεάσουν την κρίση του. Αν στον τομέα της Εγκληματολογίας, όπου θεωρητικά τα στοιχεία είναι αδιάσειστα, τελικά τα σφάλματα και ο θόρυβος ενδέχεται να οδηγήσουν σε λάθος συμπεράσματα, πώς θα μπορούσαμε να είμαστε σίγουροι για τις αποφάσεις της ζωής μας, για τις οποίες τα στοιχεία είναι κάθε άλλο παρά ξεκάθαρα;
Η διαίσθηση μπορεί να περιμένει
Ο Kahneman προτείνει να χειριζόμαστε τα στοιχεία που έχουμε στη διάθεσή μας για τις αποφάσεις μας με τρόπο ανάλογο με εκείνον που χρησιμοποιούν πλέον τα εργαστήρια Εγκληματολογίας προκειμένου να βάλουν σε σιγή τον θόρυβο και να ελαχιστοποιήσουν τα σφάλματα. Σύμφωνα με τα τελευταία πρωτόκολλα των ειδικών, κάθε στοιχείο, για να μας βοηθήσει να πάρουμε μια απόφαση, χρειάζεται να περνάει από συγκεκριμένα στάδια: ανάλυση, σύγκριση, αξιολόγηση και επαλήθευση. «Τα στάδια αυτά μπορεί να φαίνονται απλά, αλλά η σωστή ταξινόμηση των πληροφοριών που έχουμε είναι σε θέση να περιορίσει τις περιπτώσεις πρώιμης διαίσθησης», λέει ο βραβευμένος ψυχολόγος, ο οποίος είναι πολύ ξεκάθαρος όσον αφορά τον ρόλο που αφήνουμε να παίξει η διαίσθησή μας στη λήψη αποφάσεων: όταν πρέπει να αποφασίσουμε γρήγορα και για λιγότερο σημαντικά ζητήματα, η διαίσθησή μας μπορεί πράγματι να αποδειχθεί χρήσιμη. Όταν όμως έχουμε περισσότερο χρόνο και η απόφασή μας αφορά θέματα μεγαλύτερης σημασίας, καλύτερα είναι να συμβουλευόμαστε τη διαίσθησή μας αργότερα και μόνο αφότου έχουμε εξετάσει με προσοχή ό,τι δεδομένα έχουμε στη διάθεσή μας. Αφού τα αναλύσουμε, μπορούμε να ζητήσουμε τη γνώμη δύο ειδικών στον τομέα που μας απασχολεί και να συγκρίνουμε τις προτάσεις τους. Σε αυτή την περίπτωση, τονίζει ο Kahneman, κανένας από αυτούς δεν πρέπει να γνωρίζει τι έχει αποφανθεί ο άλλος, ώστε να αποφύγουμε τον θόρυβο που είδαμε στις έρευνες του Dror με τα δακτυλικά αποτυπώματα. Αντίστοιχα, όταν ζητάμε από κάποιον υφιστάμενό μας στη δουλειά να πάρει κάποια απόφαση, είναι προτιμότερο να του παρέχουμε μόνο τις απαραίτητες πληροφορίες που χρειάζεται ώστε να αποφασίσει. Οι επιπλέον πληροφορίες αντί να ξεκαθαρίζουν το τοπίο των αποφάσεων, μάλλον το θολώνουν, δημιουργώντας θόρυβο ανάλογο με εκείνον που οδήγησε τους ερευνητές του Dror να αλλάξουν τα συμπεράσματά τους κατά τη δεύτερη ταυτοποίηση των αποτυπωμάτων.
Τα χαρακτηριστικά της καλής κρίσης
«Οι σωστές αποφάσεις εξαρτώνται από το τι γνωρίζουμε, πόσο καθαρά σκεφτόμαστε και τον τρόπο σκέψης μας», λέει ο Kahneman. «Όσοι έχουν καλή κρίση διαθέτουν εμπειρία και είναι έξυπνοι, αλλά επίσης έχουν και ανοιχτό μυαλό και είναι διατεθειμένοι να μάθουν νέες πληροφορίες», συμπληρώνει. Με την εμπειρία μαθαίνουμε να αναγνωρίζουμε κοινά σημεία και αναλογίες με προηγούμενες φορές που έχουμε βρεθεί σε αντίστοιχη θέση και αυτό μας δίνει αυτοπεποίθηση, η οποία είναι άλλο ένα κοινό χαρακτηριστικό όσων έχουν καλή κρίση.
Η εξυπνάδα είναι ένας ακόμη δείκτης για το πόσο καλές αποφάσεις παίρνουμε. Η γενική νοητική ικανότητα, ο όρος που πλέον έχει αντικαταστήσει το IQ, εξαρτάται -σύμφωνα με τον ειδικό- από την ικανότητά μας να επιλύουμε προβλήματα με βάση τις γνώσεις που έχουμε (την οποία οι ψυχολόγοι ονομάζουν «αποκρυσταλλωμένη νοημοσύνη»), αλλά και άλλα, πάνω στα οποία δεν έχουμε προηγούμενες εμπειρίες ή γνώσεις («ρευστή ευφυΐα»).
Επιπλέον, η πανεπιστημιακή εκπαίδευση συνδέεται με την εξυπνάδα και την επιτυχία, λέει ο Kahneman. Παραδείγματα ανθρώπων όπως οι Steve Jobs, Bill Gates και Mark Zuckerberg που δεν έχουν ολοκληρώσει τις σπουδές τους, αλλά κατάφεραν να διακριθούν ο καθένας στον τομέα του παίρνοντας τις καλύτερες αποφάσεις, μάλλον είναι για τον συγγραφέα «τα δέντρα που κρύβουν το δάσος», οι εξαιρέσεις. Σύμφωνα με μια πρόσφατη έρευνα που μελέτησε τους διευθύνοντες συμβούλους των κορυφαίων Fortune 500 αμερικανικών επιχειρήσεων, το 88% των δισεκατομμυριούχων στις ΗΠΑ έχει πτυχίο ανώτατης εκπαίδευσης. Φαίνεται πως το πανεπιστήμιο πράγματι ανοίγει τους ορίζοντές μας και μας βοηθά να παίρνουμε καλύτερες αποφάσεις.
Άλλωστε, ο επίτιμος καθηγητής Ψυχολογίας στο πανεπιστήμιο της Πενσιλβάνια Jonathan Baron, που επίσης ειδικεύεται στη λήψη αποφάσεων, έχει δείξει με τις έρευνές του ότι το να έχουμε «ενεργά ανοιχτό μυαλό» σίγουρα μας βοηθά να παίρνουμε καλύτερες αποφάσεις. «Όσοι έχουν τέτοιο τρόπο σκέψης ώστε να αμφισβητούν ακόμα και τις πιο ισχυρές τους πεποιθήσεις όταν προκύπτουν ανάλογα στοιχεία, όσοι δηλαδή στέκονται με ταπεινότητα απέναντι στην ίδια τους την αυθεντία είναι από τους καλύτερους στη λήψη αποφάσεων», εξηγεί ο Kahneman. «Ευτυχώς για εμάς, οι μελέτες δείχνουν πως αυτός ο τρόπος σκέψης δεν είναι κάτι με το οποίο είτε γεννιέται κανείς είτε όχι, αλλά αποτελεί μια δεξιότητα που μαθαίνεται», καταλήγει o ίδιος.
Η τεχνική των συνεντεύξεων
Όταν βρισκόμαστε μπροστά σε μια απόφαση πίσω από την οποία κρύβονται πολλές επιλογές, το σλόγκαν του Kahneman είναι «συμπεριφερθείτε στις επιλογές σας σαν να ήταν διαφορετικοί υποψήφιοι για μια θέση εργασίας στην επιχείρησή σας». «Τέλεια πρόβλεψη δεν υπάρχει», εξηγεί ο ειδικός, αλλά «η διαδικασία επιλογής υποψηφίων είναι δομημένη με τέτοιο τρόπο και αποδεδειγμένα αξιόπιστη με επιστημονικά στοιχεία ώστε να μας οδηγεί στις καλύτερες δυνατές αποφάσεις». Όπως οι υπεύθυνοι ανθρώπινου δυναμικού αξιολογούν ξεχωριστά κάθε χαρακτηριστικό των υποψηφίων, όταν κι εμείς έχουμε να πάρουμε μια απόφαση, χρειάζεται να αξιολογήσουμε τα επιμέρους στοιχεία κάθε επιλογής ανεξάρτητα από τα υπόλοιπα, δηλώνει ο Kahneman στο επιστημονικό περιοδικό Behavioral Scientist. «Κατά τη διάρκεια αυτής της διαδικασίας, προσπαθείτε να κρατάτε τα συμπεράσματά σας α) όσο πιο κοντά γίνεται στις ενδείξεις και τα χειροπιαστά στοιχεία που έχετε και β) ανεξάρτητα από τα συμπεράσματά σας για τις υπόλοιπες πτυχές κάθε επιλογής. Μην ξεχνάτε ότι δεν απορρίπτουμε τη διαίσθηση, αλλά την εμπιστευόμαστε σε δεύτερη φάση, αφού έχουμε εξετάσει με λογικό και δομημένο τρόπο τα στοιχεία μας».